Tuesday, October 13, 2015

Remember the Fallen: Gus Chambers


English version

Όνομα: Gus Chambers
Συγκροτήματα: Grip Inc., Squealer A.D., Squad (aka 21 Guns), Sons of Dοmination, Mantra Sect
Ημερομηνίες Γέννησης / Θανάτου: 1958 – 13/10/2008
Cause of Death: Μίξη φαρμάκων και αλκοόλ

Ο Gus Chambers ήταν ένας πάνκης από το Coventry της Αγγλίας, ιδιαίτερα γνωστός στην τοπική σκηνή στα τέλη των 70ς μέσω της μπάντας Squad. Tο 1992 τον προσέγγισε ο Dave Lombardo, ζητώντας του να τραγουδήσει στους Grip Inc. που είχε σχηματίσει μετά την φυγή από τους Slayer μαζί με τον Waldemar Sorychta. Αυτή η ΚΑΤΑΠΛΗΚΤΙΚΗ μπάντα δεν γνώρισε ποτέ επιτυχία, γιατί δεν περιόδευαν όσο έπρεπε, γιατί μεσολαβούσε τόσος χρόνος μεταξύ των κυκλοφοριών (όλες τούμπανες), γιατί οι άλλοι δύο δεν τα έδιναν όλα. Και τίποτα δεν εκνεύριζε πιο πολύ τον Gus που πίστευε πολύ στην μπάντα. Η προσφορά του ήταν η γεμάτη attitude φωνή του, η οποία μπορούσε να ακούγεται αυθεντικά τσαντισμένη αλλά και μουσική την ίδια στιγμή, με την αγγλική προφορά του να δίνει ακόμα περισσότερο χαρακτήρα στους (πάντα δικούς του) στίχους. Το 2008, μετά από πολύ απρόσεκτη (και όχι εσκεμμένη όπως γράφτηκε αρχικά) μίξη φαρμάκων και αλκοόλ, έφυγε από την ζωή αθόρυβα.

Ο λαός γνωρίζει καλά τα τραγούδια Rusty Nail (μια τελειότητα) και Hostage to Heaven (άλλη μια τέτοια) και δύσκολο να φέρεις αντίρρηση. Επιμένω όμως πως το “Incorporated” είναι ένας από τους καλύτερους δίσκους της προηγούμενης δεκαετίας. Ακούστε το (Built to) Resist και το Prophecy για metal που σφύζει άποψης και χαρακτήρα αλλά και για να πάρετε μια γεύση από το εύρος των δυνατοτήτων του Gus Chambers. Και μετά Nemesis.

Δημοσιεύτηκε στο Metal Hammer Αυγούστου 2013

Monday, October 12, 2015

V for Vic - Sacred Reich


Οι Sacred Reich ποζάροντας με ένα κλάσικ Stottler δείγμα.

Στις 7 Ιουνίου έρχονται οι Sacred Reich στο Gagarin. Θα είναι η δεύτερη επίσκεψή τους καθώς είχαν έρθει και παλιάαα, σε μια συναυλία από τις πολλές που άκουγα ζηλόφθονα πιτσιρικάς να μου διηγούνται κοντινά πρόσωπα. Καλή πρέπει να ήταν....

...Και κακή να ήταν, μετά συγχωρήσεως, «να» και εμένα. Οι Sacred Reich ανήκουν στις λατρεμένες μπάντες της παιδικής μου ηλικίας, με δύο δίσκους και ένα EP δυναμίτες και μια αξιόλογη συνέχεια στα περίεργα 90s που προσφέρεται για κουβέντα. Πάντως, οι δύο δίσκοι (και το ΕΡ – είναι από τα πολύ καλά!) είναι το αναμφισβήτητο ζουμί.

Με καταγωγή από την Αριζόνα, οι Sacred Reich ήταν η δεύτερη μπάντα που τράβηξε προσοχή πάνω της (η πρώτη ήταν οι Flotsam and Jetsam και η τρίτη οι Atrophy). Αυτό το κατάφερε το 1987 κυκλοφορώντας το Ignorance. Κλασικός και κορυφαίος, ο δίσκος περιέχει thrash classics (Death Squad και Sacred Reich οι προσωπικές λατρείες) και την πολυπόθητη ηχητική σφραγίδα. Ταχύτητα, στίχος και αισθητική παραπέμπουν απευθείας σε ανατρεπτικό hardcore μπολιασμένα με το θανατηφόρο thrash της εποχής. Υπενθυμίζω ότι μιλάμε για 1987, μια χρονιά μετά τα Reign in Blood, Darkness Descends, Pleasure to Kill και του Puppets. Δεν γινόταν να παίζεις thrash τότε και να μην βαράς άσχημα, τόσο απλά. Και οι SR βαράγανε πολύ άσχημα και πολύ καλά. Σε αυτό βοηθούσε πολύ και ο κοκκινομάγουλος μπούλης πίσω από τα τύμπανα, ο πιτσιρικάς που οι Slayer είπανε «να ηρεμήσει» όταν πήγε για audition το 1986 (τότε, που για ένα φεγγάρι έπαιξε ο Scaglione των Whiplash). O Greg Hall είναι φοβερός ντράμερ και άσσος της μπάντας, που δεν έλαβε την δέουσα αναγνώριση (αργότερα αντικαταστάθηκε από τον νυν Machine Head, Dave McClain).

Οι θρασάδες πάντως της εποχής τους αγκάλιασαν άμεσα. Είχαν κάτι το ιδιαίτερο και επίσης καταπληκτικά μπλουζάκια, φιλοτεχνημένα από τον Paul Stottler, φίλο της μπάντας και (πλέον) πασίγνωστο tattoo artist. Crossover νοοτροπία και «χίπικη» διάθεση και όπως φάνηκε στη συνέχεια, μυαλό ασυνήθιστα ανοιχτόμυαλο για το είδος. Ένα χρόνο μετά, η μπάντα ξαναχτύπησε με το Surf Nicaragua, που εκτός από τη πασίγνωστη ομώνυμη σημαία της μπάντας, είχε ψωμί: το One Nation, εμβατηριακή κομματάρα, αργότερα διασκευασμένη από τον Max Cavalera με τους Soulfly. Το Draining you of Life, από το θρυλικό ομώνυμο demo και μια συμπαθέστατη διασκευή στο War Pigs. Άψογο EP. Dynamo αποθέωση και συνοδευτικό live EP (μια χαρούλα) και μετά, με το πάσο τους, κυκλοφόρησαν το The American Way.

Που προσωπικά φρονώ ότι είναι και ο καλύτερος δίσκος τους. Tο Ignorance έχει tire-up στο γκάζι και γουστάρουμε αλλά η συνολική δυναμική του δίσκου είναι ελαφρώς παρόμοια. Το American Way βρήκε τους SR να παρουσιάζουν 8 φοβερά καλογραμμένα κομμάτια, με πολύ φρέσκα hooks διάσπαρτα. Οι συνθέσεις ποικίλλαν από το proto-groove, mid-tempo thrash ομότιτλο μέχρι speed ζημιές στο I Don’t Know. Το Love/Hate μπάζει ιδανικά και συστήνει ξυραφάτες κιθάρες και το κοκκινομάγουλο στρουμπουλό αγόρι έχει γίνει ευτραφές θηρίο που γκρουβάρει σπάζοντας. Το εθιστικό Who’s to Blame κορυφώνει. Το Crimes Against Humanity για μια ακόμα φορά σε βάζει να τραγουδήσεις με αυτή τη φωνή παρέα.

Η φωνή. Που τυχαίνει να είναι και η ψυχή της μπάντας. Άφησα τον Phil Rind για το τέλος, μιας και του πρέπουν δυο λόγια. Εκτός από την χαρακτηριστικότατη μπασάτη χροιά του, ο τύπος έγραφε όλους τους στίχους και ήταν ο de facto spokesman της μπάντας. Λαλίστατος και ενδιαφέρον τύπος. Απεχθανόταν τα στεγανά και παρέα με την μπάντα, είχαν το θράσος να γράψουν και να βάλουν για τελευταίο κομμάτι στο δίσκο, το 31 Flavors. Πρόκειται για ένα funk Red Hot Chili Peppers τζαμάρισμα με τρομπέτες κομπλέ, με στίχους που σε ένα «Φασμπίτερ και Ξερό Ψωμί» σκηνικό, αραδιάζουν καλλιτέχνες που ακούνε. Καταλήγοντας, προτρέπουν τους οπαδούς τους να ακούνε τα πάντα, «μην είσαι μόνο μεταλλάς ρε μαν». Ας πούμε ότι μέχρι σήμερα, σε πολύ κόσμο, αυτό το κομμάτι δεν αρέσει. Καθόλου. Στα παπάρια μας, εγώ θυμάμαι τον αδερφό μου να αγοράζει το Mother’s Milk (RHCP) λόγω αυτού του κομματιού, να χαιρόμαστε στην αναφορά των Faith No More και να μου φυτεύει το όνομα των Mr. Bungle (“is so very cool” έλεγε, δέκα χρόνια μετά έμαθα πόσο δίκιο είχε). Αυτό το αποκαλώ υγιές και τους ευχαριστώ πολύ.

Υπάρχουν κι άλλα ωραία να ειπωθούν για τη συνέχειά τους αλλά εν καιρώ, κάποια αφορμή θα βρεθεί! Ιδιαίτερη αγάπη και πραγματικά ελπίζω να τα καταφέρω να είμαι εκεί.


Δημοσιεύτηκε στο Metal Hammer, Φεβρουάριο 2012. Τα κατάφερα να είμαι εκεί :)

Friday, June 19, 2015

Μανιφέστο περί σοβαρής βαθμολόγησης


Κείμενο που δημοσιεύτηκε στο Metal Hammer το Νοέμβριο του 2012. Είναι ένα από τα κείμενα τα οποία συχνά θα ήθελα να έχει διαβάσει ένας συνομιλητής μου για να καταλαβαίνει τι εννοώ ακριβώς όταν λέω "ποιο Virtual XI, σοβαρά τώρα;" :) Έχω μετανιώσει για δύο πράγματα σε σχέση με αυτό το κείμενο. Στο τέλος τα αναφέρω.

Ε, με αυτό το εξώφυλλο πήγαινε στο 9.5!

Το 6 δεν είναι κακός βαθμός. Αλλά όπως τα λέγανε Κρίμπς και Τσου «μας έφαγε η πολλή «καλοπροαιρ-ation» και κακομάθαμε. Αυτό το μήνα έβαλα εξάρια και σας το λέω με πάσα ειλικρίνεια, κανείς δεν είναι κακός δίσκος. Σημειώνω μάλιστα ότι στην προσωπική κλίμακα συγκεκριμένων ατόμων (το γαμηστερόμετρο όπως το λέμε στο πανεπιστήμιο) οι δίσκοι αυτοί πιάνουν μία και δύο μονάδες πάνω. Το κακό είναι όμως ότι το γαμηστερόμετρό τους δεν υπακούει στο κοινό γούστο (των φίλων του ήχου λέμε εδώ) αλλά οπαδικά αβαντάρει αβέρτα. Γενικώς τα γαμηστερόμετρά μας διαφέρουν, από άνθρωπο σε άνθρωπο, λόγω γούστου. Πιστεύω όμως ότι πάνω-κάτω το κακό από το καλό πράμα, ξεχωρίζουν.

Οι οπαδοί βεβαιώς είναι πιο ευαίσθητοι, πιο ευάλωτοι στην μουσική των «θεών» τους. Είναι άτομα που αν χρειαστεί θα υποστούν εθελοντική αυθυποβολή και τρελό ριπίτ σε τρελές μετριότητες (το έχουμε κάνει όλοι). Θα το φχαριστηθούν στο τέλος και μαγκιά τους, εγώ στηρίζω, απλά η τελική τους αξιολόγηση έχει κλέψει κανά δυο βαθμούς από την πραγματικότητα, όπου πραγματικότητα είναι πού στέκεται το καθετί απέναντι στους πραγματικά μεγαλειώδεις δίσκους του ιδιώματος ή της μπάντας.

Έχω σιχαθεί να ακούω δικαιολογίες του τύπου «ε, ρε φίλε, ‘νταξ, άμα συγκρίνεις με το Number of the Beast/Puppets/Into Glory Ride όλα είναι πιο μέτρια, είναι άδικο, έτσι πάει;» Ε, ναι ρε φίλε, έτσι πάει. 9άρι είναι το “Conspiracy” (περισσότερα παρακάτω), θα βάλω 9άρι στο “House of God” ή στο “The Graveyard”; Που είναι δύο σκάλες κάτω; Περάσανε τα χρόνια και πέσανε τα στάνταρ, πώς πάει η φάση; Ή όσοι έχουν μεγάλη καριέρα και διευρυμένη βάση οπαδών παίρνουν επίδομα βαθμολογίας για το μέλλον; “Μα 7άρι στο Graveyard; Και θες να λέγεσαι και King Diamond οπαδός εσύ;” Ακόμα και το 7 θεωρείται ξεφτίλα για ένα ιερό όνομα, εκεί καταντήσαμε. Ποιο τώρα; Το πρωτοκλασσάτο 7!

Το 5 σε περνάει μάθημα στο πανεπιστήμιο, είναι η βάση. Είσαι εντάξει; Παίζεις ικανοποιητικά; Δεν υπάρχει κάτι ξώφθαλμα κακό στην δουλειά σου; Μπράβο, πάρε το 5. Πέρασες. Δεν είσαι κακός! Για να πας παραπέρα πρέπει να είσαι και καλός, παραπάνω από το ΟΚ. Το 6 είναι ένας OK προς καλός δίσκος. Ή ένας δίσκος μέτριος με καλές στιγμές και σίγουρα πολλοί τέτοιοι υπάρχουν στις δισκοθήκες μας, χάριν ενός κομματιού, γιατί τότε που το άκουσες είχες φάει ένα κόλλημα, γιατί στον πήρε δώρο εκείνη και στην θυμίζει, γουωτέβα μαν. Β’ εθνική ρε παιδί μου, θα δεις και κανά αντρίκειο ματς, θα κάτσει καμιά φοβερή φάση. Επίσης θα δεις και πολλούς φανατικούς οπαδούς που το προτιμάνε έτσι το ματς, ερασιτεχνίλα (ή γιδίλα…). Αλλά νταξ. Βήτα.

Το 7 στην Αγγλία που σπούδασα θεωρείται κυριολεκτικά πρωτοκλασσάτο (First Class). Επομένως, ένα 7άρι είναι ένας δίσκος πρωτοκλασσάτος, και οποιαδήποτε δουλειά με αυτό το βαθμό θα πρέπει να δικαιώνει αυτόν τον χαρακτηρισμό, συμπεριλαμβανομένου – για να μην πω κυρίως – του songwriting. Η μπάντα θα πρέπει να παίζει καλά ή να βγάζει καλά αυτό που πρέπει να βγάζει (στους Bathory π.χ., δεν είναι θέμα αν τραγουδάει σωστά και ο νοών νοείτο).

Το 8 είναι βαθμός που δηλώνει ότι είναι δίσκος που κάλλιστα θα φιγουράρει σε τοπ δεκάδα της χρονιάς και αφήνει να εννοηθεί ότι η ιστορία, οι οπαδοί του ιδιώματος του δίσκου εν πάση περιπτώσει, θα τον θυμούνται και θα τον προτείνουν ο ένας στον άλλο. Ιδανικό παράδειγμα το φετινό Testament. Γαμεί. Σίγουρα, το έχω λιώσει και δεν έχω ουδεμία αμφιβολία περί αυτού. Αλλά δεν είναι 9άρι, δηλαδή ένα αριστούργημα. Ένας δίσκος που ενθουσίασε τον τύπο που του το κότσαρε. Μάλιστα, άριστος βαθμός είναι το 9.

Όπως άριστο είναι τo “Conspiracy” που έλεγα. Ο κακομαθημένος πάλι θα διαμαρτυρηθεί («9 στο δίσκο με το Sleepless Nights;»). Πού να χρησιμοποιούσα τους Iron Maiden για παράδειγμα, που έχουν να βγάλουν αριστούργημα από το 1988. Αποφάσισα όμως ότι δεν είναι σωστό να κλέψω την πρωτιά χειρότερης στήλης για το 2012 με τέτοια φτηνά κόλπα και έβαλα τον λατρεμένο μου King, που με τσούζει και πιο πολύ. Ναι, 9 το “Conspiracy”. Το δεκάρι για έναν τέτοιο δίσκο είναι οπαδικό και σας διαβεβαιώ, είμαι οπαδάρα («10!!!») αλλά εδώ θέλω να καταθέσω ένα μανιφέστο περί σοβαρής βαθμολόγησης, απηλλαγμένης από την οπαδική αβάντα που βάζει 10 στο τελευταίο Paradise Lost (άλλο τυχαίο παράδειγμα).

Ε, και τότε τι είναι το δεκάρι; Θα μας απασχολήσει (ίσως) τον άλλο μήνα. Είναι ο δίσκος που συνοψίζεται σε τρεις λέξεις: «Κύριοι, έχουμε θέμα.»

------------------

BONUS ΥΛΙΚΟ ΣΠΕΣΙΑΛ WWW ΕΝΤΙΣΙΟΝ:

Lies. Άκου αυτό το σόλο στο 1:30 λεπτό. Andy LaRocque κύριοι. ΤΡΙΧΑ ΚΑΓΚΕΛΟ.

Άκου τώρα το A Visit from the Dead. Στο 4:57 ο τιτάνας Andy διδάσκει πώς να παίζεις arpeggios ΜΕ ΟΥΣΙΑ.

Σχόλια: Για το ένα πράγμα που έχω μετανιώσει είναι το σχόλιο για το Conspiracy. Όταν έγραφα το κείμενο ήμουν σε δίλημμα, να γράψω για το Conspiracy ή για το The Eye; Διάλεξα το Conspiracy βασισμένος στην άμεση σύγκριση με το λατρεμένο μου "Them", του οποίου αποτελεί συνέχεια. Το "Them" είναι μαγικός δίσκος. Το Conspiracy δεν κατάφερε να με βυθίσει με τον ίδιο τρόπο στην ιστορία. Και έτσι το επέλεξα. Η αλήθεια είναι όμως ότι είναι ελάχιστοι οι δίσκοι που το κατάφεραν αυτό, έτσι κι αλλιώς. Η αλήθεια είναι ότι το Conspiracy είναι ένας απόλυτα φανταστικός δίσκος, αφρόκρεμα του heavy metal και για χάριν ενός πόιντ, τον έριξα μια μονάδα. Ντροπή μου και ζητάω συγγνώμη δημοσίως.

Το αλάτι στην πληγή είναι αυτή η ηλίθια λεζάντα που συνοδεύει την φωτογραφία με το ορίτζιναλ εξώφυλλο. Ti 9,5;! 10 ρε ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗ Vic. Όταν την έγραφα (κλασσικά τελευταία στιγμή πριν την παράδοση) σκεφτόμουν ότι 10 θα έπαιρνε αν είχε τα σωστά χρώματα. Οπότε μισό βαθμό παραπάνω. Τέτοια ηλιθιότητα, να εξαντλήσω την αυστηρότητά μου στο Conspiracy για να με πάρουν στα σοβαρά αυτοί που γκρινιάζουν αν δουν το Virtual XI με βαθμό κάτω του 9, μπράβο μου. Λες και ξέρει ο κάθε αναγνώστης τι έπαιξε με το εξώφυλλο.

Η ιστορία του εξωφύλλου, μιας και την πιάσαμε, είναι ότι ο King Diamond απέρριψε το εξώφυλλο γιατί τα χρώματα βγήκαν λάθος και για να ξαναχρωματιστεί σωστά θα έπαιρνε πολύ καιρό και θα καθυστερούσε η κυκλοφορία του δίσκου ακόμα περισσότερο. Είχε αργήσει πολύ (υποτίθεται, άλλα χρόνια τότε) και η Roadrunner αποφάσισε για να ξεμπερδεύει να το βγάλει με το γνωστό φωτογραφικό πορτραίτο του King. Κρίμα για τον δίσκο που του έπρεπε ένα εξίσου όμορφο εξώφυλλο με τα Abigail και "Them". Από τις λίγες εκατοντάδες κόπιες του ορίτζιναλ εξωφύλλου (200-300;), ο μύθος λέει ότι επιβίωσαν ελάχιστες, κάποιες από τις οποίες δόθηκαν σε διαγωνισμό. Κανείς δεν γνωρίζει τον ακριβή αριθμό, έχω διαβάσει πάντως ότι επιβίωσαν κάτω από 10 με μάξιμουμ καμιά 25αριά. Πάντως, ως απόλυτα συλλεκτικό κομμάτι, έχει φυσικά υποστεί την αναξιοπρεπή διαδικασία του bootleg, με κόπιες να φεύγουν από Βραζιλία και Ελλάδα μεριά.

Δεύτερο θέμα: "...τι είναι το δεκάρι; Θα μας απασχολήσει (ίσως) τον άλλο μήνα". Δεν υπήρχε περίπτωση να χωρέσει αυτό το κείμενο σε 700 λέξεις, τι να πρωτοπείς. "Θέμα" μπορεί να υπάρχει για παραπάνω από ένα λόγους. Ιστορικοί λόγοι, επιδραστικοί λόγοι, δίσκοι-φαινόμενα που σε κάνουν να παραβλέψεις κανά Struggle Within (τυχαίο παράδειγμα) ή ένα Warlord (άλλο τυχαίο παράδειγμα). Θέμα με δίσκους που άκουσαν ελάχιστοι συγκριτικά (σαν το Nosferatu ας πούμε) και η απουσία τους από την ιστορία δεν αλλάζει κάτι, αλλά τι να κάνουμε, είναι ΤΕΛΕΙΟΙ ρε φίλε. Κλπ, κλπ.

Έτσι, επειδή ποτέ δεν κατάφερα να πείσω τoν Κώστα και τον Χάκο να μου δώσουν δισέλιδο να ξεχυθεί το ταλέντο μου σαν εμετός στο γήπεδο, έμεινα με άλλη μια ανεκπλήρωτη υπόσχεση. Πριν πεθάνω θα το γράψω το ρημάδι. (Ίσως).

Saturday, May 02, 2015

Jeff Hanneman - Evil Notes and Sad Riffs


Δημοσιεύτηκε στο Metal Hammer Ιουνίου 2013.

Στις 2 Μαίου, Μεγάλη Πέμπτη, πέθανε ο Jeff Hanneman. O «Χανεμάνδρας» όπως τον αποκαλούσε ο μεγάλος αδερφός, βαθιά βλαμμένος, όπως και ο μεγάλος ξάδερφος με τους Slayer. Μοναδική περίπτωση μπάντας, κινητήρια δύναμη της οποίας υπήρξαν οι μοχθηρές νότες και τα θλιμμένα ριφ του ξανθού. Στο κείμενο που ακολουθεί επιχειρείται μια σφαιρική ματιά στον μουσικό - και όχι μόνο - βίο ενός εκ των τριών σπουδαιοτέρων riffmeisters στην ιστορία του thrash metal.

Πριν λίγο χάζευα ένα βιντεάκι στο YouTube. Λεγόταν “Kerry King Guitar Lesson – Riffs of Doom”, ενώ στους τίτλους στην εισαγωγή αναφερόταν ακόμα πιο αποπροσανατολιστικά ως “4 riffs of doom from Kerry King”. Ασχέτως της άκυρης χρήσης της λέξης «μάθημα», αυτό που μου έκανε αλγεινή εντύπωση είναι ότι όλα τα riff ήταν του Jeff Hanneman. Κανένα credit πουθενά, στα όρια του ανάποδου θα έλεγα. Λογικό όμως. Στην συνείδηση του κόσμου δεν υπάρχει Jeff Hanneman – σκέτο. Υπάρχει το δίδυμο δέος του Kerry King, οι δύο κιθαρίστες του σεβάσμιου ονόματος των fucking SLAYER. Πάντα ακούγονταν φωνές για την συνεισφορά του Jeff συγκεκριμένα, ποτέ όμως εμφατικά και απόλυτα, αν και αυτό προβλέπω να αλλάζει. Καιρός είναι επιτέλους να ειπωθούν απόλυτα, μιας και τα δεδομένα είναι αμείλικτα. Γιατί είναι όντως αμείλικτη η λίστα με τα πιο σημαντικά κομμάτια των Slayer, την οποία παρουσιάζω εδώ και θεωρώ ότι θα δυσκολευτεί πολύ κάποιος να φέρει αντίρρηση ως προς την σύνθεσή της, πολύ περισσότερο δε, για το συμπέρασμα που προκύπτει. Όλα φέρουν την υπογραφή του Jeff Hanneman (και μόνο σε τέσσερα από τα 15 συμμετέχει ο King). Εστιάζω στην χρυσή εποχή της μπάντας (ορίζεται βολικά ως «η εποχή που ο Kerry King είχε μαλλιά» - έως και το Decade of Aggression δηλαδή του 1991) γιατί εκεί είναι αναμφισβήτητα η καρδιά της ακμής και επιρροής τους. Ρίξτε μια ματιά:

  • Black Magic (Hanneman/King)
  • Die by the Sword
  • Chemical Warfare (Hanneman/King)
  • Hell Awaits (Hanneman/King)
  • At Dawn they Sleep
  • Angel of Death
  • Altar of Sacrifice
  • Postmortem
  • Raining Blood
  • South of Heaven
  • Mandatory Suicide (Hanneman/King)
  • War Ensemble
  • Blood Red (αυτό για πάρτη του Καραολίδη μόνο!)
  • Dead Skin Mask
  • Seasons in the Abyss

Παρατήρηση πρώτη: Η τριάδα που ορίζει την μπάντα ανά την Υφήλιο (Angel of Death, Raining Blood, South of Heaven) έχει γραφτεί από τον Jeff Hanneman.

Παρατήρηση δεύτερη: Οι γνώστες υποστηρίζουν ότι και τα κομμάτια που φέρουν το όνομα του King, κατά βάσην αποτελούν συνθέσεις του Jeff, ως προς την ουσία τους. Είτε μιλάμε για την εφιαλτική αρμονία του Mandatory Suicide είτε το opening riff του Black Magic, ενώ την πατρότητα του Hell Awaits διεκδίκησε μόνος του ο ίδιος ο Hanneman.

Παρατήρηση τρίτη και συμπερασματική: Ο Jeff Hanneman ήταν οι Slayer. Εντάξει, αυτό είναι μισή αλήθεια και βαρύς ο λόγος. Η μπάντα πάντα θα είναι αυτοί οι τέσσερις και δεν μπορεί να ειπωθεί για τους Slayer ότι ένας άνθρωπος είναι ο ιθύνων νους, όπως λέμε Mille Petrozza ή Dave Mustaine. Ο θρόνος του Thrash Metal ανήκει στους Slayer, την μπάντα. Είναι σκαλισμένος στην πέτρα και η πλάτη του είναι ένας αετός που στο κέντρο φέρει το λογότυπο με τα τέσσερα σπαθιά (το πέμπτο κάπου παραδίπλα στάζει αίμα). Αν πρέπει να κάτσει ένα άτομο όμως σε αυτόν τον θρόνο, δεν υπάρχει ΚΑΜΙΑ απολύτως αμφιβολία ότι αυτός είναι ο Jeff Hanneman.Αν δεν υπήρχαν τα δικά του τραγούδια, δεν θα υπήρχε τίποτα από όλα αυτά. Κοιτάξτε κάθε κομμάτι της λίστας ξεχωριστά, ένα-ένα και σκεφτείτε αφενός μεν τι σημαίνουν για τους Slayer και αφετέρου δε τι αντίκτυπο και εκτόπισμα έχουν στο metal και την σύγχρονη μουσική γενικότερα.

Διάβαζα τις προάλλες για ένα underground drum n’ bass σκηνικό, όπου κάτι DJηδες στήσανε το “Angel of Theft”, ένα drum n’ bass track που βασίζεται σε δυο riff, των Angel of Death και Raining Blood (ναι, αυτά τα δύο συγκεκριμένα που σκέφτηκες). O Καναδός DJ είχε παρελθόν με το metal, του έμεινε η καύλα για τους Slayer (λογικό), τους έβαλε στον Βραζιλιάνο φίλο του, κόλλησε απευθείας κι αυτός και κάπως έτσι το σκαρώσανε. Ένα βράδυ, στο Commodore Ballroom στο Vancouver, το έπαιξαν στον κόσμο, για την φάση. Έγινε αυτό που φαντάζεστε: Σφαγή από κάτω, οι drum n’ bass θαμώνες ανοίξανε mosh pit και φεύγανε παπούτσια. Μετά έμεινε εσαεί στο playlist. Οι DJs είχαν μόνο ατελείωτο respect για τους Slayer.

Αντίστοιχο respect έπεσε από τους Public Enemy, την τεράστια αυτή hip-hop μπάντα, οι οποίοι παίρνουν την γέφυρα του Angel of Death και την κάνουν χαλί στο “She Watch Channel Zero?!”. Ο Mike Patton υποστηρίζει on camera ότι δεν εμπιστεύεται άνθρωπο που δεν ακούει Slayer. Το Officer Down των Stampin’ Ground που ανοίγει pits με το καλημέρα προσκυνάει και αυτό την γέφυρα του Angel of Death. Το Dark Intentions των The Haunted ομολογεί τον Χανεμανισμό . Η αλλαγή στο “Deicide” και ολόκληρο το death metal σύμπαν οφείλουν στον Jeff. Οι Slipknot και οι System of a Down. Μέχρι και ο Leif Edling στο υπερέπος Embracing the Styx, εμπνέεται από τον Jeff Hanneman. Και η Tori Amos, Jeff Hanneman έπαιζε (περίπου) στο πιάνο. Ας ειπωθεί επιτέλους: Αυτό που ο κόσμος ονομάζει Slayerικό ριφ, αυτό που έκλεψαν όλοι, Σουηδοί και Αμερικάνοι και Έλληνες, είναι ουσιαστικά το Hanneman riff. Αυτή η μουσική που σφαλιάρισε τον πλανήτη, παίχτηκε μεν από τους Slayer, γράφτηκε δε από τον Jeff Hanneman.

Μουσική παιδεία και όραμα

Πώς προέκυψε αυτή η μοναδικότητα είναι μεγάλη ιστορία και δύσκολο να αναλύσεις τον παράγοντα ταλέντο. Ο ίδιος ο Hanneman απλώς δήλωνε ότι σιχαίνεται την χαρούμενη μουσική, την αισιοδοξία και όλα αυτά, τον έκαναν να βαριέται θανάσιμα, όπως ακριβώς το γεγονός ότι στο μπάσκετ δεν επιτρέπεται να κατεβάσεις την μούρη του αντιπάλου ας πούμε. Μεγαλώνοντας την δεκαετία του ‘70, ο μικρός Jeff είχε προτίμηση στους Led Zeppelin, Aerosmith και Jeff Beck. Αργότερα βρήκε τους Judas Priest και τους Iron Maiden αλλά σύντομα, στην αρχή της νέας δεκαετίας, ανακάλυψε το νέο του πάθος. Το hardcore punk, ειδικά αυτό της ευρύτερης περιοχής της California για την εποχή που μιλάμε: Dead Kennedys, Black Flag, T.S.O.L., The Germs, Circle Jerks και βέβαια τους κατοπινούς φίλους D.R.I. Την εποχή που γνώρισε τον Kerry King και τον Dave Lombardo ο Jeff ήταν ένας 17χρονος πάνκης, κομπλέ με ξυρισμένο κεφάλι. Έχει γραφτεί κατά κόρον πώς το thrash metal είναι fusion του punk και του (NWOB) Heavy Metal. Βεβαίως οι Motorhead και οι Venom είναι απαραίτητα σκαλοπάτια αλλά πουθενά δεν είναι πιο σαφής και γλαφυρή η ιστορική πραγματικότητα, όσο στην περίπτωση των αρχετυπικών Slayer και συγκεκριμένα του Jeff Hanneman. Αυτός είναι που πήρε τον Lombardo με το απίθανο (εννοώ improbable) μουσικό υπόβαθρο (KISS, disco και Led Zeppelin!) και τον έμπασε στον χώρο του punk και του ανελέητου χτυπήματος, που τόσο αποθέωσε στην καριέρα του. Η αγάπη του Hanneman για το punk είναι καταγεγραμμένη, ξεκινώντας από τα λογότυπα στην κιθάρα του (με τους Dead Kennedys να ξεχωρίζουν) μέχρι την punk μπάντα Pap Smear που είχε με τους Rocky George (τεράστιος κιθαρίστας των Suicidal Tendencies) και τον Dave Lombardo. Η μπάντα αυτή τελικά διαλύθηκε μετά την συμβουλή του Rick Rubin για το καλό των Slayer και η κληρονομιά της βρίσκεται στο Undisputed Attitude, μαζί με την αποτύπωση βεβαίως της punk συμβολής στο όραμα της μπάντας. Αξίζει να αναφερθεί όμως και η συμβολή των Slayer ώστε να κάνει φουλ κύκλο η επιρροή. Πολλές μπάντες που ξεκίνησαν ως hardcore το γύρισαν σε πολύ πιο metal πράγματα μετά την επαφή με τους Slayer και τον ήχο τους, ιδιαίτερα δε από το 1986 και μετά. Ρωτήστε και τους D.R.I.

Αυτό πάντως που ενδιέφερε τον Jeff Hanneman να παίξει, δεν ήταν punk. Του άρεσε η βία και η ταχύτητα, το punk attitude στην μουσική, αλλά δεν τον ενδιέφερε να παίζει απλά ακόρντα και με απλές punk δομές. «Ήθελα να έχω την ταχύτητα και την ενέργεια που έβγαζε το πανκ αλλά όχι με σκέτα ακόρντα, ήθελα και ωραία heavy riffs.» Μουσική γεμάτη “evil notes and sad riffs”, όπως το περιέγραψε ο ίδιος τόσο πετυχημένα. Αυτό δεν έγινε αμέσως και δεν έγινε και έγινε και τόσο ενσυνειδήτως. Όταν ο ξυρισμένος πάνκης έμπαινε στην μπάντα, έπαιζε κιθάρα λίγους μήνες μόνο, σε αντίθεση με τον χρόνια έμπειρο Kerry King. Πείσμωσε και αποφάσισε να εντατικοποιήσει την μελέτη στο όργανο. Γρήγορα κατέληξε ότι δεν τον ενδιέφερε να γίνει βιρτουόζος σολίστας και ακολούθησε τον δικό του δρόμο. Τα άλματα στην τεχνική του εντυπωσίασαν όλους τους γύρω του και πάρα πολύ σύντομα (σε διάστημα μηνών) ήταν σε θέση να εντυπωσιάζει τον Bill Metoyer με την υπόλοιπη μπάντα και το σφιχτό δέσιμό τους κατά τις ηχογραφήσεις του Show No Mercy. Από εκεί και πέρα, μέχρι και το Seasons in the Abyss, η μπάντα στον τομέα του σεβαστικού thrash metal, έπαιζε με αντίπαλο μόνο τον εαυτό της, ανεξαρτήτως εμπορικής επιτυχίας στα περίεργα εκείνα χρόνια. Αξίζει να αναφερθεί ότι οι Slayer την εποχή του “Seasons…” πουλούσαν τους λιγότερους δίσκους από όλους τους Big 4 (ναι, και από τους Anthrax) και από την άλλη πουλούσαν περισσότερα εισιτήρια στις αρένες και εμφατικά εκτόπιζαν κάθε μπάντα με την οποία περιόδευαν, στην σκηνή και στις πωλήσεις του merchandise. Συμπεριλαμβανομένων των Megadeth και Anthrax στο Clash of the Titans. Και παρόλο που όπως είπαμε, η συνθετική υπεροχή του Hanneman είναι ξώφθαλμη αν το ψάξεις λίγο, η προβολή του ήταν ελάχιστη και ο κόσμος ήξερε λίγα πράγματα για την ζωή του, πέραν του ότι είχε μια μάλλον ενοχλητική εμμονή με τον B’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Ο άνθρωπος

Σίγουρα πάντως καμία όρεξη δεν είχε να μιλάει σε δημοσιογράφους για τον εαυτό του. «Δεν παίρνω τίποτα από την διαδικασία, δεν μαθαίνω κάτι, δεν ακούω μια αστεία ιστορία, μιλάω για μένα και αυτό είναι βαρετό». Μακράν ο πιο δυσεύρετος από τους τέσσερις για την συνέντευξη, «ο πιο ερημίτης όλων» κατά τον Araya: “Jeff doesn’t like all this shit”, έλεγε σε μια συνέντευξη το 1991. Η έκδηλη βαρεμάρα του για τα θέματα promotion της μπάντας, καθώς και το ελαφρώς διεστραμμένο χιούμορ του, έβγαζαν ένα αντικοινωνικό προφίλ, ιδιαίτερα διογκωμένο στα 80s λόγω της εμμονής που λέγαμε. Μάλιστα, πριν ο Kerry King μεταμορφωθεί σε 90ς redneck bulldog και πάρει το βραβείο σπίτι, ο Jeff δεν ήταν απαραίτητα και ο πιο συμπαθής κιθαρίστας της μπάντας. Και αυτό γιατί αντί να μείνει στην συνείδηση του κόσμου για τη μουσική του Angel of Death, έμεινε πολύ περισσότερο για τους στίχους του και για τις αντίστοιχες παρεξηγήσεις.

The nazi shit

Αυτός ήταν που κατεξοχήν κουβάλαγε όλο εκείνο το ναζί σκηνικό στο artwork και την θεματολογία της μπάντας, καθώς και έφερε ναζιστικά σύμβολα στο πέτσινό του (σβάστικας συμπεριλαμβανομένης). Όσο cool και να ήταν η Slaytanic Wehrmacht μπλούζα, έφερνε άβολους συνειρμούς. Ήταν και ξανθός-ξανθός, Γερμανικής καταγωγής… «Άσε ρε με τα φασισταριά» ήταν μια ατάκα που θα άκουγες από κόσμο που κατέληγε εύκολα σε συμπεράσματα ή εν πάση περιπτώσει δεν συγχωρούσε ελαφρότητες με το θέμα. Ο ίδιος και η μπάντα, σταθερά αρνούνταν τις κατηγορίες, λέγοντας ότι απλώς περιγράφουν. «Δεν θα έπρεπε να χρειάζεται να λέω εγώ πόσο κακός είναι ο Josef Mengele, είναι προφανές, όπως και μια ταινία που αναπαριστά κάτι κακό».

Η αλήθεια για το θέμα είναι ότι ο πατέρας του Jeff, ήταν βετεράνος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, είχε πολεμήσει μάλιστα στην Νορμανδία και πριν πετάξει κάτι ναζιστικά μετάλλια που είχε βρει τον καιρό της θητείας του, ρώτησε τον γιο μήπως τα θέλει; Ο γιος φυσικά και τα ήθελε και ξεκίνησε την συλλογή του. Συχνά στο οικογενειακό τραπέζι άκουγε ιστορίες από τον πόλεμο, είτε του πατέρα του, είτε των δύο μεγαλύτερων αδελφών του, που είχαν πολεμήσει στο Βιετνάμ, πράγμα που προφανώς επηρέασε αργότερα τις στιχουργικές του προτιμήσεις. Επίσης έβλεπαν συχνά ταινίες με πολεμικό περιεχόμενο και είχαν χόμπυ τον μοντελισμό, αεροπλανάκια και τανκς, τέτοια πράγματα. Όταν γνώρισε τον Lemmy, αντιλαμβάνεστε ότι τα βρήκαν θαυμάσια σαν συλλέκτες. Εν τέλει, η ναζιστική θεματολογία που υπάρχει στα τραγούδια τους (Angel of Death, Behind the Crooked Cross, SS-3 κλπ…) ήταν απλώς άλλο ένα αρρωστημένο και επικίνδυνο αντικείμενο για να κουμπώσει στην ακραία μουσική της μπάντας. Ξεκινώντας από τον σατανά και τον αντίχριστο και όλα τα πατροπαράδοτα σοκαριστικά των Venom και Mercyful Fate, στην αναζήτηση για νέες ομορφιές όπως τους νεκρόφιλους, τι πιο λογικό από τα βιβλία ιστορίας γεμάτα περιστατικά απόλυτης φρίκης που διάβαζε μανιωδώς ο Jeff; Πάντως, καταθέτω την υποψία μου ότι βασικός υπεύθυνος για την αμφιβολία «μήπως τα γουστάρουν αυτά που λένε ρε;» είναι ο Tom Araya. Όταν τραγουδάς τόσο σατανικά σαρδόνια (τον βλέπεις να χαμογελά όταν τα λέει) αυτούς τους στίχους… Όσο να’ναι σκιάζεσαι κάπως. Δεν θα κλάψουμε κιόλας για την παρεξήγηση όμως, «τους καημένους τους Slayer τους κατηγόρησαν για φασίστες». Ο ίδιος ο Hanneman έλεγε, «ξέρεις, εγώ πιστεύω πως μας έκανε πολύ καλό αυτή η ιστορία. Ο κόσμος πίστευε ότι ήμασταν πραγματικά πολύ πιο κακοί και σκοτεινοί από ότι είμαστε πραγματικά σαν άνθρωποι».

Πράγματι, πάνω στην σκηνή η μπάντα έβγαζε μίσος και άκρατη ενέργεια προς τα έξω. Το ίδιο και ο Jeff, με το ασταμάτητο headbanging του, πάντοτε απολαμβάνοντας τα riff του. Μετά, άδειος και ανακουφισμένος από το ξέσπασμα, πήγαινε να χαζέψει τα αγαπημένα του σπορ (hockey και αμερικάνικο «ποδόσφαιρο»)και να πιει καμιά μπύρα, ένας απλός, ευχάριστος τύπος. Αυτός ο ξανθός 20χρονος, με μια μπύρα στο χέρι, που αναφωνεί “Did you get that? Bravo!”και γελώντας χειροκροτάει τον Lombardo που τσακώνει το μπέικον με το στόμα που κάποιος εκσφενδόνισε κατά την διάρκεια συνέντευξης το 1985. O τύπος που γελάει όταν περιγράφει τα διάφορα που του πασάρουν κατά καιρούς οι πειραγμένοι οπαδοί της μπάντας: «Σου φέρνουν έναν ανάποδο σταυρό με διάφορα σκατά πάνω… νομίζεις ότι θα βάλω αυτό το πράγμα σπίτι μου; Δεν νομίζω, χαχα!» Ο τύπος που σιχαινόταν τα ταξίδια και προτιμούσε την θαλπωρή του σπιτιού του. Αλλά και ο Jeff Hanneman που κλαίει στην αγκαλιά του Robb Flynn σε μια στιγμή αδυναμίας και ανασφάλειας, όταν το 1995 φοβόταν για την ικανότητά του να παίξει μετά από κάποια προβλήματα που είχε στους καρπούς. Αναζητήστε το κείμενο του Flynn για τον Jeff, αξίζει πραγματικά τον κόπο (το αυτό ισχύει για το κείμενο του Alex Skolnick για μια σοβαρή μουσικολογική ανάλυση της προσφοράς του). Αν πάντως ένα παροδικό πρόβλημα στους καρπούς τον έφερνε σε τέτοια κατάσταση, είναι πολύ εύλογος ο συνειρμός ότι η τεράστια ζημιά που υπέστη το χέρι του μετά τον ιό και τις εγχειρήσεις, πρέπει να τον κατέβαλλε και να τον έσπρωξε ακόμα βαθύτερα στις καταχρήσεις.

Το τέλος

Το Φεβρουάριο του 2011 ανακοινώθηκε το πρόβλημα υγείας του Jeff. Είχε προσβληθεί από τον ιό Necrotizing fasciitis, μετά από τσίμπημα αράχνης, όπως είναι τουλάχιστον η επίσημη εκδοχή, η οποία έχει πάντως αμφισβητηθεί αρκετά στο παρασκήνιο. Στις 23 Απριλίου ο κόσμος είδε με τα μάτια του το μέγεθος της ζημιάς, όταν ανέβηκε να παίξει δύο κομμάτια με την μπάντα, με γυμνωμένο το δεξί του μπράτσο.

Αυτή ήταν και η τελευταία ζωντανή εμφάνιση του Jeff Hanneman. Ο Tom Araya και ο Kerry King ανέφεραν πως ήταν διακαής επιθυμία του Jeff να ξανανέβει στην σκηνή, παρόλο που οι ίδιοι είχαν τις επιφυλάξεις τους κατά πόσον μπορούσε να ανταπεξέλθει. Τελικά βγήκε μόνο στο encore, παίζοντας τα δικά του South of Heaven και Angel of Death για τελευταία φορά στην ζωή του μπροστά σε κόσμο και επέστρεψε στην αφάνεια, αποκομμένος από την μπάντα. Μετά από ακόμα πιο έντονη απουσία από τα κοινά και ενώ ο αντικαταστάτης Gary Holt έβγαζε μια αύρα «ουδέν μονιμότερον του προσωρινού», στις 2 Μαΐου του 2013, Μεγάλη Πέμπτη, η είδηση ήρθε εντελώς αναπάντεχα. Θάνατος από ηπατική ανεπάρκεια. Όλοι, εκτός λίγων, σοκαρίστηκαν, απλά γιατί πίστευαν ότι ακόμα και αν δεν ξαναέπαιζε σε επαγγελματικό επίπεδο, όπως υποπτεύονταν αρκετοί, είχε τουλάχιστον ξεπεράσει τον κίνδυνο του φονικού ιού. Την ίδια μέρα όμως, ειπώθηκαν κάποια πράγματα, από άτομα κοντά στην μπάντα, για το πρόβλημα που είχε ο Jeff με το αλκοόλ και το οποίο είχε επιδεινωθεί τον τελευταίο καιρό. Η βλάβη στο συκώτι έλεγαν πιθανότατα είναι κίρρωση και δεν οφείλεται στον ιό, πράγμα που επιβεβαιώθηκε λίγες μέρες αργότερα και επίσημα. Βεβαίως, η ζημιά που έκανε στο χέρι του ο καταστρεπτικός ιός προφανώς εκτεινόταν και πέρα από το χέρι του, στην ψυχολογία του. Αλλά τώρα μόνο εικασίες μπορούν να γίνουν για το πώς αισθανόταν τον τελευταίο καιρό της ζωής του ένας άνθρωπος που ανέκαθεν δεν ήταν και ο πιο εκδηλωτικός . Σημειώνω όμως την αρνητική εντύπωση που προκάλεσε στον περισσότερο κόσμο η αποστασιοποιημένη και μπλαζέ αντιμετώπιση του θέματος από τον Kerry King, με βεβαρυμένο το μητρώο του ήδη από την περίπτωση Lombardo. Λίγη σημασία έχουν αυτά όμως πια.

Ο Jeff Hanneman, στα 49 μόλις χρόνια έφυγε από την ζωή. Μαζί του και το μυστικό, αρρωστημένα απολαυστικό συστατικό των Slayer.

R.I.P. Jeff Hanneman. R.I.P. Slayer.

The songs

Δεν θα σταθούμε πολύ στο Show No Mercy, κι ας είναι το όνομα του Jeff σε κάθε κομμάτι πλην των Evil Has No Boundaries και του ομώνυμου. Τα περισσότερα κομμάτια είναι γραμένα μαζί με τον Kerry King. Εδώ, ο άγουρος Hanneman, με μόνο 2 χρόνια εμπειρίας στο όργανο, συνεργάζεται στενά με τον Kerry και μαθαίνει από αυτόν. Φυσικά, το ταλέντο δεν κρύβεται, είτε στην επιθετική μαυρίλα του opening riff του Black Magic (ολοφάνερα Jeff), είτε στο αιώνια άψογο Die by the Sword (στο Live Undead η απόλυτη εκτέλεσή του) και τα κλασσικά Fight Till Death και Tormentor που αποτελούν αποκλειστικά δικές του συνθέσεις.

Το πράγμα αρχίζει και γίνεται πιο σαφές στο Hell Awaits. Πέραν του ομώνυμου που η πιάτσα βοά ότι το ζουμί του ανήκει στον Jeff, υπάρχει το At Dawn They Sleep με το Hanneman riff να δεσπόζει και να στρογγυλοκάθεται στην τριάδα της κορυφής αυτού του τιτάνιου δίσκου. O οποίος επίσης φέρει παντού το όνομα του Hanneman στις συνθέσεις, πλην του Praise of Death. Ολοδικά του, εκτός από το At Dawn they Sleep και τα Necrophiliac και Hardening of the Arteries. Είναι δίκαιο να πούμε πάντως, ότι στην ανίερη δισκογραφία στην Metal Blade (Live Undead εννοείται συμπεριλαμβανομένου και λιωμένου), προς τα έξω τουλάχιστον δεν βγαίνει μια Hanneman κυριαρχία. Όλα αυτά θα αλλάξουν, όπως και η ιστορία άλλωστε, στο Reign in Blood.

Angel of Death και Raining Blood: Οι κορωνίδες του thrash metal και η επισφράγιση της βασιλείας της μπάντας. Απόλυτα τέλεια, απόλυτα αξεπέραστα, απόλυτα διαχρονικά, απόλυτα επιδραστικά. Από εκείνες τις στιγμές που η μουσική παύει πια να είναι η ίδια, παραμένοντας όμως τόσο συγκλονιστικά άμεσα ΓΑΜΑΤΗ που και ο τελευταίος άνιωθος "gets it". Δια χειρός Jeff Hanneman αμφότερα. Μόνο αυτά τα δύο κομμάτια αρκούν για να μπάσουν τον συνθέτη τους στο πάνθεον των Μεγάλων. Η πιο συγκλονιστική διαπίστωση όμως είναι ότι πρόκειται για την κορυφή του παγόβουνου στην συνολική παρακαταθήκη του.

Altar of Sacrifice: Enter to the realm of Hanneman. Αρχετυπικό thrash metal, από το είδος που αντιγράφηκε κατά κόρον από άπειρες thrash μπάντες και αντιγράφεται μέχρι σήμερα. Κλασσικό Hanneman ριφ. Επιθετικότητα και ταχύτητα στο τέρμα, πραγματικά ανελέητο, με τις εναλλαγές των riff να κλέβουν την παράσταση.

Postmortem: Στους άνιωθους φλώρους που ισχυρίζονται ότι το Reign in Blood είναι δυο κομμάτια δίσκος, η πρώτη κίνηση είναι να τους πεις ότι δεν έχει υπάρξει αξιότερο κομμάτι από το Postmortem να προλογίσει το Raining Blood. Στο τυχερό αυτί που θα ακούσει τον δίσκο χωρίς να έχει ακούσει τα σουξέ πριν, δεν γίνεται να μην τον σκίσει το υπερ-heavy groove του κουπλέ και το speed φρενοκομείο της γέφυρας. Και σκεφτείτε τι θα πάθει μόλις ακουστούν οι βροντές. Do you wanna die?

South of Heaven: Tα RiB άσματα έληξαν τον αγώνα δρόμου ταχύτητας που έκαιγε στο thrash. Και πιο γρήγορα να έπαιζες (καθόλου εύκολο) πώς μπορείς να κοιτάξεις στα μάτια αυτό που ακολουθεί εκείνα τα εφιαλτικά "τα τα τα" του Lombardo; Ο Jeff Hanneman παρέχει την απάντηση με αυτό το riff-ορισμό του evil. Με έναν εκνευριστικά συνεπές τρόπο η μπάντα σε στέλνει για κακά σου με το που ακουμπάει η βελόνα το βινύλιο. Ένα riff τόσο συγκλονιστικά ψαρωτικό που έκανε ακόμα και αυτόν τον Dave Mustaine στο απόγειο της κοσμάρας του, να σταματήσει απότομα να φλερτάρει με κάτι γυναίκες και να στρέψει το βλέμμα του στην σκηνή του Clash of the Titans, όπου οι Slayer για άλλο ένα βράδυ έστειλαν τους λοιπούς Τιτάνες να διεκδικήσουν το αργυρό.

Mandatory Suicide: Το δεύτερο καλύτερο κομμάτι του δίσκου αν με ρωτήσετε και νομίζω πως ανήκω στην πλειοψηφία. Αν και συμμετέχει συνθετικά ο King, στο κομμάτι δεσπόζει και εδώ το Hanneman riff, αυτό που έκανε άπαντες να ψελλίζουν «μόνο οι Slayer αυτό το πράγμα…» Εφιαλτικά υπέροχο. Ο δίσκος ήταν διχαστικός, με στιγμές υποδεέστερες (και μια αχρείαστη διασκευή σε Priest – οι Forbidden τους εξέθεσαν αργότερα) αλλά δεν παύει να είναι ο αγαπημένος πολλών. Γραμμένος εξ ολοκλήρου από τον Hanneman, εκτός από τρία κομμάτια που βοήθησε και ο King.

War Ensemble: Άλλο ένα κομμάτι που απλά δεν γίνεται να απουσιάζει από τον κατάλογο με τα σημαντικότερα κομμάτια της μπάντας. Έμπασε άπειρο κόσμο στο σύμπαν τους με τα εφιαλτικά γεμίσματα του Lombardo στην εισαγωγή, την κραυγή “WAAAAR!” του Araya στην μέση αλλά κυρίως γιατί αποτελεί έναν thrash metal ύμνο αντάξιο της κλάσης Hanneman.

Blood Red: Δεν είναι απαραιτήτως ένα από τα πιο τεράστια κομμάτια τους, παρόλο που είναι αδιαπραγμάτευτο αριστούργημα. Το συμπεριλαμβάνω μόνο γιατί είναι τόσο χαρακτηριστικά Χανεμανικό εκτός από άψογο και γιατί είναι το κομμάτι που έκανε τον Χάρη Καραολίδη να δει το σκότος το αληθινό.

Dead Skin Mask: Η κόλαση του South of Heaven στο υπόγειο της Σιωπής των Αμνών. Άγνωστο πώς, ο Jeff Hanneman επαναλαμβάνει τον θρίαμβό του με ένα κομμάτι αριστούργημα. Αργό, σκοτεινό και ψυχικά άρρωστο, ποτέ δεν διανοείσαι να σκεφτείς ότι το Hanneman riff είναι «μανιέρα». Αντιθέτως, αυτό το κλίμα που αποτυπώνεται στο αριστουργηματικό εξώφυλλο, βγαίνει από τις νότες. Μόνο οι Slayer λέμε…

Seasons in the Abyss: Οι ραδιοφωνικοί, λέει, Slayer. Ο Jeff Hanneman όμως μισούσε είπαμε την χαρούμενη, αισιόδοξη μουσική, θανάσιμα βαρετή στα αυτιά του. Εδώ βρίσκονται τα θλιμμένα riff που για δύο Σαμπαθικά θα λέγαμε λεπτά υπνωτίζουν τον ακροατή μέχρι το φοβερό κουπλέ που οδηγεί στην εθιστική μελωδία του ρεφρέν. Άψογο κομμάτι και δείγμα ότι αν ήθελαν μπορούσαν να παίξουν σπουδαία μπάλα στα νέα σαλόνια των 90s. Προτίμησαν την ωμή και ξερή βία.

Μετά την φυγή του Lombardo και την πορεία στα 90s, εγώ έχασα την πίστη μου στην μπάντα, ειδικά μετά το άστοχο Diabolus in Musica, το οποίο θεωρώ και το ναδίρ της καριέρας του Jeff Hanneman (και αντιστοίχως της μπάντας), μιας και είναι το άλμπουμ που έχει γράψει αποκλειστικά μόνος του, εκτός από ένα κομμάτι. Από εκεί και πέρα, κάποιος φανατικός Slayerάς ίσως υποστηρίξει ότι ο Hanneman δεν το έχασε ποτέ το χάρισμα, αναφέροντας το “Disciple”, με το εμβληματικό “God hates us all!” ρεφρέν ή το “Psychopathy Red”. Δεν τo είπαμε πως έχει γράψει τα πάντα;

Υστερόγραφο

10 Φεβρουαρίου 2011 (δημοσιεύτηκε 2 μέρες πριν το τσίμπημα της αράχνης)
Ιn a recent interview with Australia's Loud magazine, King was asked why he thinks SLAYER has outlasted so many other artists. "Well, the front three people never changed, and I think that's important," he replied. "You've gotta have a nucleus of people where you never wonder who is going to be onstage. As far as a band thing, I think that's important. I don't mean that as a shot on MEGADETH, but at the end of the day, MEGADETH is Dave Mustaine and that's it. It's whoever Dave decides to play with on this record."

He continued, "Could you imagine watching SLAYER without me, Jeff or Tom? It just couldn't happen! That's something to be said there, 'cause we're all irreplaceable.

"The last few years I've noticed people in bands are almost interchangeable. I've seen some of my friends stay home because their wives were going to have a baby and they'd have somebody replace them when they play live, and I think… how can you fuckin' do that?"

Monday, March 02, 2015

Wolf - Devil Seed (2014)


Wolf - Devil Seed (2014, Century Media)

Το Legions of Bastards ήταν η πρώτη δουλειά των Wolf που έδειχνε σημάδια κόπωσης και πιθανώς σηματοδοτεί την δυσκολότερη περίοδο για το συγκρότημα. Εν τέλει, φεύγει ο μουστακαλής Axeman ενώ ο Niklas καταρρέει από το σύνδρομο Εργασιακής Εξουθένωσης (burnout), το οποίο τον αφήνει σε πραγματικά πολύ κακή κατάσταση, σωματική και ψυχολογική. «Επτά χρόνια έντονου stress χωρίς καμία ξεκούραση τελικά με κατέβαλλαν. Ήμουν τόσο άρρωστος που δεν μπορούσα καν να οδηγήσω, είχα κατάθλιψη και είχα σοβαρό πρόβλημα με τη μνήμη μου.» Με καλή βοήθεια, μεγάλο πείσμα και ακόμα μεγαλύτερη προσπάθεια, ο frontman ξεπερνάει το πρόβλημα και βγαίνει από το τούνελ με σαφώς πιο ανανεωμένη διάθεση και σώμα για εξώφυλλο σε fitness περιοδικό. «Κοιτώντας πίσω τώρα, ήταν το καλύτερο πράγμα που μου έχει συμβεί».

Χωρίς να γνωρίζω ακόμα τα καθέκαστα μαθαίνω ότι στη μπάντα έρχεται ο Simon Johansson των Memory Garden (θαυμάσια μπάντα, τσεκάρετε άμεσα τα Tides και Mirage). Η είδηση μου άρεσε, ο Simon είναι συνθέτης, ερχόταν από συγκρότημα με άποψη, ίσως βοηθούσε να ξεκολλήσει λίγο τους Wolf από το τέλμα και να τους δώσει λίγη έμπνευση. Η πρώτη γεύση ήρθε με το My Demon, ένα εξαιρετικό heavy metal κομμάτι που ζεσταίνει την προσμονή για τα καλά. Λίγο αργότερα ακολούθησε το βίντεο του Shark Attack με ένα ρεφρέν ΤΕΡΑΣΤΙΑΣ πόρωσης και στοιχεία που δεν είχαν ξανακουστεί στη ριφολογία των Wolf. 2/2, τα πράγματα έδειχναν πολύ καλά.

Όταν τελικά έπεσε ο δίσκος στα χέρια μου διαπίστωσα ότι οι Wolf που τους είχα στην κατηγορία «ελάχιστη απόκλιση» αποδείχτηκαν ότι μπορούν να σε πιάσουν και λίγο στον ύπνο. Το στοιχείο του speed metal είναι σχεδόν άφαντο, αντιθέτως υπάρχει ένα φλερτ με πιο doomy πράγματα (να’ναι ο Simon; Να’ναι η μαυρίλα των προηγούμενων ετών; Ποιος ξέρει;) και ένας ανανεωτικός άερας στο ύφος τους που όμως παραμένει εντελώς, μα εντελώς Wolf. Δεν υπάρχει καμία απολύτως άμεση αναφορά σε Iron Maiden, Mercyful Fate και Judas Priest (με την εξαίρεση μιας θαυμάσιας διασκευής στο Rocka Rolla) – μόνο heavy metal, μόνο Wolf. Τα δύο ορεκτικά κομμάτια μου άρεσαν πραγματικά πολύ αλλά τελικά αποδείχτηκε ότι το κυρίως μενού είχε ακόμα καλύτερα πράγματα.

Μεγάλη εντύπωση μου έκανε το Dark Passenger, ένα αργό, ατμοσφαιρικό κομμάτι που λάτρεψα αμέσως, ίσως γιατί μου θυμίζει σε σημεία την ατμόσφαιρα που βγάζει το Dreamhealer, ένα από τα αγαπημένα μου κομμάτια έβερ. Άλλη μεγάλη στιγμή ήταν το I Αm Pain με το τεράστιο ριφ, το τεράστιο ρεφρέν και την φορτισμένη ερμηνεία στο κουπλέ. Το Back from the Grave το οποίο είναι βγαλμένο κατευθείαν από τα 80ς, με έναν συγκινητικό και πορωτικό τρόπο που προσωπικά μου έβγαλε ένα παρεμφερές συναίσθημα με την τελευταία δουλειά των Riot (V) και το στοιχείο του «δεν τα κάνουν πια έτσι». Ακούστε αυτή την μελωδία στο δεύτερο ρεφρέν, σκέτη μαγεία. Και βέβαια το τελευταίο κομμάτι του δίσκου, το αριστουργηματικό Killing Floor, απλό, λιτό και τέλειο.

Κακό κομμάτι δεν θα βρείτε και για άλλη μια φορά ο δίσκος θέλει τα ακούσματά του για να βγάλει όλους τους χυμούς αλλά σίγουρα ανταποδίδει την επένδυση. Ακόμα και μετά από εκτενές λιώσιμο με βρίσκω να τον επισκέπτομαι ΠΟΛΥ συχνά ανάμεσα σε νέες κυκλοφορίες. Έχει έναν άερα κλασσικού heavy metal με ιδιαιτερότητα Wolf και κυρίως μια τελείως δικιά του ατμόσφαιρα. «Ατμοσφαιρικός» με την έννοια που το λέγαμε παλιά, πριν τα σκοταδόψυχα με τα πλήκτρα και τα αιθέρια pads (συνεννοηθήκαμε νομίζω).

Επίσης, είναι και ο δίσκος που είδα ότι τσίμπησε πάρα πολύ κολακευτικά σχόλια εγχωρίως με κάποιους να τον ανακηρύσσουν τον καλύτερο τους δίσκο. Άποψη που με βρίσκει απόλυτα αντίθετο αλλά κατανοώντας την απόλυτα επίσης. Είναι πραγματικά αστείο το πόσο πολύ σε γραπώνουν κάποια ρεφρέν (μα ξεχνιέται αυτό το “WAAARNING!! WAAAAAAARNING!!!”; ) και πώς να το κάνουμε, είναι φοβερός δίσκος. Πιστεύω πάντως πως αυτοί που θεωρούν αυτόν την καλύτερη δουλειά τους ότι θα γουστάρουν την ζωή τους αν επενδύσουν και στις προηγούμενες δουλειές τους.

Thursday, February 26, 2015

Wolf - Legions of Bastards (2011)


Wolf - Legions of Bastards (2011, Century Media)

Αυτή ήταν η πρώτη φορά που περίμενα ένα νέο δίσκο Wolf. Και... δεν έφαγα σφαλιάρα. Εκεί που είχα μπριζώσει και περίμενα να θριαμβολογήσω από το νέο πόστο στο Metal Hammer δυστυχώς δεν μου κάθεται. Για πρώτη φορά οι Wolf μου ακούγονται λίγο ήμεροι και χωρίς τις συνήθεις τους μεγάλες δόσεις υπερέμπνευσης. Διεκπεραιωτικοί. Τίμιότατοι μεν, με την ελαφρά παραπονιάρικη έννοια δε.

Υπάρχουν τρία έπη εδώ που δικαιολογούν και με το παραπάνω την επαφή με τον δίσκο: το Skull Crusher που ανοίγει το άλμπουμ, έχει και βίντεο, straight heavy metal διαμαντάκι με ρεφρέν που δεν ξεχνιέται με την καμία. Το Tales from the Crypt το οποίο λατρεύω (τόσο Wolf) και το K-141 Kursk που αναφέρεται στην τραγωδία με το ρωσικό υποβρύχιο με το όνομα του τίτλου, που το 2000 χάθηκε μαζί με τις 118 ψυχές στην άβυσσο της θάλασσας του Μπάρεντς. Κλείνει τον δίσκο με ιδιαίτερο τρόπο, πολύ ατμόσφαιρα και το κλείσιμο με τους στίχους "dive...into the void" αποτελεί από τις πιο δυνατές στιγμές των Wolf γενικώς, μου σηκώθηκε η τρίχα μόνο που το θυμήθηκα αυτή τη στιγμή, I shit you not.

Το ότι ξεχωρίζω αυτά τα τρία κομμάτια δεν είναι δήλωση "τρία κομμάτια δίσκος", μια χαρούλα πραγματικά ακούγονται και τα υπόλοιπα κομμάτια (το Full Moon Possession ή το Vicious Companions είναι καλά παραδείγματα), απλά σε μια μεγάλη, σχετικά παρόμοια σε ύφος δισκογραφία, με τόσους ύμνους είναι λογικό να μείνουν στο περιθώριο. Αυτά σαν προσωπική άποψη, όσο πιο αντικειμενικά μπορώ, τον δίσκο τον άκουσα και τον ευχαριστήθηκα αρκετά όταν βγήκε αλλά σήμερα τρία χρόνια μετά επιστρέφω στα 3 προαναφερθέντα έπη κατά 90%.

Όπως και να έχει, και o ίδιος ο Niklas θεωρεί ότι δεν διέπρεψαν ακριβώς σε αυτόν τον δίσκο εξαιτίας του κακού κλίματος στην μπάντα εκείνη την εποχή (που θα οδηγούσαν στην όχι και τόσο φιλική έξοδο του μουστακαλή κυρίου Axeman, ο οποίος ακούγεται σε 4 σόλο και τίποτα άλλο), προσωπικών προβλημάτων και κακής διάθεσης γενικότερα.

Από την άλλη, αν αυτός είναι ο κακός σου δίσκος, καλά τα πας!

Wednesday, February 25, 2015

Wolf - Ravenous (2009)


Wolf - Ravenous (2009, Century Media)

O Roy Z έχει βάλει το χέρι του σε κάποιους από τους σημαντικότερους heavy metal δίσκους στα τέλη των 90ς και αρχές των 00ς, κυριολεκτικά έδωσε ώθηση και ξύπνησε κοιμισμένα θηρία (Bruce, Rob) και έσωσε την τιμή τους επίσης από τα ρεσιτάλ αστοχίας αμφοτέρων. Μεγάλο κεφάλαιο ο άνθρωπος. Ο κύριος Ζεντ λοιπόν που λέτε πηγαίνει να παρακολουθήσει μια συναυλία του αγαπημένου του Robin Trower (Procol Harum, Robin Trower band). Στο αυτοκίνητο ο φίλος του έχει και παίζει το Evil Star. Ο Roy Z κολλάει άσχημα στο βαθμό που κάθεται στο αμάξι για να μην χαλάσει την ακρόαση ενώ έχει ξεκινήσει η συναυλία και χάνει 2-3 τραγούδια. Με την κυκλοφορία του The Black Flame το άτομο γίνεται οπαδάρα οπότε και στέλνει mail στους Wolf ζητώντας να συνεργαστεί μαζί τους. Προφανώς και δέχονται και έτσι μετά από κάποια Accident of Birth, Chemical Wedding και Resurrection βάζει το χεράκι του σε άλλη μια από τις (λίγες) κορυφές του σύγχρονου heavy metal.

Εκτός του κυρίου Ζήτα όμως υπάρχουν και ωραίες συμμετοχές. Ο Mark Boals κάνει δεύτερα φωνητικά στο Love at First Bite (ΟΚ, ντάξει, δεν ξεχωρίζει και πολύ) και ο Hank Shermann (ο βασικός συνθέτης του Melissa, νιώστε) μοστράρει ένα θαυμάσιο σόλο στο ομώνυμο του δίσκου. Όλα φαίνονται ζάχαρη στα χαρτιά. Στην πράξη είναι ακόμα καλύτερα. Οι Wolf στο Ravenous παρουσιάζονται πάλι άψογοι, ώριμοι, εντελώς Wolf, πλέον χαρακτηριστικότατοι. Ισχύει και εδώ ότι όποιος σας πει ότι "κλέβουν Maiden" είναι επικίνδυνα άσχετος και καλή ένδειξη για να το έχετε γενικώς υπόψιν ότι πρόκειται περί μαλάκα που έχει αποψάρα για δίσκους *που δεν έχει ακούσει* (τι λες; υπάρχουν και τέτοιοι;).

Μεγάλη έμπνευση χαρακτηρίζει και αυτόν τον δίσκο. Σε προσωπικό επίπεδο θεωρώ πως ο δείκτης καυλωμένης έμπνευσης δεν πικάρει σε κάθε κομμάτι του δίσκου αλλά μα την αλήθεια, πικάρει τουλάχιστον στον μισό δίσκο και για τον υπόλοιπο έχω να πω ότι είναι τουλάχιστον πολύ, πολύ καλός. Άνετο σερί άκουσμα άπειρες φορές αλλά για να τα λέμε και όλα, κάποια κομμάτια έφαγαν ΠΟΛΥ περισσότερο repeat. Το τρίο της εισαγωγής σκοτώνει πραγματικά. Ιδανικό ξεκίνημα με το Speed On, όνομα και πράμα, και συνέχεια με το Curse You Salem που αποτελεί και μια από τις καλύτερες συνθέσεις της μπάντας, ανετότατα. Μεγάλο Mercyful Fate παιχνίδι, με την αγαπημένη συνήθεια του Niklas να μπάζει το τραγούδι με σόλο-χειροφρενιά τεράστιας πόρωσης. Μπαίνουν και οι στίχοι με το "Back in 1692, the year of the black witch", ΠΟΣΟ ΧΕΒΥ ΜΕΤΑΛ ΡΕ, τεράστιο έπος. Voodoo στο καπάκι, mid tempo και τέρμα πιασάρικο, vocal lines που δεν ξεχνιούνται ποτέ, λογική επιλογή για video.

Το "πιασάρικο" παρεμπιπτόντως είναι σίγουρα ιδανικό να περιγράψει την κατάσταση που επικρατεί στον δίσκο, πραγματικά μιλάμε για σπουδή σε κολλητικά ριφ, hooks και ρεφρέν. Όχι «μελόντικ μέταλ» τρύπια μπιγκ μπάμπολ hooks της οκάς, μιλάμε για ΧΕΒΥ ΜΕΤΑΛ. Καθόλου τυχαία πάντως ο δίσκος αποτελεί αγαπημένο άκουσμα πολλών οπαδών τους, τίτλος που διεκδικούν τουλάχιστον 4 δίσκοι τους, αδιάψευστος μάρτυρας υψηλής ποιότητας. Νομίζω πάντως πως το Ravenous θα κέρδιζε σε ένα τέτοιο poll στην Aγγλία, η οποία τους αγκάλιασε σε αυτόν τον δίσκο και έκτοτε τους αγαπάει πάρα πολύ και κάνει εμένα να ντρέπομαι τριπλά που οι Έλληνες έχουμε μείνει πίσω. Δεν είναι δυνατόν οι Άγγλοι ρε φίλε να έχουν πάρει πρέφα τους Wolf (τους Hell λογικό είναι, Άγγλοι είναι!) και εμείς να λέμε "ναι, καλή μπάντα, δεν λέω". ΤΙ ΔΕΝ ΛΕΣ ΡΕ ΑΝΙΩΘΕ ΚΑΙ ΑΜΠΑΛΕ ΚΑΙ ΚΑΗΜΕΝΕ; Αλλά ξέφυγα…

Δεν έχω να προσθέσω πολλά ακόμα. Πάρτε το, ακούστε το και με λίγη τύχη θα πιάσετε τις κομματάρες σαν το Mr. Twisted (υπέροχο, υπέροχο, σόλο – σας είπα ότι ο Niklas παίζει σχεδόν όλες τις κιθάρες στο δίσκο;) ή το Love at First Bite ή το Whiskey Psycho Hellions με την ιδιαίτερη ατμόσφαιρα και ριφ.

Τόσες σερί δουλειές δεν πηγαίνουν χαμένες (εντελώς...) μιας και οι πωλήσεις τους μένουν στα ίδια επίπεδα σε κάθε κυκλοφορία την στιγμή που κάθε χρόνο οι πωλήσεις παγκοσμίως πέφτουν δραματικά, σημάδι ότι αυξάνουν την δυναμική τους σε κάθε κυκλοφορία. Μαζί στους νέους οπαδούς και εγώ που επιτέλους έχω πάρει χαμπάρι, κάνω catching up στην φάση και μου τρέχουν τα σάλια για τον νέο τους δίσκο.

Τι θέλω να ακούσω live: CURSE YOU SALEM. Οποιοδήποτε άλλο από τους τίτλους που αναφέρθηκαν.

Wednesday, February 18, 2015

Wolf - The Black Flame (2006)


Wolf - The Black Flame (2006, Century Media)

Εδώ είμαστε. Κύριοι, έχουμε θέμα: ο καλύτερος δίσκος heavy metal της περασμένης δεκαετίας σύμφωνα με την άποψη του γράφοντος. Η πρώτη επαφή με τον δίσκο και το συγκρότημα περιγράφεται αλλού και δεν θα μπω σε λεπτομέρειες για την σφαλιάρα που έφαγα, το κόλλημα που οδήγησε σε εθισμό και λιώσιμο της δισκογραφίας τους.

Σε αυτόν τον δίσκο για πρώτη φορά κάθεται πίσω από την κονσόλα κάποιος άλλος από τον Peter Tagtren. Οι Wolf οδεύουν προς τα περίφημα Fredman Studios και τον Fredrik Nordstrom και η επιλογή τους δικαιώνει απολύτως καθώς διατηρούνται ατόφια τα στοιχεία του ήχου που τους χαρακτηρίζουν αλλά βαραίνουν αισθητά και ο κιθάρες γίνονται απολαυστικά πιο αιχμηρές, πράγμα το οποίο κάνει τα κομμάτια να κόβουν φέτες.

Το δεύτερο πράγμα που ξεχωρίζει είναι ότι η φωνή του Niklas βγάζει μια μεγαλύτερη ωριμότητα και αυτοπεποίθηση, πραγματικά είναι άψογος. Πάντοτε ήταν εξαιρετικός - εξαιρώντας την συγκριτικά άτολμη και άνευρη ερμηνεία του στο ντεμπούτο - αλλά εδώ έχει *αέρα* αν με εννοείτε.Ένας λόγος για αυτό είναι ότι εκείνη την εποχή συμμετείχε σε μια παραγωγή του Jesus Christ Superstar (αλλάζοντας πλέον το επώνυμό του σε Stalvind), που εκτός των άλλων οδήγησε στο να πέσει μεγαλύτερη δουλειά στον τομέα των στίχων όπως λέει ο ίδιος. Ένα δεύτερο πολύτιμο μάθημα από αυτή τη συμμετοχή ήταν και η αξία της προσεκτικής δομής των κομματιών και το κυνήγι του hook στα ρεφρέν. Όχι ότι είχαν πρόβλημα προηγουμένως αλλά είναι γεγονός ότι σε αυτόν τον δίσκο το επίθετο που γυροφέρνει το μυαλό μου όταν σκέφτομαι το songwriting είναι "ΑΨΟΓΟ". Αν παραμιλούσα στην κριτική του Evil Star, εδώ έχω κενό βλέμμα, μου στάζουν σάλια από το μισάνοιχτο στόμα και ΔΕΝ ΤΗΝ ΠΑΛΕΥΩ ΡΕ.

Το The Bite είναι ΤΟ αγαπημένο μου κομμάτι Wolf μαζί με το Children of the Black Flame και είναι και τα δύο μαθήματα τελειότητας heavy metal. Τι ριφ, τι φωνητικές γραμμές, τι σόλο, τι ανάπτυξη, όλα είναι ΤΕ-ΛΕΙ-Α. Το αυτό ισχύει απολύτως για τα The Dead, Ι Will Kill Again, At the Graveyard, κομμάτια που τα βάζεις στον φίλο σου και του λες ΑΚΟΥ ΡΕ, ΝΑ ΧΕΒΥ ΜΕΤΑΛ. Εννοείται πως σε αυτό το σημείο της καριέρας τους όποιος μιλήσει για κλοπές Iron Maiden δεν είναι πια επιπόλαιος, είναι απλά άσχετος ή μούφας μεταλλοπατέρας και καλό θα είναι να σιωπήσει και να κάτσει να ΑΚΟΥΣΕΙ.

Δεν θα επεκταθώ. Τα πράγματα είναι πραγματικά πάρα πολύ απλά σε αυτόν τον δίσκο. Είναι ο δίσκος που και το 1987 να κυκλοφορούσε πάλι κλασσικός θα ήταν. Μάλιστα, ΚΛΑΣΣΙΚΟΣ. Απαραίτητος για κάθε δισκοθήκη. Τέλος.

Tι θα ήθελα να ακούσω live: κουβεντιάζοντας περί του επικείμενου setlist, ο Μανώλης έκανε μια σημαντική παρατήρηση την οποία προσυπογράφω. «Αν δεν παίξουν το Children of the Black Flame θα είναι σαν να βλέπεις Metal Church και να μην παίζουν το Metal Church. Γίνεται;» Δεν γίνεται. Εγώ θα συμπληρώσω ότι αν δεν ακούσω το The Bite θα δαγκώσω το λαρύγγι κάποιου. Αν θέλουν να παίξουν όλο το δίσκο, εγώ μέσα πάντως.

Sunday, February 15, 2015

Wolf - Evil Star (2004)


Evil Star (2004, Massacre)

Να και τα σπουδαία. Αν το Black Wings ήταν μια αναβάθμιση του ντεμπούτου, το Evil Star είναι μια πλήρης αναβάθμιση των Wolf. Όχι στον τομέα του ήχου (παραμένει στα ίδια υψηλά επίπεδα από το χέρι του Tagtren - για τελευταία φορά) αλλά στον τομέα του songwriting, το οποίο αγγίζει την κορυφή.

Εδώ υπάρχει πολύ εντονότερο το άρωμα Mercyful Fate, σαφές άρωμα Judas Priest, το οποίο σε συνδυασμό με την σταθερή εσάνς Iron Maiden συνθέτουν το απολύτως αναγνωρίσιμο πλέον χαρμάνι των Wolf. Για να γίνω πιο κατανοητός, αυτός ο δίσκος θα μπορούσε να παρομοιαστεί με το Tales from the Twilight World των Blind Guardian ή με το Number of the Beast, δηλαδή με δίσκους που ο χαρακτήρας του συγκροτήματος ενηλικιώνεται. H χροιά του Niklas και η παραγωγή του Tagtren κατοχυρώνουν την σφραγίδα γνησιότητας. Καλή γνησιότητα φυσικά αλλά το θέμα είναι η ΕΜΠΝΕΥΣΗ. Και εδώ έχουμε έναν εκ των καλύτερων δίσκων heavy metal της δεκαετίας '00, γεμάτο ΚΟΜΜΑΤΑΡΕΣ.

Πραγματικά δεν μπορώ να ξεχωρίσω το αγαπημένο μου κομμάτι εκεί μέσα. Είναι από τους δίσκους (και αυτός και οι δύο επόμενοι και ο τελευταίος παρεμπιπτόντως) που το αγαπημένο μου κομμάτι αλλάζει ανά μήνα. Και όταν λέω ανά μήνα εννοώ ότι ο δίσκος έχει περάσει ΠΟΛΥ καιρό στο playlist γράφοντας διψήφιο αριθμό μηνών. Τα λιώνω τα Wolf, δεν είναι υπερβολές ποιητικής αδείας. Για κάποιο διάστημα αγαπημένο ήταν (ήταν; είναι;) το American Storm, με αυτό το εθιστικό ριφ και τα vocal lines από πάνω να παρασέρνουν και τον τελευταίο άνιωθο για να φτάσει στο ρεφρέν που πραγματικά δεν μπορώ να φανταστώ ποιος δεν θα κολλήσει να γκαρίζει "BLOOD SUCKEEEEEER!" για να αποτελείωσει τον ακροατή με αυτό το ΑΠΙΣΤΕΥΤΟ outro. Πριν συνέλθεις μπαίνει το μάλλον πιο πιασάρικο κομμάτι του δίσκου, το Wolf's Blood που έγινε και videoclip. Ιδανικό για να ψαρώσεις τον ανυποψίαστο, ελεεινά εθιστικό. Το πιο μεγάλο λύγισμα όμως το βίωσα λίγο πιο κάτω. Το Transylvanian Twilight (το nod στους Maiden του Powerslave στον δίσκο) με τα πραγματικά θαυμάσια solo του προλογίζει ένα από τα καλύτερα τραγούδια των Wolf: Devil Moon. Τι να γράφω τώρα, είναι από εκείνες τις στιγμές που οι μελωδίες της φωνής μου βγάζουν κουβάδες συναίσθημα, χωρίς καν να ξέρω πώς να το περιγράψω. Προσμονή, νοσταλγία, μοναξιά; Και σκάει (ω, πώς σκάει) στο κυρίως μέρος με αυτό το βασικό ριφ και αυτές τις μελωδίες της φωνής που... τέλος πάντων, μην σας πρήζω, κομμένα γόνατα, σηκωμένες τρίχες και όρκος πίστης στον Niklas.

Όπως ανέφερα, σε αυτό το δίσκο υπάρχει πολύ εντονότερο το άρωμα Mercyful Fate, το οποίο αποτελεί και μεγάλο ατού. Για του λόγου το αληθές τσεκάρετε το ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΟ Out of Still Midnight με το μπάσιμο με τα σόλο και την χαρακτηριστική τεχνοτροπία των MF στα ριφ. Το αυτό ισχύει για το The Dark που ακολουθεί, σολάρες παντού (πάλι χειροφρενιά σόλο! ΕΤΣΙ), ένα έπος που ακούς τους Mercyful Fate και τους Judas Priest χεράκι-χεράκι, σε τέλειο fusion. Εν ολίγοις, μιλάμε για δίσκο που δεν σηκώνεται η βελόνα, δεν πατάς skip για κανένα λόγο, όσοι νιώθουν ήδη μουρμουρίζουν γιατί δεν έχω μια κουβέντα να πω για το ομώνυμο έπος που ανοίγει το δίσκο (άλλο μεγάλο outro) ή για το Black Wing Rider που παντρεύει τους Priest (verse) με τους Maiden του Somewhere in Time (chorus). Αλλά ακόμα δεν τελειώσαμε. Ο δίσκος κλείνει επισήμως με μια καταπληκτική διασκευή στο Don't Fear the Reaper των Blue Oyster Cult και ανεπισήμως στην περιορισμένη έκδοση (δηλαδή αυτή που έχουν όλοι μέσω torrent) με μια αναπάντεχη διασκευή στο Die by the Sword των Slayer. Ενδιαφέρουσα το λιγότερο, σύμφωνα με τον Niklas η προσέγγιση της διασκευής ήταν πώς θα ακουγόταν αν αντί για τον Jeff Hanneman το είχαν συνθέσει οι Judas Priest. Ακόμα πιο αναπάντεχη είναι η διασκευή στους Ramones στο μελαγχολικό και άγνωστο για τα δεδομένα τους "I'm not Afraid of Life" το οποίο αποδίδεται πολύ όμορφα.

Συνοψίζοντας, εδώ έχουμε έναν πραγματικά θαυμάσιο δίσκο heavy metal ο οποίος απευθύνεται σε κάθε οπαδό των Iron Maiden, Judas Priest και Mercyful Fate, δηλαδή ΟΛΩΝ όσων ακούνε heavy metal αν θέλουν να λέγονται σοβαροί ακροατές του. Δεν είναι ο δίσκος που σου τινάζει τον εγκέφαλο με το καλημέρα, πράγμα αδύνατον εφόσον κυκλοφορεί 30 χρόνια μετά την απόλυτη ακμή των επιρροών του. Όμως θεωρώ εξίσου αδύνατον να αφήσει ασυγκίνητο ακόμα και τον τελευταίο τουρίστα, κάποια κομμάτια είναι πραγματικά τόσο πιασάρικα που δεν γίνεται αλλιώς. Αν υπάρχουν ακόμη άνθρωποι που δίνουν παραπάνω από ένα-δυο ακούσματα στους δίσκους πριν πάνε στο επόμενο download/youtube, ε, νομίζω πως θα αυξηθει πολύ ο αριθμός που συμφωνεί μαζί μου στο ότι εδώ έχουμε ένα από τα ελάχιστα (και επομένως πιο πολύτιμα) καταπληκτικά άλμπουμ heavy metal. Και σκεφτείτε πως δεν είναι ο αγαπημένος μου δίσκος Wolf. Είναι ο αγαπημένος δίσκος του Roy Z βέβαια, κάτι πρέπει να μετράει και αυτό - αλλά θα τα πούμε στο Ravenous για αυτά.

Τι θέλω να ακούσω live: Tώρα σωθήκαμε, είναι από τους δίσκους που σηκώνουν επετειακή περιοδεία που παίζεται ολόκληρος, ΑΝΕΤΑ. Ας πούμε ότι αν δεν ακούσω το American Storm θα χυθεί αίμα (δεν ξέρω ποιανού). Wolf's Blood, γίνεται να μην παιχτεί; The Dark; Καλά, δεν βάζω μαχαίρι στο λαιμό, αρκεί να μην αγνοηθεί ο δίσκος.

Friday, February 13, 2015

Wolf - Black Wings (2002)


Black Wings (2002, No Fashion Records)

Στον δεύτερο δίσκο τους οι Wolf ακούγονται αναβαθμισμένοι σε κάθε τομέα. Στο εξώφυλλο βλέπουμε την δουλειά του μεγάλου Thomas Holm, υπεύθυνου για κάποια από τα αριστουργήματα που κοσμούν τα μνημεία πολιτισμού που είναι οι δίσκοι των King Diamond και Mercyful Fate. Στον τομέα της παραγωγής υπάρχει μια αισθητή ζωντάνια παραπάνω, παρόλο που ο ήχος είναι πολύ κοντά σε αυτόν του ντεμπούτου, απλώς πιο βαρύς. Πίσω από την κονσόλα πάλι ο πολύς Peter Tagtren.

Συνθετικά που μας ενδιαφέρει κιόλας, βρισκόμαστε στο ίδιο μοτίβο με πριν: Maiden, λίγο Mercyful Fate, περισσότεροι Priest και speed metal. Αυτή τη φορά όμως η Steve Harris μανία είναι πιο συγκρατημένη (δεν λείπουν κάποια "τρίμπιουτ/κλοπές" σημεία βέβαια) και πατάει πολύ περισσότερο στο Killers παρά στο Powerslave, ενώ το MF στοιχείο έχει πιο έντονη παρουσία, συνεπικουρούμενο από το τελευταίο κομμάτι του δίσκου, την λαμπρή διασκευή στο Dangerous Meeting, το πρώτο κομμάτι δηλαδή του Don't Break the Oath. Το γεγονός ότι είναι λαμπρή η διασκευή και δεν ακούγεται καθόλου παράταιρη στο κλίμα του δίσκου λέει ίσως πολλά περισσότερα από ότι θα γράψω εγώ για την ποιότητα των Wolf.

Πίσω στο περιεχόμενο του δίσκου, εδώ υπάρχουν και κομμάτια που ξεφεύγουν εντελώς της γραμμής, όπως το κλασσικό Venom, που έχει έναν ξεσηκωτικό hard rock αέρα και live αποτελεί πάντοτε highlight. Το άλλο σουξέ του δίσκου το σπινταριστό Genocide υποκλίνεται στην εισαγωγή στους Maiden για δυο μέτρα και μετά πατάει το γκάζι τέρμα και παίρνει κεφάλια με τον εντελώς Wolf τρόπο του. Από εκεί και πέρα δικές μου αδυναμίες αποτελούν τα A World Bewitched και Unholy Night αλλά το επίπεδο μένει πολύ υψηλό παντού, δεν ξέρω τι κακό θα μπορούσε να πει κανείς για το Demon Bell ή το Night Stalker που ανοίγει τον δίσκο (υπάρχει και εφτάιντσο αυτό) ή το I Am the Devil. Να, πάλι γράφω ολα τα κομμάτια σχεδόν γιατί με πνίγει το κρίμα μην αφήσω κάποιο απέξω. Και αυτό γιατί με τους λίγους φανατικούς οπαδούς των Wolf που έχω κάνει κουβέντες, διαπιστώνουμε αξιοθαύμαστη απόκλιση στα αγαπημένα μας κομμάτια, χωρίς κανέναν να τον χαλάει το αγαπημένο του άλλου. Μην αφήσω κανέναν παραπονεμένο!

Εδώ θα πρέπει να αναφέρω ότι εκτός από τον Niklas Stalvind (εκείνη την εποχή χρησιμοποιούσε το επώνυμο Olsson) που είναι πολύ επηρεασμένος από τον Steve Harris, ειδική μνεία πρέπει να γίνει και στον Daniel Bergkvist, ο οποίος είναι εμφανώς καλλιτεχνικό παιδί του Nicko McBrain (πολύ συγκεκριμένα), το οποίο είναι με τη σειρά του σημαντικός παράγοντας για την Iron Maiden συνάφεια. Εγώ πάντως το αναφέρω σαν κάτι απολύτως θετικό, γιατί πρώτον, ο Nicko McBrain είναι εκπληκτικός ντράμερ και το στυλ του εκλείπει πραγματικά από την σκηνή και δεύτερον, γιατί ο Daniel είναι ΑΞΙΟΣ και βαράει καλά (και γρήγορα, όπως πρέπει).

Φοβερός δίσκος, θα τον έβαζα μισό σκαλοπάτι πάνω από το ντεμπούτο γιατί ο Niklas τραγουδάει σαφώς με περισσότερο αέρα και αυτοπεποίθηση - και είναι φωνάρα το άτομο - και γιατί υπάρχει σαφής η αίσθηση ότι αρχίζουν και ξεκολλάνε από τις Μεηντενικές εμμονές (η λέξη κλειδί είναι "εμμονές", οι επιρροές είναι εμφανέστατα εκεί). Απαραίτητος για χεβυμεταλλάδες πάντως. Και 2 χρόνια μετά έρχονται τα ΣΠΟΥΔΑΙΑ.

Τι θα ήθελα να ακούσω live: Genocide, Venom

Thursday, February 12, 2015

Wolf - Wolf (1999)


Wolf (1999, No Fashion Records)

Πιθανότατα ο πιο διάσημος δίσκος τους για τους πιο λάθος λόγους. Το αυθεντικό εξώφυλλο με τον στραβοζωγραφισμένο μπαμπουϊνο / λυκάνθρωπο με τα δάχτυλα-κοράκια έχει κάνει γύρες σε αρκετά μπλογκ. Αφιερώματα με τα χειρότερα εξώφυλλα, τα καλύτερα "so bad it's good" εξώφυλλα, τα πιο cult εξώφυλλα, κλπ. Και οι περισσότεροι μένουν εκεί, φανταζόμενοι αντίστοιχης ποιότητας μουσική.

Η αλήθεια είναι όμως ότι ο δίσκος είναι πραγματικά πάρα πολύ καλός. Πρόκειται για μια σπουδή (εν έτει 1999) στους Iron Maiden διασταυρωμένους με Mercyful Fate και τζούρες από Judas Priest. 'Ολα αυτά, συχνότατα μπριζωμένα σε speed metal τέμπο και με λίγο ατσάλι για γαρνιτούρα. Η παραγωγή είναι θαυμάσια, τίποτα πρόχειρο εκεί - ο ήχος του είναι (και αυτός) βασισμένος στους Iron Maiden, επιμελημένος από το χέρι του Peter Tagtren, τον γνωστό των Hypocrisy, κλπ.

Οι Iron Maiden (εποχής Powerslave) σίγουρα έχουν ένα κυρίαρχο ρόλο, δεν θα ήταν και τόσο περίεργο να ακούσεις ότι σε αυτόν τον δίσκο είναι οριακά κλώνοι τους, υπάρχουν και σημεία που είναι κραυγαλέα και δίνουν πάτημα για την λέξη "κλοπή". Κάτι τέτοιο όμως θα ήταν και πολύ άδικο και κυρίως πολύ επιπόλαιο σαν κρίση. Πράγματι, η λατρεία στους Maiden δεν κρύβεται αλλά υπάρχουν τα προαναφερθέντα στοιχεία (MF, speed, κλπ) και βεβαίως η ιδιαίτερη φωνή του mastermind Niklas (άτολμη ακόμα αλλά μια χαρά) που τους δίνει μια ταυτότητα που σιγά-σιγά θα παγιωθεί στο εντελώς δικό τους ήχο στις επόμενες δουλειές τους. Μεγαλύτερη σημασία όμως έχει το ίδιο το songwriting το οποίο ναι μεν ενίοτε δανείζεται πατέντες του Harris με την ίδια διακριτικότητα που ο Kai Hansen ξεσηκώνει ριφ των Priest, αλλά επιδεικνύει και καταπληκτικές ριφάρες και κομμάτια που πρέπει να είσαι ιδιαιτέρως εμπαθής για να σταθείς εκεί (ή τεμπέλης). Ιδιαιτέρως δε, όταν την ίδια εποχή οι Iron Maiden δεν βάζανε και φωτιά στο δρόμο. Ή για να λαϊκίσω και λίγο, αν αντί για το Wicker Man (δεν συζητάω καν για τα δυο προηγούμενα άλμπουμ), που βγήκε ένα χρόνο μετά το Wolf, είχαν κυκλοφορήσει το Parasite ή το Desert Caravan θα είχαμε λαϊκό προσκύνημα και μαζική υστερία. Αλλά επειδή αυτή η επιχειρηματολογία ίσως ενοχλεί ας πούμε πως για τους ξενερωμένους του 1998/Virtual XI, αυτό εδώ θα ήταν έκρηξη ευτυχίας. Για να κλείσω το θέμα "βαριά επιρροή Iron Maiden" το Wolf έχει πολύ περισσότερο χαρακτήρα από ότι οι Savage Circus ή ακόμα και οι Stormwarrior (δεν συζητάω κάτι Monument). Και κατά την ταπεινή μου άποψη είναι και πολύ ανώτερο ποιοτικά σε σχέση με τoυς προαναφερθέντες, τους οποίους σημειωτέον γουστάρω.

Εν πάση περιπτώσει στην άνω παράγραφο τελειώνουν τα όποια αρνητικά επιχειρήματα μπορεί να επιστρατεύσει κανείς. Επιστρέφοντας στην ουσία, το περιεχόμενο του δίσκου δηλαδή, μιλάμε για εξαιρετικό, speed/heavy metal που κορυφώνεται σε κομμάτια σαν το αγαπημένο μου Mercyful Fate on speed, Moonlight. Έτερο αγαπημένο το Electric Raga, που έχει και μια ωραία σιταρο-εισαγωγή για χρώμα και την πολυαγαπημένη μου ανατολίλα σαν άρωμα.

Τι θα λέγατε για ατσάλι και speed σε χρονική διάρκεια crossover μπάντας; In the Shadow of Steel, η ρουκέτα που ανοίγει τον δίσκο και τελειώνει μετά από ενάμιση λεπτό. Και βέβαια Μεηντενικά έπη με διάσπαρτες εκπληξούλες σαν τα Parasite (κορυφαίο), Desert Caravan, Voyage και το Sentinel. Και καταληκτήριο έπος (απογειώνεται στις αλλαγές βρίσκω) In the Eyes of the Sun. Δισκάρα. Ακόμα και το ξεσήκωμα των Maiden να τους προσάψεις, δεν γίνεται να αρνηθείς ότι το songwriting και το επίπεδο παιξίματος είναι πολύ υψηλό. Κι αν βλέπεις και πιο πέρα και σε τραβάει η ταχύτητα και φυσικά αυτό το άρωμα King Diamond, ε, μονόδρομος. Για μένα είναι ένα καθαρό 8άρι με στιγμές για 9. Και όμως, αυτή η δισκάρα είναι από τους πιο αδύναμους δίσκους τους και αυτό μόνο για την υπερβολική αναφορά στους Maiden και την ατολμία του Niklas στα φωνητικά.

Τι θα ήθελα να ακούσω live: Moonlight, In the Shadow of Steel, Electric Raga

O μήνας του Λύκου - WOLF


Στις 8 Μαρτίου έρχονται οι Wolf από την Σουηδία για πρώτη φορά στην Ελλάδα για συναυλία. Η είδηση έχει περάσει στα ψιλά, δεν γνωρίζει πολύς κόσμος τι εστί Wolf. Και τον Μάρτιο έχει πολλές συναυλίες από πιο ηχηρά και δημοφιλή ονόματα. Έρχονται οι Carcass, οι Sanctuary, οι Epica, οι Primordial, οι Haunted και άλλοι. Γιατί να πάει κανείς στους Wolf;

Θα προσπαθήσω να εξηγήσω γιατί.

1. Οι Wolf είναι κατά την ταπεινή μου άποψη, η καλύτερη heavy/power metal μπάντα της τελευταίας 15ετίας, Για μένα αυτό είναι αδιαπραγμάτευτο και οριστικό. Έχει την δισκογραφιάρα με το σπάνιο σερί, έχει τους ΥΜΝΟΥΣ, έχει την αποψάρα, τα έχει όλα ρε παιδί μου, μαζί με και επιρροές Mercyful Fate/King Diamond. Δεν ξέρω ποιο γκρουπ πιστεύει ο καθένας ότι αξίζει αυτή την διάκριση. Οι Slough Feg ίσως; Δεκτόν κι ας έχω άλλη άποψη. Το θέμα είναι ότι δεν είναι πολλές, είναι 2-3 που διεκδικούν τον τίτλο με σοβαρότητα (δηλαδή να έχουν και την ανάλογη δισκογραφία). Μια από αυτές (ΑΥΤΗ!) έρχεται για πρώτη φορά, με δισκάρα στις αποσκευές. Ιστορική εμφάνιση από κάθε άποψη.

2. Οι Wolf έχουν καταπληκτική φήμη για τα live τους και μάλιστα έχουν την φήμη ότι ψαρώνουν ακόμα και το κοινό που δεν είχε προηγούμενη εμπειρία. Αν ανατρέξετε σε σχόλια θεατών από το Bloodstock (UK) ή το ProgPower (USA) θα το διαπιστώσετε και μόνοι σας.

3. Είναι η συναυλία που στο μέλλον πολλοί θα χτυπάνε το κεφάλι τους στον τοίχο που την έχασαν. Για αυτό είμαι απολύτως βέβαιος, γιατί είμαι απολύτως βέβαιος ότι κάποια στιγμή θα αναγνωριστεί καθολικά η αξία τους.

4. Ιron Maiden, Mercyful Fate, Judas Priest. Οι Wolf είναι το συγκρότημα που συνδυάζει ΙΔΑΝΙΚΑ, με ΚΟΜΜΑΤΑΡΕΣ αυτούς τους τρεις τιτάνες του heavy metal. Φρονώ πως όποιος είναι οπαδός των ανωτέρω θα γίνει πολύ εύκολα οπαδός των Wolf. Εν δυνάμει δηλαδή ΚΑΘΕ χεβυμεταλλάς. Το γιατί δεν τους λατρεύουμε εδώ είναι ένα μυστήριο (όχι τόσο δύσκολο...) αλλά ποτέ δεν είναι αργά. Βασικά, καιρός είναι επιτέλους να τους μάθουμε. Δεν το παίζω ψαγμένος και μεταλλοπατέρας παρεμπιπτόντως. Μέσα στον κόσμο που ζούσε σε βαθιά άγνοια για την μπαντάρα, μέχρι πρόσφατα ήμουν και εγώ.

Πάμε ελάχιστα χρόνια πίσω, 2009 συγκεκριμένα, όταν επιτέλους μου άνοιξαν τα στραβά μου και ΕΙΔΑ ο αόμματος.

-------

Είχαμε καιρό να τα πούμε με τον Μανώλη. Είχαμε χαθεί και μαζί είχε χαθεί και η πηγή που αναβλύζει μέταλ, μιας και ο Μανώλης ήταν ανέκαθεν η κατ'εξοχήν πηγή γνώσεων, νέων ακουσμάτων, παλαιών ακουσμάτων και βεβαίως ο απόλυτος συνομιλητής για μεταλλοκουβέντες. Ο γκουρού του Χέβυ Μέταλ, ο πιο ψαγμένος και ενημερωμένος μεταλλάς που γνωρίζω και κυρίως ένας ακροατής που έχω ΜΕΓΑΛΗ εμπιστοσύνη στο γούστο του. Αν ο Μανώλης λέει ότι κάτι είναι καλό, ΕΙΝΑΙ καλό. Εγγυημένα. Διαπιστωμένο αυτό ξανά και ξανά (και ξανά) από το 1993.

"Άντε ρε Μανώλη, βάλε μου την γκρουπάρα τώρα, αυτή που δεν έχω πάρει χαμπάρι ακόμη τόσα χρόνια" του είπα, ζητώντας ένα καινούργιο άκουσμα. Είχαμε να βρεθούμε χρόνια σπίτι του (ένας χώρος 20% έπιπλα, 5% κενό και 75% βινύλια - παντού) οπότε δεν μπορεί, στάνταρ κάτι καλό θα είχε βρει.

"Wolf έχεις ακούσει;", με ρώτησε αμέσως. "Όχι", απάντησα. Είχα ακούσει το όνομα προηγουμένως; Ποιος ξέρει; Πολύ generic, μπορεί ναι, μπορεί όχι. Σίγουρα δεν είχα καμιά ιδέα για το τι να περιμένω.

"Ωραία. Ετοιμάσου λοιπόν να ακούσεις τον καλύτερο heavy/power metal δίσκο της δεκαετίας" "Βαριά κουβέντα", είπα. "Ρε, με ξέρεις να λέω μαλακίες;"

Μου έδωσε να δω το βινύλιο. The Black Flame. ΟΚ. Το καλύτερο heavy metal της δεκαετίας έχει βγει μόνο σε 500 κόπιες; Ωπ, μπλουζάκι King Diamond ο θεός στο οπισθόφυλλο. Πριν θυμηθούν όλοι πόσο κουλ είναι. Πόντος υπέρ τους.

Και το κομμάτι μπήκε. Children of the Black Flame.

Ώπα. ΩΠΑ. Άμεσο ψάρωμα. "Γαμάει αυτό". "Εμ, τι σου λέω;". Αυτό ήταν. Μου έδειξε τον δρόμο και εγώ τον ακολούθησα με χαρωπά βήματα και μαύρη λύσσα. Σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα (ευχαριστώ ίντερνετ, ευχαριστώ τόρεντς - εκτός από τον μαλάκα που δεν είχε βάλει την διασκευή MF στο Black Wings, μπράβο ρε, πολύ έξυπνος) είχα αποβλακωθεί εντελώς με την πάρτη τους. Iron Maiden, King Diamond, Judas Priest, σολάρες παντού, τι σε μπασίματα χειροφρενιές, τι δισολίες, χέβυ μέταλ ΡΕ, φωνητικά με χαρακτήρα - όλα άψογα. Κι αν εδώ κι εκεί υπάρχουν γνώριμες μελωδίες και ριφ, δεν πειράζει, αφού σκοτώνουν, κολλάνε τόσο άψογα. Το βασικότερο; ΚΟΜΜΑΤΑΡΕΣ, ΥΜΝΟΙ, πραγματικά δεν πίστευα σε πόσα κομμάτια έπεφτα πάνω που κόλλαγα. Δεν μιλάμε για δυο-τρία ξεχωριστά και αρκετά καλά κομμάτια, που την σήμερον ημέρα περνάει για μεγάλη ποιότητα. Μιλάμε για ποσότητες Maiden, KD, Running Wild, δεν ξέρεις από πού θα σου έρθει ο επόμενος ύμνος. Και να ξέρετε, ΔΕΝ τα λέω αυτά εύκολα.

Εν πάση περιπτώσει, η πορεία ήταν λιώσιμο στο Black Flame, λιώσιμο στα Ravenous και Evil Star (ούτε σειρά, ούτε τίποτα), τσοντα τα δύο πρώτα, ψύχωση, να μην βαριέμαι με τίποτα. Μετά ψύχωση με το Evil Star ("λοιπόν, τελικά αυτό είναι στο ίδιο λέβελ με το Black Flame, τι τελειότητα!"), ξανά το Ravenous, πάμε και τα πρώτα πάλι, ανακάτεμα την τράπουλα, στο αυτοκίνητο η οικογένεια έχει υποστεί καταναγκαστική εκπαίδευση στην δισκογραφία Wolf.

Ιανουάριος 2011, ο Κώστας Χρονόπουλος μου ζητάει να γράψω ένα κείμενο για το Metal Hammer για την νέα στήλη όπου κάθε μήνα γράφει ένας αναγνώστης από το forum του περιοδικού. Γράφω μια χαριτωμένη μπούρδα και κλείνω με τα εξής λόγια:

"Αν θέλετε το καλύτερο άλμπουμ [της περασμένης δεκαετίας] που ήταν στην γκοσμάρα του και Χ.Μ.Ρ.Μ. (δεν είναι δύσκολο, το Ρ σημαίνει «ρε». A!), τότε εγώ προτείνω Wolf - The Black Flame. Εκπληκτικές συνθέσεις, φωνάρα, καμία φειδώ στα σόλο, The Bite και Children of the Black Flame, άξιοι!"

Ανακαλύπτω ότι υπάρχουν κι άλλοι που συμφωνούν ότι πρόκειται για την καλύτερη χέβυ μέταλ μπάντα της δεκαετίας και ο Κετιγένης το γράφει κιόλας στο Metal Hammer, στην κριτική του Legions of Bastards που κυκλοφορεί την ίδια χρονιά. Ο πρώτος δίσκος που περίμενα να βγει είναι μια μικρή απογοήτευση με την έννοια ότι δεν μου τσαλακώνει τα μυαλά όπως το σερί των προηγούμενων τριών αλλά και πάλι υπάρχουν κάποιες συνθεσάρες που μόνο οι Wolf μπορούν να δώσουν. Τρεις με το δικό μου μέτρημα, μάλλον φτωχό για την μπαντάρα, άπιαστο όνειρο για κάτι "traditional" τσουτσέκια της οκάς που έχουν γεμίσει τον τόπο. Ε, δικαιούνται και έναν μετριοκαλό δίσκο, αφού έχει και έπη μέσα, είμαστε κομπλέ.

Και μετά η ζωή συνεχίστηκε ήσυχα με μένα να ποστάρω πολύ συχνά Wolf στο facebook. Κάθε τρεις και λίγο με πιάνει παροξυσμός και ποστάρω καμιά δεκαριά youtube τους, τα συνηθισμένα αγαπημένα (από καμιά 20αριά) - είναι διπλός ο λόγος. Πρώτον, όταν ακούω κάτι και με ενθουσιάζει, συνήθως το ποστάρω. Ε, Wolf, συνεχής ενθουσιασμός, κάπως έτσι Wolf παντού. Ο δεύτερος λόγος, ΠΡΕΠΕΙ να τους μάθουν όλοι, ΓΙΑΤΙ δεν μιλάνε όλοι για αυτούς; Γιατί ασχολούνται μόνο με το εξώφυλλο του πρώτου; Γιατί όλες οι ορδές των Maidenάδων δεν τους προσκυνάνε ενώ πρόκειται ΜΑΚΡΑΝ της δεύτερης για την καλύτερη μπάντα που ακολουθεί στα ίχνη τους και δεν πιθηκίζει (το να βάλει στο χέρι κανα δυο ριφάκια δεν μετράει, ρωτήστε και τον Kai Hansen!) Όλοι αυτοί που κόπτονται για τον θεό τον King Diamond και τους Mercyful Fate και εξυμνούν κάτι δευτεροκλασάτα πράγματα αλά Attic, In Solitude, Portrait (που μου αρέσουν, τα έβαλα με προσωπική σειρά αξιολόγησης!) γιατί δεν τις κόβουν με κάτι Curse You Salem ή Out of Still Midnight ΥΜΝΟΥΣ; Και πότε θα έρθουν οι θεοί για κανά live; Φαντάσου, Iron Maiden - Maiden England περιοδεία με King Diamond και Wolf. ΚΟΛΑΣΗ. Και τέτοιες φαντασιώσεις. Σιγά μην έρθουν ποτέ οι Wolf, αφού κοιμόμαστε όρθιοι.

Και μετά είδα AYTO ΕΔΩ

ΤΙ; ΘΑ ΕΡΘΟΥΝ ΓΙΑ LIVE; ΟΙ WOLF;

Άμεση αποστολή μηνύματος στον Μανώλη: "8 Μαρτίου. Κύτταρο. 12 ευρώ. Wolf"

Aπάντηση το ίδιο λεπτό: "Φύγαμε".

ΘΑ ΔΟΥΜΕ WOLF ΡΕ! ΘΑ ΔΟΥΜΕ WOLF!!! Μισό, θα δούμε Wolf όλοι που πρέπει; Δεν ξέρω, είμαστε λίγοι, είμαστε πολλοί; Πόσοι είμαστε; Δεν ξέρω! Άρα:

5. Θέλω να έχει κόσμο, να νιώσει, να γουστάρει, να το ζήσει αυτό. Θέλω να είναι ένα live που να πέσουν οι τοίχοι, όπως πρέπει, που να πάρει δεν γίνεται να παραμιλάει το Bloodstock και το ProgPower στην άλλη μεριά του πλανήτη και εμείς που είμαστε ΧΕΒΥ ΜΕΤΑΛ ΧΟΤΣΠΟΤ να πάμε 150 άτομα και να λέμε την άλλη μέρα πόσο γάμησαν οι μεν, πόσο ξεφτίλες είναι οι δε (αυτοί που δεν ήρθαν) και τα γνωστά κακομοίρικα. ΘΕΛΩ ΝΑ ΖΗΣΩ ΛΑΪΒΑΡΑ από κάθε άποψη. Με λαό.

Έτσι, θα κάνω ότι μπορώ να πείσω όποιον μπορώ ότι αυτό το λάιβ δεν χάνεται. Πρωτίστως, θέλω να κάνω ότι μπορώ για να μάθει ο κόσμος τους Wolf και να ασχοληθεί μαζί τους. Εκτός των άλλων, αυτή η συναυλία δεν έχει πίσω της ομάδα προώθησης, είναι αφημένη στην διακριτικότητα των οπαδών να την τιμήσουν. Τα παλιότερα χρόνια την προώθηση την αναλάμβαναν οι οπαδάρες από τα fan club. Σχημάτιζαν τα street teams αυτοβούλως, τύπωναν flyers και γέμιζαν τον τόπο. Για την καύλα τους. Αυτό και τα επόμενα ποστ που θα ακολουθήσουν είναι το δικό μου αντίστοιχο ενός Wolf Team. Και θα παρακαλέσω θερμά, όποιος βλέπει θετικά το συγκρότημα να με βοηθήσει και να διαδώσει αυτά τα κείμενα, ποστάροντάς τα στο facebook, κάνοντας share με φίλους κλπ. Και για τους καλοπροαίρετους: κανείς δεν με έχει βάλει να το κάνω αυτό, δεν με πλήρωσε ποτέ κανείς (αχαχαχαχα), δεν συνεννοήθηκα με κανέναν διοργανωτή ή μέλος της μπάντας, δεν έχω να κερδίσω απολύτως τίποτα από αυτό, εκτός από την μεγάλη χαρά που αποτελούσε πάντοτε το κίνητρο να γράφω περί METAL: spread the music, let the metal flow. Οι Wolf είναι μαζί με τους Vektor, οι αγαπημένες μου μπάντες των τελευταίων ετών. Για τους Vektor έχω γράψει πολλά. Καιρός ήταν να κάνω το ίδιο και για τους Wolf.

Το πρόγραμμα μέχρι την συναυλία έχει: Δισκοκριτικές για κάθε δίσκο των Wolf. Ένα άρθρο με μια ματιά στην μπάντα μέσα από τις δηλώσεις των μελών της και τέλος ό,τι ήθελε προκύψει.

Πρώτη στάση: Wolf - Wolf (1999, No Fashion Records)

ΥΓ: Ευχαριστώ θερμά τον Κώστα από το Steel for an Age zine για την παραχώρηση σημαντικότατου υλικού, την ανταλλαγή απόψεων και ακόμα περισσότερο γιατί είναι οπαδάρα και αυτός και νιώθει!

Monday, February 02, 2015

Remember the Fallen: Paul Baloff


Σήμερα 2 Φεβρουαρίου 2015, συμπληρώνονται 13 χρόνια από τον θάνατο του Paul Baloff, ενός από τους σημαντικότερους metal frontmen που πέρασαν, με ΤΕΡΑΣΤΙΑ επιρροή στο thrash metal. Με αφορμή την επέτειο αυτή βάζω εδώ το κάτωθι κείμενο που είχε δημοσιευτεί αρχικά στο Metal Hammer Αυγούστου 2013. Προσθέτω και κάποια πράγματα που δεν χωρούσαν τότε.

Όνομα: Paul Baloff
(προφέρεται Μπέιλοφ. Η καταγωγή του ονόματος είναι από την Ρωσία)

25/4/1960 – 2/2/2002

Bands: Exodus, Piranha, Heathen

Μεγαλωμένος μέσα στα ζόρια και την φτώχια, ο Paul Baloff ήταν το απόλυτο thrash metal κτήνος. Η ιστορία του δεν χωράει εδώ, θα πρέπει να με πιστέψετε απλώς ότι αυτός ήταν η επιτομή και η εμπροσθοφυλακή του thrash metal πνεύματος ανάμεσα στην κοχλάζουσα σκηνή του Bay Area. Ο Baloff ενσάρκωνε στην larger-than-life περσόνα του αλλά και τα πραγματικά ακραία (από το ‘83 ήδη) φωνητικά του, την ΒΙΑ και την πόρωση. Και ο “poser killer” λόγος του ήταν ΝΟΜΟΣ. Αναλογιστείτε ότι όταν οι Slayer επισκέπτονταν το Bay Area για πρώτη φορά έχοντας κυκλοφορήσει το “Show No Mercy”, πρώτον, άνοιγαν για τους Exodus (χωρίς δίσκο) και δεύτερον το κατά Baloff διαπαιδαγωγημένο κοινό τους έβαλε να κόψουν πάραυτα τις ποζεράδικες L.A. αηδίες με τις μάσκαρες στα μάτια. Δυστυχώς το κάψιμο με τις καταχρήσεις του στοίχισε την καριέρα και πιθανώς οδήγησε και στο εγκεφαλικό, όταν το νιοστό reunion έδειχνε ότι θα έπιανε τόπο.

Death
Το τελευταίο πράγμα που έκανε ο Paul στην ζωή του ήταν μια βόλτα με την μηχανή του στις 31 Ιανουαρίου του 2002. Αφού επέστρεψε στο διαμέρισμά του, η κοπέλα του τον άφησε για δυο λεπτά για να πάει να κλειδώσει κάτω. Όταν επέστρεψε, ο Paul ήταν ήδη στο πάτωμα με σπασμούς από ένα βαρύ εγκεφαλικό επεισόδιο. Όταν εισήχθη στο νοσοκομείο ήταν σε βαθύ κώμα και μετά από δυο μέρες οι γιατροί τράβηξαν τη πρίζα αφού ήταν κλινικά νεκρός, χωρίς εγκεφαλική δραστηριότητα.

Moment of glory

Murder in the Front Row κύριοι – BONDED BY BLOOD! Μην μείνετε όμως μόνο εκεί. Εκτός από τα ιστορικά demo (ΟΛΑ) οπωσδήποτε τσεκάρετε τα διάφορα live που αποτυπώνουν (ΟΛΑ) γλαφυρότατα γιατί αυτός ο λέρας είναι στην συνείδηση πολλών - συμπεριλαμβανομένων πρωτεργατών του είδους* - ο ΑΠΟΛΥΤΟΣ thrash metal frontman. Ξεκινήστε με το Ultimate Revenge του 1985. Ακούστε το κολασμένο “Another Lesson in Violence” του 1997. Και για κερασάκι τρέξτε στο YouTube να παρακολουθήσετε το Paul Baloff Workout. Ή μιας και αυτό δεν είναι ένα περιοδικό πατήστε play στα παρακάτω.

* Πιο ΜΕΤΑΛ από τον Baloff πέθαινες ("Metal rules and if you don't like it, DIE!") και το πάθος και η καφρίλα του δεν άφησαν κανένα ασυγκίνητο. Το πόσο μορφάρα ήταν επιβεβαιώνεται από κάθε μαρτυρία της εποχής, συμπεριλαμβανομένων του Mustaine (δύσκολος, δεν τα λέει εύκολα), των Slayer και ιδιαίτερα του Hetfield. Είχε κάνει και την παραγωγή στο demo των Piranha, του συγκροτήματος που είχε μαζί με τον Fred Cotton (κολλητός του James, παίζανε μαζί στους Spastic Children). Ο Hetfield επίσης έχει υποσχεθεί ότι θα γράψει ένα κομμάτι για τον Baloff, κάτι το οποίο περιμένουμε ακόμη και πολύ θα ήθελα κάποιος να του το υπενθυμίσει στην επόμενη συνέντευξη που θα του πάρουν. Για πολλούς λόγους, πρωτίστως γιατί είναι ντροπή για την μέταλ κοινότητα να υπάρχει hip-hop tribute στον Baloff και μάλιστα με τέτοιο βίντεο και να μην υπάρχει τίποτα εξ ημών.

Αλλά επειδή δεν νοείται να κλείσει αυτό το άρθρο με hip hop, ο επίλογος ανήκει στον Paul. This song... it ain't about no goldfish...

Wednesday, December 31, 2014

Mια Λίστα, Μα Τι Λίστα!



Η ΛΙΣΤΑ ΤΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ.

Φτιαγμένη με τεράστιο μεράκι. Με μεγάλη προσοχή. Με υψηλή την αίσθηση του καθήκοντος. Δεν άφησα κυκλοφορία για κυκλοφορία (ε, σχεδόν) και δεν ησύχασα μέχρι να έχω αφομοιώσει κάθε δευτερόλεπτο μουσικής. Και φυσικά πέρασα ατέλειωτες νύχτες ακροάσεως για να διαπιστώσω πού πρέπει να πάει το καθετί στην κατάταξη. Ο κόσμος περιμένει να ενημερωθεί! Για όλα! Κάθε δευτερόλεπτο είπαμε!

Δηλαδή, νταξ, όχι ακριβώς και κάθε δευτερόλεπτο και δεν είναι ότι άκουσα και τα πάντα, βασικά μπορεί να παρέλειψα και μερικές σημαντικές κυκλοφορίες. Μπορεί. Και ΟΚ, δεν είναι ακριβώς αξιολογητική η σειρά, ίσως είναι λίγο στην τύχη.

Αλλά τουλάχιστον έβαλα το είναι μου στο να γράψω δυο λόγια, να μην τα πετάξω ξεροσφύρι και όχι μόνον αυτό, σαν τον Tolkien που δεν ησύχαζε ποτέ και συνεχώς επισκεπτόταν και ξαναεπισκεπτόταν τα κείμενά του για να τα τελειοποιήσει, έτσι και εγώ, έριχνα τα μερεμέτια στις λέξεις και τις προτάσεις μέχρι να λάμπουν από Ομορφιά και Νόημα.(*)

Συγκλονιστείτε.

(*): Περίπου. Βασικά την έγραψα σε ένα φόρουμ μια Παρασκευή στην δουλειά σε λίγα λεπτά μιας και σιγά-σιγά την κάνανε όλοι για διακοπές και ήταν χαλαρά. Και τώρα, την κάνω paste με μαεστρία, να μην χαθεί ούτε ένα κόμμα. Ε, εντάξει, πρόσθεσα κάτι λογάκια για κάθε δίσκο. Να φανούμε και λίγο σοβαροί. Για την ιστορία, τα κείμενα κάτω από κάθε δίσκο είναι φρέσκα, τα έγραψα μόλις και είναι φανερό ότι είχα όρεξη να μιλήσω για κάποια πράγματα περισσότερο. Στάζει επαγγελματισμό η φάση, I feel free.
Οι παρενθέσεις είναι από το πρωτότυπο ποστ.

Οδηγίες ανάγνωσης: Αυτοί μάλλον δεν είναι οι καλύτεροι δίσκοι της χρονιάς και αυτό γιατί δεν άκουσα τόσους πολλούς δίσκους. Αυτοί είναι 20 δίσκοι μέταλ που αξίζει να ακούσεις και το ξέρω γιατί τους άκουγα και είναι σίγουρα καλοί.

--------------------------- Η ΛΙΣΤΑ ------------------------------------------


Rigor Mortis - Slaves to the Grave
Το κύκνειο άσμα του Mike Scaccia και κατά συνέπεια των Rigor Mortis είναι όπως πρέπει ακριβώς. Με τρομερά τραγούδια στο μοναδικό τους thrash ύφος (αμίμητοι) που παραπέμπουν στο φανταστικό τους ντεμπούτο και έμπνευση. Ξεχωρίζει για την κιθαριστική δουλειά του Mike που είναι αναγνωρίσιμη από χιλιόμετρα, καθώς και πάρα πολύ εμπνευσμένη, είτε παίζει ριγκορμορτικές ριφάρες (αμίμητοι λέμε), είτε σολάρει θεσπέσια. Ειδική μνεία στο Poltergeist που ανοίγει τον δίσκο γιατί εκτός από καραέπος του thrash έχει και αυτή την αναπάντεχη αλλαγή στο τέλος με το σόλο να επιτελεί άθελά του και ένα αποχαιρετισμό του Mike. R.I.P. Οι θρασάδες κάντε τα κουμάντα σας, απολύτως απαραίτητο. Kαι οι υπόλοιποι, μην προσπεράσετε έτσι αδιάφορα...


Wolf - Devil Seed
Α, οι Wolf! Για αυτούς θα τα πούμε πολύ αναλυτικά στο blog γιατί θεωρώ ότι είναι το πιο υποτιμημένο heavy/power metal συγκρότημα της περασμένης δεκαετίας επειδή ακριβώς είναι το ΚΑΛΥΤΕΡΟ heavy/power metal συγκρότημα των τελευταίων 15 ετών με φανταστικές δισκάρες και κομματάρες παντού. Και επειδή έρχονται στις 8 Μαρτίου στην Αθήνα και ΘΑ ΕΙΜΑΙ ΕΚΕΙ και θα ξενερώσω πολύ άσχημα αν δεν έχει κόσμο, θα προσπαθήσω να εξηγήσω πειστικά ΓΙΑΤΙ είναι τέτοια μπαντάρα.

Φέτος κυκλοφόρησαν το Devil Seed, με τον Simon Johansson των Memory Garden να φέρνει έναν αέρα ανανέωσης και να ξεκουνήσει λίγο την μπάντα που φαινόταν να κολλάει λίγο στο Legions of Bastards του 2011. Ποιοτικότατο, με ποικιλία στις συνθέσεις και κάποια κομμάτια κορυφές, όπως το Back from the Grave και το Killing Floor που τα θεωρώ συγκλονιστικά χέβυ μέταλ έπη (να τσεκάρουν όσοι γούσταραν Riot φέτος), το Dark Passenger που ξαφνιάζει για Wolf αλλά με λιώνει σε μια Dream Healer κατάσταση, το My Demon που αν το είχαν κυκλοφορήσει οι Priest θα χτυπάγανε πρωτιές φέτος άνετα, το River Everlost, Ι Am Pain και γενικώς ο δίσκος είναι θαυμάσιος, σύγχρονο heavy metal που δεν θα αλλάξει τον κόσμο αλλά είναι pretty fucking sweet. Δεν είναι η καλύτερη κυκλοφορία Wolf όπως έχω δει την άποψη να διατυπώνεται (αναζητήστε το Evil Star και το The Black Flame αλλά θα τα πούμε και πιο αναλυτικά) αλλά είναι πάρα πολύ καλό. Συγκεκριμένα το βάζω ανάμεσα από Ravenous και Black Wings.


Kenn Nardi - Dancing with the Past (η ψυχή των Anacrusis, διπλό, έχω ακούσει το πρώτο αλλά η ποιότητα είναι τόσο υψηλή που το βάζω από τώρα)
Όπως τα λέει η παρένθεση βασικά. Όποιος ξέρει τι εστί Anacrusis και του αρέσουν τα δύο τελευταία τους και ειδικά το αριστούργημα Screams and Whispers του 1993 οφείλει να τσεκάρει και μάλλον να εθιστεί. Πρόκειται για ένα τεράστιο όγκο δουλειάς, για να καταλάβετε μιλάμε για διάρκεια μεγαλύτερη από τα 2 Illusions των Guns, τουτέστιν υλικό για 4 δίσκους. Εγώ το έχω πάρει λάου-λάου πάντως, απολαμβάνω εδώ και καιρό τον πρώτο δίσκο πάρα πολύ και σε λίγο καιρό θα προχωρήσω στον δεύτερο. Για την ώρα τσεκάρετε στο bandcamp τα Fragile, Submerged και Straining the Frayed που αποτελούν τις δικές μου αδυναμίες από το πρώτο CD. Και το Dead Letters που είναι το αγαπημένο της γυναίκας μου μήνες πριν κυκλοφορήσει ο δίσκος (τι γυναίκα έχω εγώ! :* ) Θα μπορούσε να είναι και ο δίσκος της χρονιάς αλλά για την ώρα το δίνω στους Rigor Mortis μιας και καλό θα ήταν να έχω ακούσει ολόκληρο τον δίσκο.

---------- αυτή μάλλον είναι η τριάδα (έγραφα στο φόρουμ. Τώρα είναι σίγουρα αυτή, it's official!)

Mekong Delta - In a Mirror Darkly
Εξαιρετικό progressive metal. EΞΑΙΡΕΤΙΚΟ. Ακόμα και αν τους δοκίμασες παλαιότερα και δεν σου έκαναν ως περίεργοι και παράδοξοι, δοκίμασε αυτό.

Cannabis Corpse - From Wisdom to Baked
Το όνομά τους και η φάση που παρουσιάζουν σίγουρα αποτρέπει κόσμο να τους πάρει στα σοβαρά. Ας πρόσεχε αυτός ο κόσμος. Σοβαρότατη μπάντα με εξαιρετική δισκογραφία, τρου ολντ σκουλ χωρίς να σου βγάζει νεανικό πιθηκισμό στο ελάχιστο, εδώ για άλλη μια φορά παραδίδουν ΓΑΜΑΤΟ ΝΤΕΘ ΜΕΤΑΛ. Τραστ μι.

Dead Congregation - Promulgation of the Fall
Από τους καλύτερους ντεθ μέταλ δίσκους φέτος. Α-ΝΕ-ΤΑ. Έτσι νομίζω δηλαδή γιατί δεν άκουσα και πάρα πολλούς φέτος. Αλλά οι ντεθάδες παγκοσμίως συμφωνούν άρα καλά κάνω και τον θεωρώ και εγώ τέτοιο (επιστήμη λέμε).

Misery Index - The Killing Gods
Είχα χάσει για λίγο καιρό τα ίχνη τους και έπεσα τυχαία πάνω τους μια μέρα στην δουλειά. Μετά πέρασα όλη την ημέρα ακούγοντας και ξανακούγοντας τον δίσκο. Ρέει. Πολύ ωραία κομμάτια. Όλα θαυμάσια. Δεν έχω κάτι βαθυστόχαστο. Απλώς είναι δισκάρα.

Cannibal Corpse - Skeletal Domain
Το ίδιο ακριβώς μπορώ να πω και για τους CC, μόνο που έχει μια 80ίλα παραπάνω αυτό, που το λέω για καλό προφανώς.

Revocation - Deathless
Πάρα πολύ καλό μονδέρνο τεχνικό θρας/ντεθ (mid 90s και πέρα βάση ο ήχος) που μου άρεσε περισσότερο από τα προηγούμενά τους.

Skull Fist - Chasing the Dream
Οι φετινοί μου Striker. Ενώ οι Striker φέτος ήταν (απλώς) συμπαθέστατοι και χωρίς να με τραβάνε ιδιαιτέρως, οι Skull Fist ακούγονται φρέσκοι και συναρπαστικοί και πάνω από όλα απολαυστικοί. Άνετη είσοδος.

Οverkill - White Devil Armory
Εμ, ο παλιός είναι αλλιώς. Παρατεταμένη φόρμα σαν των Accept ακριβώς (και ίσως καλύτερη), με κομματάρες, με Blitz εγγύηση και γενικώς όποιος γουστάρει καλούς Overkill δεν παίζει να μην γούσταρε. Ή κάτι δεν κάνει σωστά.

Exodus - Blood In, Blood Out
Ο παλιός είναι αλλιώς, παρτ 2. Διάβασα πολλά σχόλια περί αδιάφορου δίσκου. Δεν έχω την παραμικρή ιδέα τι εννοούν. Δεν είναι Tempo of the Damned, ίσως να μην είναι και Shovel Headed Killing Machine (δισκάρα παρά τα φωνητικά του) αλλά πραγματικά δεν απέχει πολύ. Ριφάρες, σολάρες, οι παίχτες δείχνουν το ανάστημά τους (δυσθεώρητο όταν μιλάμε για Holt, Hunting, Altus) και ο Souza απλά είναι πολύ καλύτερος του Dukes. Και επιτέλους, πριν τρελαθούμε τελείως, το Salt the Wound είναι το πιο αδιάφορο του δίσκου και το σόλο του Χάμετ παντελώς μάπα. Έτσι για να ξεχωρίζουν και ποιοι ασχολήθηκαν να ακούσουν τον δίσκο.

Doomocracy - The End is Written
Σας αρέσουν οι Solitude Aeturnus; Σας λείπουν; Εδώ είστε. Ορισμένες στιγμές τους λες και οριακά κλώνους αλλά πάλι πρέπει να ξεχωρίσουν και αυτοί που άκουσαν τον δίσκο από εκείνους που άκουσαν ΓΙΑ τον δίσκο μαζί με ένα youtube. Διότι υπάρχουν επιρροές και από αλλού σε αυτόν τον δίσκο, από τους γνωστούς άγνωστους εκλεκτούς: τζούρες από Memento Mori που δίνουν πολλά, από Candlemass (γίνεται αλλιώς;) και κυρίως στις λεπτομέρειες που κάνουν την διαφορά και εμπλουτίζουν το αποτέλεσμα που έχουν αφετηρία στο US Metal (όπως πρέπει!). Τα παιδιά, που τυχαίνει να γνωρίζω καλά καθότι συντοπίτες και φίλοι, ξέρουν πάρα πολύ καλά τι θέλουν να κάνουν και ξέρουν πάρα πολύ καλά να το πραγματοποιήσουν. Ο doom metal λαός ήδη τους έχει υποδεχτεί με ανοιχτές αγκάλες διότι πολύ απλά, γράφουν πολύ ωραία κομμάτια. Ξεχάστε ό,τι έγραψα και κρατήστε αυτό: έχουν πολύ καλά κομμάτια. Περιμένω στον επόμενο σιγά-σιγά να αναπτύξουν τον ήχο τους σε βαθμό να λες "α, μα Doomocracy βέβαια". Τότε θα μιλάμε για μεγάλα πράγματα.

Cloven Hoof - Resist or Serve (τα είπαμε και αλλού***)
*** περί Cloven Hoof. Οι παραδοσιακοί ακροατές και οπαδοί τους ξενέρωσαν πολύ με την προσθήκη "μονδέρνων" πραγμάτων στην μουσική της μπάντας. Φαντάζομαι κάποιοι δεν θα γουστάρουν η μπάντα να έχει για τραγουδιστή έναν νέο που έχει εμφανιστεί στο αγγλικό X-Factor, ριάλιτι, μπλιαχ. Παρ'όλα αυτά το άτομο έχει ΦΩΝΑΡΑ και ο δίσκος έχει ΚΟΜΜΑΤΑΡΕΣ. Αυτά που είχα πει και αλλού, σε άλλο θρεντ του ίδιου φόρουμ είναι: "Λοιπόν, εγώ χτες ΑΝΑΤΡΙΧΙΑΣΑ την ζωή μου ακούγοντας το Call of the Dark Ones (με πιάνει γιατί έχει και ένα Orion θέμα...) και ο δίσκος κύλησε θαυμάσια με κάποια ΕΚΠΛΗΚΤΙΚΑ μέρη και το γεγονός ότι είχε σε σημεία ΜΟΝΔΕΡΝΑ πράγματα από διάφορα είδη δεν αναιρεί στο ελάχιστο ότι συνολικά ο δίσκος είναι ένας καταπληκτικός μοντέρνος χέβυ μέταλ δίσκος και ο τυπάς που τραγουδάει και σολάρει δίνει ρέστα.

Μου βρωμάει φάση Casting the Stones, που είναι στα αγαπημένα μου Jag Panzer. Για μένα πάει λίστα."
Ε, ναι, πήγε λίστα.

Riot V - Unleash the Fire
Θαυμάσιος, παλιομοδίτικος, δεν-τους-κάνουν-πια-έτσι δίσκος. Ο παλιός είναι αλλιώς ακόμα και αν ο ορίτζιναλ παλιός δεν είναι πια μαζί τους. Για τον ακροατή του μονδέρνου μέταλ αυτό θα του ακούγεται δεινοσαυρικό. Ο ίδιος ακροατής όμως συχνά ακούει ρετρό οκάλτ πίπες "χέβυ" ροκ και κάνει τεμενάδες, οπότε καλά θα κάνει αυτός ο αχυράνθρωπος ακροατής συγκεκριμένα να ξεπεράσει την σφίχτερμαν φώκια με το βιονικό χέρι που κλάνει αστραπές (που είναι το πραγματικό του πρόβλημα) και να εντρυφήσει στο songwriting. Ή και όχι, χεστήκαμε. Κατά τα άλλα, εδώ έχουμε έναν δίσκο αναλογικά ΖΕΣΤΟ, δεν ξέρω πώς αλλιώς να το περιγράψω. Έχει λίγο τυρί παραπάνω σε σημεία για τα γούστα μου αλλά έχει επίσης και κάποια από τα πιο συγκινητικά κομμάτια για φέτος. Σε όσους δεν ακούνε Riot χωρίς Reale και "ιεροσυλία" και τέτοιες πίπες, δεν έχω να πω κάτι. Καληνύχτα σας.

Mastodon - Once More 'Round the Sun
Λοιπόν, εδώ δεν θα επιμείνω. Για μένα ο καλύτερος δίσκος Mastodon είναι το The Hunter και μετά το Crack the Skye και αυτός είναι ο τρίτος καλύτερος δίσκος Mastodon. Αυτοί που ακούνε Mastodon αντιμετωπίζουν την άνω πρόταση όπως εγώ αντιμετωπίζω τον κάθε απίθανο που λέει το Load καλύτερο δίσκο των Metallica. Φυσικά εγώ έχω δίκιο, ενώ ο απίθανος λέει απίθανες πίπες αλλά άντε να πείσεις τον πρωτο-τριτοδισκάκια οπαδό Mastodon. Όπως και να έχει, αυτός είναι ένα πολύ καλός δίσκος και πολύ πρωτότυπος και μοναδικός με ωραία τραγούδια και να τον ακούσετε. Το βίντεο με τους κώλους ήταν μια μαλακία παρεμπιπτόντως. Το High Road όμως ήταν αριστούργημα.

Body Count - Manslaughter
Απολαυστικός, πανεύκολος δίσκος. Ρέει νεράκι, γελάς, κάνεις χάζι, γκαρίζεις FUCK A VEGAN (εξαιρετική διασκευή), ΓΟΥΣΤΑΡΕΙΣ να το πούμε απλά-απλά, δεν θέλει και πολύ ανάλυση. Ο Ice-T είναι αυτός που είναι και προφανώς όποιος τον συμπαθεί θα το δει με καλό μάτι το δισκίον και όποιος τον αντιπαθεί θα βρει τον δίσκο μαλακία. Η κομπλεξάρα. Μην τoν ακούτε. Γαμάει.

Tankard - R.I.B. (7άρι με τρία-τέσσερα πολύ καλά κομμάτια και πολλά απλώς συμπαθητικά αλλά τους έχω μεγάλη αδυναμία)
Η παρένθεση στο αυθεντικό ποστ τα λέει όλα. Πάντα περιμένω μερικά καλά κομμάτια και αν τα βρω είμαι ευτυχής. Ε, εδώ βρήκα 3-4,τα καραγουστάρω, τα ακούω συχνά αλλά ο δίσκος συνολικά είναι μόνο για μένα και τους εξίσου βλαμμένους φίλους της μπάντας. Οι υπόλοιποι να περιμένετε να ποστάρω τα 3-4 κομμάτια να δείτε ότι έχω δίκιο.

Gamma Ray - Empire of the Undead
(τα ίδια με Tankard)

Αχ, πονεμένη ιστορία. Μετά το Majestic ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΕΓΩ βαρέθηκα. Μόνο που δεν έβρισκα και τα 3-4 κομμάτια που λέγαμε στους Tankard που μέχρι το Majestic τα έβρισκα. Και στο Majestic, και στο New World Order και (πολύ περισσότερο βέβαια) στα Powerplant και Somewhere Out in Space. Στα Land of the Free II (σιχαμένος τίτλος, μέγιστο ατόπημα), Το the Metal όχι μόνο δεν βρήκα τίποτα αλλά και αισθανόμουν μια βαρεμάρα ανάμικτη με οίκτο και απογοήτευση και άλλα τέτοια όμορφα. Λοιπόν, στο Empire of the Undead βρήκα τα 3-4 κομμάτια. Οποία συγκίνησις! Τέτοια μάλιστα που το βάζω στην λίστα. Κι ας είναι μέτριο συνολικά.

Unisonic - Light of Dawn
(τα ίδια με Gamma Ray)
To Exceptional είναι καταπληκτικό τραγούδι. Θαυμάσιο. Ο Kiske συγκινητικά τεράστιος στην φωνή και ερμηνεία. Ο δίσκος δεν μπορεί να συγκινήσει στον ίδιο βαθμό αλλά έχει πολύ όμορφες στιγμές που εδώ κι εκεί σου γαργαλάνε το καταχωνιασμένο "Keepers..." συναίσθημα οπότε και εσύ το παίζεις αφελής και το ρουφάς με νοσταλγία. Καλός δίσκος, καλύτερος από τον Gamma Ray, λίγο φλώρικος αλλά έτσι πάει με τον Kiske.

------ αυτά μάλλον είναι τα υπόλοιπα 17, ατάκτως ερριμμένα, αν ασχολιόμουν, θα έκανα τον κόπο να τα βάλω αξιολογικά αλλά δεν βαριέσαι!

Δεν έχω ακούσει Sanctuary (δυο κομμάτια, το ένα πολύ συμπαθητικό, μπορεί και να έμπαιναν αλλά προτιμώ να τον ακούσω όλο όταν καταλαγιάσει τελείως η σκόνη - η πρώτη εντύπωση πάντως ήταν εξάχορδοι Nevermore), At the Gates, Machine Head (καλό θα είναι αλλά βαριέμαι να ακούσω μία από τα ίδια), Slipknot (σιγά μην τον έβαζα), Exmortus, Slash, Midnight, Dawnbringer, Devin Townsend - Z2 (έχω μείνει πολύ πίσω με τον Devin...φταίει και αυτός όμως), Black Magic (ρετροαντιγραφή με αξιώσεις, μια αυτιά ήταν θετική) και πολλά ακόμα που σίγουρα με αφορούν και μου έχουν ξεφύγει. Το 2015 στα τέλη φαντάζομαι θα μπορώ να κάνω μια πιο σωική καταγραφή της χρονιάς.

Μεγαλύτερη παράλειψη από την λίστα: Freak Kitchen - Cooking with Pagans. Γιατί αν δεν γράψω εγώ δεν θα γράψει κανείς. Και αυτό είναι τραγικό, δεν ξέρω πότε θα κάτσουν να ασχοληθούν σοβαρά μαζί τους. Εν πάση περιπτώσει όταν έγραφα αυτές τις γραμμές δεν έχει έρθει στα χέρια μου ακόμα. Αλλά θα γαμάει στάνταρ. Γιατί IA.

Priest με απογοήτευσε πολύ ο Halford. Βαρετό. Άτονο. Αδιάφορο. Και εκνευριστικό να το βλέπεις να μαζεύει τόσο κολακευτικά σχόλια. Πείτε ότι λέω και εγώ για Gamma Ray και Tankard όμως, μην κοροϊδευόμαστε...

Για του χρόνου είναι πάρα πολύ απλά τα πράγματα:

Περιμένουμε νέο δίσκο Vektor (μάλλον κατά Ιούλιο μεριά), νέο δίσκο Trallery (τεράστια αδυναμία μου το Catalepsy του 2013) και πολύ πιθανόν να βγάζουν και οι Nekromantheon νέο δίσκο. Τουτέστιν, οι αγαπημένες μου νέες thrash metal μπάντες δισκογραφούν την ίδια χρονιά. Χνιερ, χνιερ (τρίψιμο χεριών). Και οι Toxik που άργησαν λίγο και τα δύο νέα δείγματα είναι πολύ καλά.