Showing posts with label Kai Hansen. Show all posts
Showing posts with label Kai Hansen. Show all posts

Wednesday, July 06, 2011

Kai Hansen - Part II: Heading for Tomorrow & Gamma Ray

<< Part I: Helloween

Είμαι πάνω στην καψούρα για την δουλειά των Helloween και συγκεκριμένα του Kai Hansen. Αφού αποδείχτηκε σαπουνόφουσκα η κολοκύθα (κατά το μάπα το καρπούζι), το προφανές ήταν να στραφώ στους Gamma Ray. Έχουν βγάλει δυο δίσκους με χλιαρό ίμπακτ στην μεταλλική ατμόσφαιρα. Το ντεμπούτο έλαβε γενναία κάλυψη από το Χάμερ, το δεύτερο τρίχες. Και λάιβ καλά λέει αλλά αυτό εμένα δεν μου προσφέρει τίποτα, η μοναδική συναυλία που έχω δει είναι οι Τρύπες στο Ηράκλειο ξέρω γω.

Αλλά καψούρα για Χανσενομουσικές, επιβεβαίωση από τον γκουρού να τσεκάρω τους Gamma Ray («ε, σχεδόν τα ίδια παίζει»), μαζεύω λεφτά και τραβάω για το αύριο.

heading for tomorrow cover

Το εξώφυλλο είναι λίγο (όσο πατά ο ελέφας) αδιάφορο, ο Hansen και ο Scheepers ατενίζουν το προαναφερθέν Αύριο σε μπλε αποχρώσεις. ΟΚ. Μέσα τα πράγματα είναι λίγο πιο ομαδικά αλλά υπάρχει μια ελαφριά γερμανοβλαχιά που ακόμα δεν κατάλαβε ότι αλλάξαμε δεκαετία. Εμένα πάντως μου άρεσε ο ντράμερ στα μετόπισθεν, έβγαζε μια κουλ αραξομπίχλα, πιθανώς η ιδέα μου.

gamma ray 1990
Προσπερνώντας αυτά τα επιφανειακά, φόρεσα τα ακουστικά μου και ετοιμάστηκα να ακούσω τον δίσκο που έγραψε ο Kai αποχωρώντας από τους Helloween στο peak της καριέρας τους. Το πόσο σημαντικό στοιχείο των Helloween ήταν ο Kai είναι δεδομένο. Υποτίθεται έφυγε γιατί το κλίμα δεν του άρεσε, δεν ένιωθε καλά. Υπήρχαν τριβές με τον Weiki, πιθανόν την εποχή εκείνη να είχε γίνει και μια ψιλοκλίκα Kiske-Weikath, στο ψου-ψου-ψου πιο πολύ, κούραση με τους ρυθμούς, τέτοια πράγματα. Ο στόχος του ήταν να φτιάξει μια μπάντα που θα πάρει το Keepers στοιχείο να το πάει παραπέρα με έναν αισιόδοξο Χανσενικό αέρα. Εννοείται πως μιλάμε για κτηνώδες ρίσκο και αξιοθαύμαστη κίνηση. Έχεις πιάσει την καλή και είσαι πρώτη μούρη, τα παρατάς όλα και πάλι από την αρχή.

Και μπαίνει το Welcome, ένα κλασικό Helloween ίντρο. Πολύ όμορφο, ντυμένο με βιολιά, συνδυάζει μια γλυκιά επιβλητικότητα με μια ημι-επική μελωδία του Kai στην κιθάρα που οδηγεί σε μια νότα προσμονής που δίνει θέση στο power/speed riff του Lust for Life. Ριφάρα. Δυναμική, πολύ Hansen, ακολουθεί την καλή και δοκιμασμένη συνταγή της ρυθμικής με σάλτσα lick από πάνω. Μια χαρά. Ο ήχος είναι πολύ καλός, προσωπικά την καταβρίσκω με τον ήχο και το παίξιμο των τυμπάνων επίσης και μπαίνει και ο Scheepers.

Ε, Κίσκε φάση φωνή στην ικανότητα λαρυγγιού, χροιά επαρκώς ιδιαίτερη αλλά όχι και Kiske. Εξαιρετική τεχνική στις ψηλές (δίμετρες και πάνω) νότες. Το κομμάτι είναι εξαιρετικό, χαρούμενο αλλά όχι χαζοχαρούμενο και κυρίως μπαίνει ένα ΤΙΤΑΝΙΟ σόλο. Μιλάμε για σολάρα που φτάνει στην κορύφωση στο 3:30 νταν (αποτυπωμένο στο κεφάλι με το καντράν του CD player) όπου γυρνάει σε ένα θριαμβευτικό κλασσικότροπο θέμα που μου σήκωνε την τρίχα για μήνες.

Το όλο feeling με τούμπαρε, την πάτησα αγρίως. Βασικά είναι πολύ απλό: Όλα είναι χάλια γύρω μας, μιζέρια, απογοήτευση, οπότε επιστρέφουμε στα basics: Ξανασηκωνόμαστε, φτύσιμο στην μάπα του άγχους και αγκαλιάζουμε την Ζωή και την Χαρά.
Εγώ όμως ήμουν (ειδικά τότε, ω!) πολύ κυνικός, κανονικά θα έπρεπε να μειδιάζω στην καλύτερη. Αλλά αυτός ο δίσκος και αυτός ο μουσικός δεν μου έβγαλαν κάτι τέτοιο. Γιατί η ίδια η κυκλοφορία που κρατούσα στα χέρια μου στήριζε 100% καλλιτεχνικά ακριβώς αυτό το όραμα. Ο Kai ερχόταν από μια σκοτεινή περίοδο εγκατάλειψης (διπλής κατεύθυνσης σαφώς) και βλέποντας το δημιούργημά του να φεύγει από τα χέρια του, κομπλέ με διάφορα κερασάκια όπως το εξώφυλλο του Live in the UK (κορυφαίο live). Στο σκίτσο ο δεύτερος κιθαρίστας, με εντολή από την EMI, ζωγραφίστηκε σαν το ενδιάμεσο του Hansen και του Grapow (του αντικαταστάτη του δηλαδή που δεν παίζει νότα στο δίσκο). Κακομοιριά.

Kai Hrapow

Kai Hrapow




Θα περίμενε κανείς (εγώ σίγουρα πάντως) να υπάρχει και ένας θυμός, ένα νεύρο, μια κάποια μαυρίλα στην μουσική. Αντιθέτως υπάρχει το Lust for Life και όλο το υπόλοιπο άλμπουμ που σου βγάζει έναν αέρα υπέρβασης, «πάνε αυτά, κοιτάμε μπροστά», πολύ πειστικά για μένα τέλος πάντων.

Ο δίσκος είναι σχεδόν άψογος. Δύο στιγμές τις θεωρώ κατώτερες. Πρώτον το Heaven Can Wait, το οποίο κατ’εμέ ξεπερνά την θολή γραμμή μεταξύ χαρούμενου και χαζοχαρούμενου που έλεγα πριν. Βέβαια αυτό ήταν το χιτάκι για πολύ κόσμο που ψοφάει για γιαπωνεζοσουξέ εύπεπτα και ανάλαφρα, so what do I know? Δεύτερον, η μοναδική σύνθεση (πλην της διασκευής βέβαια) που δεν είναι του Hansen. Το Freetime του Scheepers. Το οποίο δεν είναι και αισχρό, απλά είναι ένα ροκάκι με αδιάφορο (έως ηλίθιο για τους κακεντρεχείς αυστηρούς) ρεφρέν. Άφοβο σκιπ, δεν χάνετε τίποτα.

Από εκεί και πέρα όμως τα πράγματα είναι πραγματικά καλά και υψηλού επιπέδου και πανεύκολα στέκονται αξιοπρεπώς στην αλυσίδα κυκλοφοριών των Helloween προηγουμένως. Εκτός του Lust for Life υπάρχει και το The Silence, μια μπαλάντα με πανέμορφες μελωδίες, γεμάτο ρεφρέν, μια εντυπωσιακή αλλαγή με ακουστικές κιθάρες που οδηγεί σε ένα κλάσικ Hansen σόλο περιοπής και κυρίως μια άψογη ερμηνεία του Scheepers. Εξίσου εντυπωσιακό είναι και το Hold Your Ground που συνδυάζει δυναμικό europower (χωρίς τυρί) με τη σάλτσα lick κθάρας που έλεγα προηγουμένως, κλασικότροπες σφήνες στο κουπλέ του, ενώ έχει και ένα καταπληκτικό κόψιμο που οδηγεί σε ένα μπάσιμο καυτού speed power metal σόλο για να φτάσουμε στο θριαμβευτικό ρεφρέν και το χαρακτηριστικό φινάλε που έπαιξα σε μια δασκάλα πιάνου σε ωδείο για να της δείξω ότι το χέβυ μέταλ τα πάει καλά με την κλασική, ορίστε, να (ε, αυτό άκουγα τότε, δεν είχα και άλλο πρόχειρο). Ψάρωσε. Λογικό in retrospect, ήταν οπαδός Κορκολή κατά τα’άλλα (προ-Κορκολύκου… άραγε πώς να το πήρε…I digress…)

Το σινγκλάκι και βίντεο του δίσκου είναι το Space Eater. Πιασάρικο με σουτζουκάκι ριφ που οδηγεί σε ημι-ψυχεδελικό κουπλέ (περί κατάχρησης ουσιών οι στίχοι, επιστροφή στην Starlight θεματολογία) και ένα ρεφρέν που αναδεικνύει τις φωνητικές ικανότητες του Scheepers. Άκρως εντυπωσιακός, ειδικά στην γέφυρα που οι νότες εκτοξεύονται.

Άφησα για το τέλος δύο κομμάτια που σφράγισαν την λατρεία μου: Πρώτον, το Money, το οποίο γκρουβάρει στο κουπλέ του παράτολμα για power metal της εποχής και διακατέχεται από μια ξέφρενη διάθεση που τονίζεται από το ντουέτο του Kai και του Scheepers στα φωνητικά. Αυτή η διάθεση «τρέλας» πάει κουτί στην θεματολογία του κομματιού, το οποίο ενώ εκ πρώτης όψεως ακούγεται κλισέ, τελικά αφήνει μια πολύ ειλικρινή γεύση στο τέλος. Πάλι φυσικά, οι περιστάσεις της κυκλοφορίας δίνουν πόντους αξιοπιστίας. Είναι ένα από τα αγαπημένα μου κομμάτια στον δίσκο παρόλο που πέρασε μάλλον απαρατήρητο (ή και με αρνητικό πρόσημο) τελικά, πρώτον γιατί συγκινήθηκα στο άκουσμα της φωνής του Kai ξανά και δεύτερον γιατί ειδικά σε αυτό το κομμάτι υπάρχει σαφής διάθεση πειραματισμού στην δομή και το ύφος της μουσικής.

Δεύτερον, το ομώνυμο κομμάτι, το 14λεπτο-και-βάλε έπος. Εν αντιθέσει με τα δύο έπη των Helloween που είχαν προηγηθεί (Halloween και Keeper of the Seven Keys) αυτό δεν έχει αφηγηματικό χαρακτήρα με πληθώρα αλλαγών. Αντιθέτως, έχει πολύ straightforward δομή: Κουπλέ-ρεφρέν εις διπλούν, σόλο και φινάλε. Απλά έχει ένα αργό, εμβατηριακό σχεδόν τέμπο και ύφος και ένα 5λεπτο σόλο. To βασικό του ριφ, όπως μου υπέδειξαν και πρόσφατα (και δεν είχα πάρει και χαμπάρι μέχρι εκείνη την στιγμή) φέρνει πολύ στο βασικό ριφ του Victim of Changes. Όπως απάντησα και τότε, η ομοιότητα είναι εμφανής (ασχέτως που δεν πήγε το δικό μου μυαλό) αλλά σταματάει εκεί. Τα κομμάτια μοιράζονται το ίδιο σασί αλλά μιλάμε για δύο τελείως διαφορετικά αυτοκίνητα. Τα vocal lines του Heading for Tomorrow είναι η μισή σύνθεση και είναι απλά μοναδικά και αριστουργηματικά. Εξαιρετική δουλειά (ακόμη μια φορά) από τον Ralf, το κομμάτι καθηλώνει. Και το σόλο που ξεκινάει χωρίς την μπρίζα της παραμόρφωσης είναι απλά μαγεία, πραγματικά αναδεικνύει την πλευρά του Kai που έχει πολύ old school ρίζες, με απλό παίξιμο, με τρομερό touch που χρωστάει στον Gilmour και τις φράσεις σε πρώτο ρόλο. Αυτά μέχρι να σκάσει η παραμόρφωση και να πάμε σε κλάσικ power metal φόρμες που οδηγούν στο επικό φινάλε. Το όλο κομμάτι συνοψίζει και το όραμα του δίσκου, το οποίο μια αδιάφορη ματιά μπορεί εύκολα να παρερμηνεύσει ως απλοϊκό, borderline παιδικό αλλά επαναλαμβάνω, μια βαθύτερη ματιά στην εποχή που βγήκε και τις συνθήκες υπό τις οποίες κυκλοφόρησε ο δίσκος, του δίνει πολύ περισσότερο ειδικό βάρος. Τουλάχιστον σε μένα.

Ο δίσκος (το CD βασικά) συμπληρώνεται με μια ωραιότατη διασκευή στο Look at Yourself των Uriah Heep, μια μπάντα που ο Kai έχει ιδιαίτερη αδυναμία.

Μιλώντας εντωμεταξύ για την ομοιότητα του Heading for Tomorrow με το Victim of Changes, βρίσκω την ευκαιρία να σχολιάσω ότι τελικά η ιστορία με τους Gamma Ray που εμπνέονται/δανείζονται/ξεπατικώνουν (διαλέγετε αναλόγως την προαίρεσή σας) τους Judas Priest ξεκινά από την αρχή της καριέρας του(ς). Όχι μόνο στους Gamma Ray. Πόσοι έχουν παρατηρήσει π.χ. ότι το βασικό ριφ του Victim of Fate είναι το Breaking the Law σπινταρισμένο μέχρι αηδίας; Εμένα μου το είπαν και αυτό πάντως, μόνος μου δεν πήρα χαμπάρι τίποτα (στόκος τελικά).

Επιστροφή στο βίωμα του Heading for Tomorrow στον μικρό Vic. Λατρεία, σε σημείο βλακείας, άπειρα ριπίτ, άπειρες ανατριχίλες, πολύ air guitar, πολύ air drumming και φυσικά μάζεμα χαρτζηλικίου και πείνες για να συμπληρώσω δισκογραφία, ξεκινώντας από το Heaven Can Wait EP (ψοφάω για το σπαγκέτι western feeling του Lonesome Stranger και το Sail On είναι πολύ ωραίο κομμάτι επίσης, μετά μέτρια πράγματα) και προχωρώντας στο αηδιαστικά υποτιμημένο Sigh No More (με ένα από τα αγαπημένα μου κομμάτια έβερ μέσα, το Dreamhealer), στο καταπληκτικό και ανακουφιστικά φρέσκο για το ιδίωμα Insanity and Genius. Για τα οποία πιθανώς να γράψω και ένα Part III.

Το απόγειο της λατρείας/βλάβης φτάνει εν έτει 1993 και αφού έχω κλείσει ως οπαδός Metallica μετά την συναυλία και συνάντηση με την μπάντα backstage, δήλωνα ευθαρσώς (και εισπράττοντας wtf βλέμματα) ότι η αγαπημένη μου μπάντα είναι οι Gamma Ray (εννοώντας τον Kai Hansen γενικά βέβαια…).

…και δεν θα ξεχάσω ποτέ την ημέρα που μετά από άπειρες επισκέψεις στο δισκάδικο είδα το σινγκλάκι του Rebellion in Dreamland να φιγουράρει καμαρωτό και να μου φωνάζει ικετευτικά «πάρε με Βικ, με ποθείς, μην το αρνείσαι» (Schizos are never alone φάση). Τι να αρνηθώ; Πλάκα κάνουμε;

Είχα στενοχωρηθεί που πήρε πόδι ο Scheepers γιατί ήταν φωνάρα. Από την άλλη όσο φωνάρα είχε (και έχει) το άτομο τόσο του λείπει το χάρισμα του frontman, πραγματικά ελάχιστος μιλάμε, εκπέμπει γιγαβάτ φλωροσύνης, σκοτώνει κάθε ίχνος cool σε όλο το οπτικοακουστικό υλικό των Gamma Ray και εικάζω ότι αυτό παίζει μεγάλο ρόλο στα μειδιάματα που εισέπραττα. Καμία απολύτως σχέση με Kiske σε αυτόν τον τομέα.

Έφυγε πάντως γιατί ήθελε να πάει στους Priest, τότε, πριν πάρουν ακόμα τον Ripper. Και είχε βάλει λέει σε δεύτερη μοίρα την μπάντα, με την έννοια ότι έμενε Στουτγκάρδη και όχι Αμβούργο όπως οι υπόλοιποι (πριν το Internet-για-τις-μάζες όλα αυτά) και δεν καιγόταν να μετακομίσει που του έλεγαν. Αυτά σε συνδυασμό ότι ψηνόταν πολύ περισσότερο για την ωντισιόν του και το γεγονός ότι ο Kai Hansen πιθανότατα είχε ψηθεί πολύ να ξανατραγουδήσει, τον οδήγησαν στην πόρτα της εξόδου. Και εγώ να πω την αλήθεια, όσο και να τον συμπαθούσα τον Ραλφ, ε, να ξαναδώ τον Hansen σε Walls of Jericho πόστο, με ΕΦΤΙΑΧΝΕ. Rebellion in Dreamland cover Και να που το σινγκλάκι της νέας μου αγαπημένης μπάντας με παρότρυνε λάγνα να το αγοράσω. Αλλά πού λεφτά για φράγκα. Νο πρόμπλεμ. Τρέξιμο στου Αλέξη, «βγήκε το νέο Gamma Ray, ΠΑΜΕ ΤΩΡΑ!». Και πήγαμε, δεν είχε την λατρεία μου αλλά γούσταρε σίγουρα πολύ. Και το ψωνίσαμε (καταχρηστική χρήση α’ πληθυντικού) και πήγαμε σπίτι του και μπήκε το Rebellion in Dreamland. Φαντάζομαι χαμογελάνε όσοι ξέρουν τι είναι η εισαγωγή του Rebellion in Dreamland και το υπόλοιπο κομμάτι. Ε, ναι, εκείνη τη στιγμή, το σύμπαν και ο Kai Hansen με ΔΙΚΑΙΩΣΑΝ για την επιλογάρα μου, έσκασε μαζεμένη όλη η Hansen έμπνευση σε αυτό το heavy/power/epic αριστούργημα και γενικά έπεσε τόσο λιώσιμο στο σινγκλάκι που το μόνο αντίστοιχο που θυμάμαι είναι στο Under Siege των Sepultura (έχει το Orgasmatron εκεί, see?), μόνο που εδώ το άκουγα όλο, συνέχεια, το Rebellion, το Land of the Free (“Α! Ο Κίσκε είναι αυτός στο τέλος!” *πλιτς*-*πλιτς*) και την διασκευάρα στο Heavy Metal Mania και το ντέμο ακόμα του As Time Goes By, το οποίο είναι μεγάλη κομματάρα από το Sigh No More.

Και μετά εγένετο (δώρο γεννεθλίων) Land of the Free και επιτέλους γύρω μου δεν με κοίταζαν πια με wtf βλέμματα και μειδιάματα, ευνοούσε και η εποχή φυσικά, στα ντουζένια του το power τότε, όλοι το έβλεπαν ξεκάθαρα, ο τύπος είναι τεράστιος. Keeper of the Seven Keys Part III. Δεν ξέρω τι λένε οι Helloween και οποιοσδήποτε άλλος, αυτός ο δίσκος έχει αυτό το magic touch που ξεχειλίζει έμπνευση, που τον καθιστά έναν από τους λίγους δίσκους του ιδιώματος που συναντά καθολική αποδοχή και εκτίμηση από τον γενικότερο μεταλλοπληθυσμό, ακόμα και τους κυνικούς που κάνουν εμετό πια μετά την παρέλαση κάθε είδους τυριού από τις βιτρίνες.

Το αποκορύφωμα της πόρωσης φυσικά ήρθε με το live στην Αθήνα, όπου η μπάντα έσκισε, το κοινό σεληνιάστηκε (Ride the Sky με Kai στα φωνητικά μετά από νηστεία χρόνων; Ε, λογικό είναι) και κανείς δεν νοιάστηκε που ζορίστηκε ο Kai στο Future World λιγουλάκι ή που η πρώτη απόπειρα του Heavy Metal Mania κλάταρε και έπαιξε restart.

Ε, να μην δω και τον Kai από κοντά; Κλασικά, στο περίμενε έξω από το Ρόδον, με την παρέα. Μαζί και ένας βετεράνος τέτοιων καταστάσεων, αράζουμε δίπλα στο λεωφορείο, μακριά από το μαινόμενο πλήθος που φράζει την πόρτα. Εκεί πιάσαμε κουβεντολόι με ένα roadie, ο οποίος συγκινήθηκε που άκουσε ότι κάναμε όλο τον δρόμο από την Κρήτη και μας υποσχέθηκε ότι θα μεριμνήσει να πάρουμε τουλάχιστον ένα αυτόγραφο. Πράγματι, με το που καταφέρνει να ξεγλιστρίσει ο Κάι από τον λαό, τον αρχίζει εκεί στα ντόιτς, έπιασα το «Κρέτα» (κουλτούρα παιδί μου), άνοιξε το μάτι του Κάι και όντως ήρθε και μας ευχαρίστησε προσωπικά και εγώ ένιωθα τα πόδια μου να λυγίζουν.
Δεν θυμάμαι όλο τον διάλογο, θυμάμαι να τον ακούω ψαρωμένος, εντελώς βλαμμένος φανμπόης όμως, εκτός από μία ερώτηση. Την οποία δε θα ξεχάσω και ποτέ αφού το δούλεμα που έφαγα μετά από τον παρευρισκόμενο Αλέξη δεν τέλειωσε ποτέ. Τον ρώτησα “Who is the Saviour?” αναφερόμενος στους στίχους του Abyss of the Void (υπερέπος Manowar-ικών διαστάσεων) για να το παίξω ο οπαδός που εκτιμά το καλλιτεχνικό έργο, δεν είμαι και κανένας ούγκα μπούγκα, κοίτα πόσο με άγγιξες, έχω ανησυχίες εγώ, δεν χαίρεσαι που σε ρωτάω; Και άκουγα όλο χαρά και με ύφος μαθητή να μου λέει “it’s you, it’s me, it’s everybody, if you really want to”. Νεύμα του κεφαλιού «σε καταλαβαίνω πραγματικά τι εννοείς» από εμένα. Που δεν είναι και δύσκολο να καταλάβεις τι εννοεί αλλά εκείνη τη στιγμή με τόνους αδρεναλινο-LSD να ρέουν στο αίμα μου και με τα προαναφερθέντα λυγισμένα γόνατα, εγώ ένιωθα ότι πιάσαμε επίπεδα Κούντερα και με λένε Αρτέμη.

…όπως είπα, το δούλεμα δεν τελείωσε ποτέ. Πάντως τσίμπησα υπογραφές από όλους πλην του Thomas Nack (dr.). Στο Insanity and Genius. Και όχι στο Land of the Free για τον λόγο ότι ο φίλος που μου αγόρασε το Land of the Free για δώρο έβαλε και το προσωπικό του touch με στυλό. Εγώ του είχα πάρει το Rust in Peace (start with the obvious) και έγραψα εγκάρδια αφιέρωση μέσα «στο πήρα από υποχρέωση». Για να ρεφάρει μου έγραψε και αυτός «από «αγάπη» στο πήρα» και στην φωτογραφία της μπάντας εμφανώς «Ramma Gay», που ήταν και η πρώτη φορά που είδα το λογοπαίγνιο, μετά έγινε και της μόδας, μπροστά από την εποχή του ο Βάγγος. Ε, δεν το δίνεις στον Κάι να το υπογράψει. Καλύτερα κιόλας γιατί 6 χρόνια μετά, πέτυχα και τον Ralf Scheepers στο Bloodstock 2001 και μου υπέγραψε και αυτός το Insanity και ήταν το πρέπον.

Ο οποίος τότε είχε μπει για τα καλά στην φάση Σφίχτερμαν, με πέτσινο γιλεκάκι με το στέρνο έξω και οι Άγγλοι κάφροι (όχι όλοι) είχαν μια ελαφρά περιπαικτική διάθεση απέναντί του. Καμπάνα φωνή το άτομο, πραγματικά εντυπωσιακό λαρύγγι αλλά η σκηνική του παρουσία θέλει αντοχές στην λακτόζη. Anyway, τον προλαβαίνω και του λέω «θα ήθελα πολύ να υπογράψεις αυτόν τον δίσκο» και μόλις τον είδε έκανε «ωωωω», πού το θυμήθηκα, σκάλωσε κανονικά. “I love this album, what’s it been? 12 years?” και πήρε ένα νοσταλγικό βλέμμα προς το κενό, not unlike το βλέμμα στο εξώφυλλο του Heading for Tomorrow (the circle is complete), απλά καράφλας και χωρίς γυαλιά ηλίου.

Τι έλεγα; Ναι. 8 χρόνια είχαν περάσει πάντως, έπεσε αρκετά έξω και θυμήθηκα την ιστορία κάποιου που μου διαφεύγει τώρα που έλεγε ότι τον είχε πετύχει σε μπαρ να τα πίνει την ημέρα που του ανακοινώθηκε ότι απολύεται από τους Gamma Ray. Τον λυπήθηκα να πω την αλήθεια, όχι και τίποτα άλλο, οι Primal Fear μου φάνηκαν και μου φαίνονται πολύ κλισαρισμένοι και δεύτεροι, ειδικά σε σχέση με το (έως τότε) πλουραλιστικό προφίλ των Gamma Ray. Μου το υπέγραψε πάντως, μαζί με μια σημείωση “This is a great album!” που σαν πληροφορία είναι κομματάκι περιττή για το άτομο που στο δίνει να το υπογράψεις.

Gamma Ray λοιπόν, ναι. Αλλά η αλήθεια είναι ότι μετά το Land of the Free γύρισε ένας διακόπτης. Όπως έγραφα και το 2005 στην κριτική του Majestic, από το πολυμορφικό ήχο που χώραγε το Money, το Dreamhealer, το Insanity and Genius κλπ, σταθεροποιήθηκαν στην φόρμα του δυναμικού euro power αλά Hansen. Που έχει και πολλούς φίλους, η συναναστροφή μου με μεταλάδες, μέσω οθόνης ή επί προσωπικού με έχει οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι οι περισσότεροι θεωρούν την χρυσή εποχή της μπάντας αυτή που ξεκινά από το Land of the Free και τελειώνει (ανάλογα την ηλικία και την συμπάθεια βέβαια), συνήθως στο Powerplant. Στην Αμερική σίγουρα το συγκεκριμένο. Εγώ πάντως διαφωνώ (όχι ότι με χαλάνε κιόλας - μέχρι το Majestic, μετά άρχισα να χαλιέμαι λίγο) και επίσης θεωρώ πολύ υποδεέστερη την ομάδα που έχει τώρα. Μην τα ξαναλέω όμως, τα λέω στην κριτική από τότε και δεν έχω αλλάξει γνώμη ακόμα, δυστυχώς.

Όπως και να έχει το πράγμα όμως, ο Kai Hansen ξεκινώντας από το 1985 με το Helloween και φτάνοντας τουλάχιστον μέχρι το Land of the Free είναι υπεύθυνος (αλλού σχεδόν αποκλειστικά, αλλού σε συνεργασία με άλλες μορφάρες) για ένα απίστευτο σερί κυκλοφοριών, συν κάποια ωραιότατα λάιβ και χορταστικά EP και σινγκλάκια. Επίσης να καταγραφεί και επισήμως η αποψάρα μου στο δίλημμα Gamma Ray vs. Kai-less Helloween, ακατέβατος και αδιαπραγμάτευτος άσος. Τόσο μεγάλη διαφορά, it’s not even funny man. Αν έδιωχνε τον Weiki πάντως τότε και κράταγε αυτός το κολοκυθοσουξέ, σήμερα θα ήταν εκατομμυριούχος. Στάνταρ.

Και για να τερματίσω το σορόπι αυτού του κειμένου, νομίζω πως ήταν πολύ ταιριαστό το γεγονός που ερχόμενος σπίτι μετά από βραδυνή έξοδο το καλοκαίρι του 2001, πλησιάζοντας το δωμάτιό μου άκουσα από μέσα τον Kai Hansen να λέει «Shall we Ride the Sky together? Yeah!» για να μπω μέσα και να βρω μια πανέμορφη γυναίκα στο κρεβάτι μου…

…η οποία είχε αράξει με την μικρή μου αδερφή και τα λέγανε και κάνανε επιδρομή στην δισκοθήκη του μεγάλου αδερφού, ο οποίος επέστρεψε την κατάλληλη στιγμή ώστε να μπορεί να γράφει αυτή την σοροπιαστή ιστορία για το πώς πρωτοσυνάντησε την γυναίκα του. :)

Δίσκοι:
1. Heading for Tomorrow
2. Land of the Free
3-4. Sigh No More/Insanity & Genius (αναλόγως το φεγγάρι)
5. Somewhere Out in Space/Powerplant (ομοίως)

Top 10 Gamma Ray κομμάτια:
1. Dream Healer
2. Rebellion in Dreamland
3. Welcome/Lust for Life
4. Afterlife
5. Heading for Tomorrow
6. The Cave Principle
7. One with the World
8. Future Madhouse
9. Abyss of the Void
10. Changes

Top 10 solo:
1. Lust for Life
2. Lonesome Stranger
3. Abyss of the Void
4. Strangers in the Night
5. Heading for Tomorrow
6. Beyond the Black Hole (τελευταίο)
7. Man on a Mission
8. Dream Healer
9. Hold Your Ground
10. Heal Me

Top 5 ανατριχίλας:
1. Lust for Life (3:30)
2. Rebellion in Dreamland (I’ll be there…ουώ-ω…ω-ω-ω…ΑΑΑΑΑ!)
3. Afterlife (εκεί στο 2:10 μεριά που σκάει η μελωδία της κιθάρας. Γενικά το κομμάτι είναι όλο μια ανατριχίλα)
4. …εδώ και μισή ώρα ακούω δεκάδες κομμάτια και συγκινούμαι και δεν την παλεύω να τελειώσω την λίστα, μιλάμε για αναμνήσεις ζωής πολύ βαριές. Α, ρε Kai… Πάμε σε κάτι πιο εύκολο…

Top 5 διασκευών:
1. Heavy Metal Mania
2. Gamma Ray
3. Look at Yourself
4. Victim of Changes
5. It’s a Sin

Όσο και να χάνει την έμπνευσή του με τον καιρό πάντως ο Kai, στις διασκευές πάντα είναι άψογος.

Tuesday, June 21, 2011

Kai Hansen - Part I (Helloween)

Μια ιστορία λατρείας

To 1985 ήμουν 8 ετών. Κανονικά θα έπρεπε να γνωρίζω μόνο τα παπάκια και το σκα-σου σου και τις μουσικές των γονιών μου (πολύ κλασσική, πολύ Σαββόπουλο, Νέο Κύμα, μέηνστρημ oldies but goodies συλλογές αλά Ν. Μαστοράκης πρωτοχρονιάτικη συναυλία - για τους παλαιότερους αυτό το ρέφερενς). Αλλά μιας και για 8 χρόνια μεγάλωνα δίπλα σε 4 μεγαλύτερα παιδιά, ό,τι άκουγαν αυτά, τα άκουγα και εγώ. Η μεγαλύτερη αδερφή μου, 12 ετών τότε άκουγε πολύ ποπ. Ο 11χρονος τότε μεγάλος αδερφός, γκουρού του δωματίου είχε ξεκινήσει να είναι χεβυμεταλάς, με την ευγενική συμπαράσταση ετερόκλητων πηγών γνώσης όπως το περιοδικό Αγόρι (Κουτουβός και επικές αλληλογραφίες μεταξύ φρικιών και φλώρων), δυο συμμαθητές του και ο ακόμα μεγαλύτερος ξάδερφος Γιώργος άκα Γκοτζίλα που έχει κάνει μια μικρή περασά από αυτό το μπλογκ ως ο προσωπικός bodyguard της αδερφής μου σε συναυλία Annihilator.

Τώρα θα λάβει τον χώρο που του αρμόζει δικαίως διότι ο Γκοτζίλα ήταν υπεύθυνος για δύο σημαντικότατα μουσικά γεγονότα της ζωής μου. Το πρώτο σημαντικό γεγονός ήταν που με σύστησε για τα καλά στους Iron Maiden. Στο σπίτι του υπήρχε στο σαλόνι το πικάπ και δίπλα του μια στοίβα βινύλια. Χαρακτηριστικά θυμάμαι το πρώτο βινύλιο στην στοίβα, ήταν το The Concerts in China του Jean Michel Jarre. το πρώτο στη στοίβα Εκεί μέσα, στα οικογενειακά βινύλια δηλαδή, ανάμεσα σε Shirley Bassey και Jean Michel Jarre βρiσκόταν και το Powerslave, από το οποίο άκουσα το ομώνυμο και έπαθα μια άλφα πλάκα. Έκτοτε στις διάφορες επισκέψεις του ζήταγα να μου βάλει εκείνο το κομμάτι με το γουώωωωω-χιχιχιχι στο ίντρο. Δεν ήξερα από ποιον δίσκο είναι, βασικά τότε νόμιζα ότι είναι από το πρώτο εκείνο βινύλιο, μου πήρε λίγο να το ξεμπλέξω. Καθόλου τυχαία πάντως αυτή η κομματάρα είναι το αγαπημένο μου κομμάτι Maiden.

Το δεύτερο σημαντικό γεγονός ήταν όταν έβαλε στα ξαδέρφια του τον καινούργιο δίσκο που είχε αποκτήσει (εισαγωγής! Μετράει!) επειδή του άρεσε η κολοκύθα στο λόγκο και το όλο εξώφυλλο. Μιλάμε για εποχές όπου το εξώφυλλο μέτραγε σαν πόλος έλξης και με υψηλά ποσοστά επιτυχίας αν αναλογιστούμε για ποιο είδος μιλάμε και ποια εποχή.
helloween mini lp cover
Ο εν λόγω δίσκος πάντως ήταν προφανώς το Helloween mini LP (έτσι το βάφτισε η Noise, το EP ήταν πολύ μπανάλ ίσως) και ξεκινούσε με ένα χαρακτηριστικό ίντρο με κάποιον που ξυπνάει, ανοίγει το ραδιόφωνο και με ένα ψάξιμο καταλήγει στο τραγουδάκι από την ταινία Halloween III “Happy Halloween Silver Shamrock”. Εγώ βέβαια άκουγα “Happy halloween to the children” (γιατί έτσι). O τύπος που μόλις έχει ξυπνήσει ανοίγει μπυρίτσα, ρουφάει γουλιά, ρεύεται (θέλει προσοχή αλλά ακούγεται καθαρά, εμείς αργότερα ανεβάζαμε το volume μην χάσουμε το highlight πάντως) και μετά λέει “oh, shit”. Και με μια κολασμένη τσιρίδα και ένα ΣΚΑΣΙΜΟ χέβυ μέταλ όλεθρου ο Kai Hansen και οι Helloween μπήκαν στην ζωή μου.

Δεν μπορώ να εκφράσω επακριβώς το πόσο πολύ εντύπωση και πόσο cool μου φαινόταν όλο αυτό. Πάρα πολύ. Ειδικά γιατί μετά έμπαιναν κομματάρες, οι οποίες και χέβυ πολύ ήταν και πολύ μελωδικές και κυρίως γιατί αυτή η φωνή μου ακουγόταν (και όχι μόνο εμένα) τρομερά ιδαίτερη και πορωτική και γαμάτη. Πάθος ρε παιδί μου, γρέζι, ψηλές νότες, φοβερά vocal lines, ένας αριστουργηματικός χαμός (Λεπτομέρειες στην κριτική που έγραψα για το Metal Music Archives).


Για κάποιο λόγο ο γκουρού αδερφός δεν αγόρασε ποτέ Helloween βινύλιο, αυτό έπαιξε πολύ σαν αντεγραμμένη κασσέτα αλλά το Walls of Jericho που βγήκε μετά δεν το πήραμε χαμπάρι τότε. Πιθανόν να μην παίρναμε χαμπάρι ούτε το Keeper of the Seven Keys Part I αλλά ευτυχώς ο Γκοτζίλα είχε ερωτευτεί το κολοκυθοειδές hook και όταν βρέθηκε στην Αγγλία το 1987 το αγόρασε με κλειστά μάτια. Μαζί και μια εξαιρετική μπλούζα της εποχής, την οποία χρόνια μετά παρέδωσε σε άξιο κορμί (το δικό μου συγκεκριμένα). Τα νέα κατέφτασαν μέσω αλληλογραφίας για τα νέα ευρήματα, τα οποία περιελάμβαναν και το Pleasure to Kill με συγκινητική ιστορία ύφους «ΤΟ ΒΡΗΚΑ, ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΔΙΚΟ ΜΟΥ ΤΩΡΑ» και με ευφάνταστη πατέντα κρυψίματος του βινυλίου σε άσχετη θέση μέχρι να πεταχτεί να βρει τα απαραίτητα φράγκα. Το γράμμα θυμάμαι πάντως περιελάμβανε και ένα σκιτσάκι με το λόγκο της Noise Records (το «καινούργιο», δηλαδή το κλασσικό).





Στο δικό μου σύμπαν προτού αποκτήσω τις δικές μου κόπιες των Walls of Jericho και Keepers Ι (το πρώτο ως το CD υπ’αριθμόν 5 της δισκοθήκης μου και το δεύτερο σε αυθεντική κασέτα, πιθανώς αιώνιο δάνειο από τον Νάσο- σόρι αμπάουτ δατ!), οι Helloween ήταν αυτή η καταπληκτική μπάντα με τα πολύ ξεχωριστά σουξέ με υπερμελωδίες και το uber coolness artwork/merch που έπιανε επίπεδα λατρείας Maiden. Να μην έχεις ακούσει Helloween εν Ελλάδι στα τέλη 80s απλά δεν έπαιζε. Είχαν πιάσει το ’88 μεριά μεγάλα ύψη δημοτικότητας. Αν θυμάμαι καλά στο αφιερώμα της δεκαετίας του Χάμερ από αναγνώστες βγήκαν στην τριάδα. Μέσα στα τρία καλύτερα μέταλ της δεκαετίας του ’80, τότε. Αναλογιζόμαστε τον ανταγωνισμό και αναγνωρίζουμε το σουξέ.

Και όχι μόνο Ελλάδα. Παγκοσμίως βρίσκονταν στο απόγειο της επιτυχίας τους, με άνοιγμα σένιο στην αμερικανική αγορά, κομπλέ περιοδεία στις ΗΠΑ με Anthrax και (πάνω από) Exodus, ενώ έχουν αφήσει άριστες εντυπώσεις στο (ευρωπαϊκό) Monsters of Rock του 1988 με το πολύ δύσκολο έργο να ανοίγουν για Guns n’ Roses, Megadeth, Lee Roth, KISS και Iron Maiden. Το ότι το κοινό τους θυμόταν και μάλιστα με άριστες εντυπώσεις (σύμφωνα με τον τύπο της εποχής τουλάχιστον και δυο πάλιουρες Άγγλους που μου τα λέγανε), ε, είναι θέμα.

Και μετά ο Kai Hansen έφυγε. Λοιπόν εγώ μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχα ασχοληθεί εις βάθος, έφυγε ο κιθαρίστας ξέρω γω. Που τραγούδαγε κάποτε και εμένα μου άρεσε αλλά εντάξει. Δεν ασχολήθηκα ιδιαιτέρως με το θέμα. Πήρα χαμπάρι ότι ασχολούνταν όλοι οι άλλοι, θυμάμαι το Hammer να τον έχει εξώφυλλο με ένα χαβανέζικο πουκάμισο (δεν με έψησε, το dress code το έπαιρνα από Anthrax εγώ) και διπλή κριτική στον νέο του δίσκο (δεν συμφωνούσαν) και μια αποθεωτική κριτική συναυλίας του 90. Και του 91. Και μάπα-αδιάφορη κριτική για τον δεύτερο δίσκο. Όλα φιλολογικά τα εισέπραττα, ήμουν ήδη Ηράκλειο και δεν ήξερα κανέναν να ακούει Gamma Ray και δεν έβλεπα κανένα λόγο να αγοράσω Gamma Ray όταν έχω μια λίστα με 150 δίσκους που θέλω οπωσδήποτε τώρα γιατί τους ξέρω και τους χρειάζομαι.

Και οι Helloween; Εδώ είναι ακόμα χειρότερα τα πράγματα. Διότι μπορεί να έγινε το Σχίσμα και όλα να άλλαξαν αλλά εμείς (η φαμίλια λέω) είχε ακόμα την ορμή της τελειότητας των προηγούμενων δίσκων. Και έτσι αποκτήθηκε το Pink Bubbles Go Ape. Για άλλο δώρο πήγαινε η αδερφή μου, δεν βρέθηκε εκείνο (δεν θυμάμαι ποιο, Σοφάια σχολίασε!), της το έσπρωξε ο χοντρός στο δισκάδικο, τέλος πάντων πήραμε στα χέρια μας το καινούργιο Helloween. Και ήταν όλο μια απογοητευσάρα. Ένα ωραίο κομμάτι (το Kids of the Century) και μετά μετριότητες, η μια μετά την άλλη.
pink bubbles go ape cover

Μην τσινάτε οι φανατίλες και μη μου συγκρίνετε με το *επόμενο*, με τα προηγούμενα είχα να συγκρίνω. Ακόμα και το κούλνες φάκτορ πήγε περίπατο. Ένα άθλιο εξώφυλλο αβάν γκαρντ του κώλου με μια τύπισα και ένα ψάρι, σαπουνόφουσκες να αντικαθιστούν τις κολοκύθες (sacrilege), κάτι μπούρδες με αυγά μάτια και γενικά μια αδιαφορία. Μιλάμε για μια εποχή εντωμεταξύ που ό,τι αγόραζες έπαιζε στο ριπίτ ανελέητα, δεν ΓΙΝΕΤΑΙ να πάει χαμένη μια αγορά, δεν παίζουν τέτοια σενάρια, τα λεφτά μας τα τιμάμε κλπ. Πίπες, όσο ριπίτ, όσο και να προσπαθούσαμε να το συνηθίσουμε, τίποτα, μάπα ρε παιδί μου, αδιάφορο, βάλε να παίξει ξανά το Painkiller, Rust in Peace, Never, Neverland κλπ (λέω τυχαία παραδείγματα δίσκων της ίδιας χρονιάς). (έντιτ: Χμ. Λοιπόν, αυτός ο δίσκος βγήκε το 1991. Όχι ότι δεν προτιμούσαμε να ακούμε τα προαναφερθέντα - που *είναι* του 1990 - αλλά για την ακρίβεια του πράγματος.)


Πότε ακριβώς έπεσε η μελέτη στο πακέτο Helloween/Walls of Jericho/Judas και κατόπιν Keeper I, κομπλέ με βιβλιαράκι, ποιος παίζει ποιο σόλο και κυρίως (ζωτικής σημασίας πληροφορία) ποιος έγραφε τι, δεν θυμάμαι επ’ακριβώς. Κάπου εκεί. Το μόνο που θα πω είναι ότι ο σφοδρός έρωτας που (ξανα)βίωσα με αυτούς τους δίσκους δεν περιγράφεται. Κατ’αρχάς το Walls of Jericho πακέτο (βολικά θα πιάσω όλη την εποχή μαζί, με διαφορά μηνών βγήκαν άλλωστε και ηχητικά είναι σχεδόν πανομοιότυπα-σχεδόν λέω) ισορροπούσε άψογα μεταξύ extreme speed (με θολά τα όρια με το θρας) και power μελωδικότητας με κορωνίδα (για μένα) αυτή την μοναδική χροιά του Kai. Δεν ξέρω πώς να το εξηγήσω, ειδικά όταν γνωρίζω ότι η συντριπτική πλειοψηφία τον θεωρεί borderline κακό τραγουδιστή σε σχέση με τον Kiske στα Gamma Ray, όχι στα τότε να πούμε που δεν είναι και 100% στη νότα πάντοτε. Αλλά παιδιά, εμένα αυτή είναι μέσα στις 5 αγαπημένες μου φωνές και μου αρέσει περισσότερο ο Kai του Walls of Jericho από τον Kai του Land of the Free (που λατρεύω έτσι κι αλλιώς). Τέτοια αρρώστεια.

Και έπειτα έχουμε το Keeper I που είναι σχεδόν αποκλειστικά ευθύνη του Kai Hansen συνθετικά και όπου αν κάποτε κάτσουμε σοβαρά να τα βάλουμε κάτω, θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η κιθαριστική δουλειά που έχει βάλει εκεί είναι από τις TOP στο χέβυ μέταλ έβερ. Εννοώ ότι όχι μόνο είναι ο προφανής βασικός ιθύνων νους για την γένεση (και κορύφωση λέω εγώ) ενός ιδιώματος αλλά ταυτόχρονα καταθέτει κιθαριστική δουλειά που η μόνη λέξη που την χαρακτηρίζει είναι «άψογη». Αυτοί που 25 χρόνια μετά ακόμα τραγουδάνε μόνοι τους το σόλο του Halloween ή το ίντρο του Twilight of the Gods ελπίζω να αντιλαμβάνονται. Εννοείται ότι Weikath ακολουθεί επαξιότατα και συμπληρώνει ένα από τα κορυφαία κιθαριστικά δίδυμα στα χέβυ μέταλς, εκεί, μαζί με Tipton/Downing, Murray/Smith, LaRocque/Denner-Blakk κλπ.

Έχοντας βυθιστεί στο σύμπαν των Helloween εκείνη την εποχή, ε, εκεί έγινε η πρώτη διαπίστωση ότι «ρε Vic, τελικά είσαι πολύ βλαμμένος οπαδός Hansen». Ειδικά όταν έπιασα τον εαυτό μου να στεναχωριέται που δεν θα ακούσω την φωνή του ξανά (νόμιζα) παρόλη την λατρεία στον Kiske, ε, υπήρχε θέμα. Θα πρέπει να βάλω λεφτά στην άκρη. Προκοπή γύρω μου δεν βλέπω, πάγος στην αγορά των επιβεβλημένων, σίγουρων δίσκων. Πάω να πάρω το Heading for Tomorrow.

Εκεί έγινε η τελειωτική ζημιά. Σε επόμενο τεύχος, το σοκ του Welcome/Lust for Life με ανατριχίλες διαρκείας (“HE LIVES!”).

Α. Μην ξεχαστώ. Καμμένες Top Helloween λίστες:

Δίσκοι:
1. Helloween/Walls of Jericho/Judas
2. Keeper of the Seven Keys Part I
3. Keeper of the Seven Keys Part II

Σχόλιο: Είναι όλοι δεκάρια. Προφανώς. Δεν υπάρχει σωστή και λάθος κατάταξη αυτής της λίστας, απλά δεν υπάρχει.


Τοπ 10 κομματιών (με youtube links για τη φάση):
1. Ride the Sky
2. I’m Alive
3. Halloween
4. Victim of Fate
5. March of Time
6. Twilight of the Gods
7. Heavy Metal (is the Law)
8. How Many Tears
9. Phantoms of Death
10. Keeper of the Seven Keys

Σχόλιο: Με θλίβει που δεν έχω βάλει τα I Want Out, Dr. Stein, We Got the Right, Judas και βέβαια το Eagle Fly Free. Επίσης το γεγονός ότι το 70+% είναι γραμμένο από τον Kai Hansen και προηγούνται στην λίστα δεν είναι καθόλου τυχαίο. Απλά ισχύει.


Τοπ 5 σόλο Helloween:
1. Ι’m Alive
2. Halloween
3. Phantoms of Death
4. opening lick στο Twilight of the Gods
5. March of Time

Σχόλιο: Στο Ι’m Alive είναι αυτή η δωδέκατη νότα ακριβώς που με λιώνει. Σηκώνεται η νότα, σηκώνεται και η τρίχα. Κάπως έτσι.



Top 5 τσιρίδες Helloween:
1. Ride the Sky. Χωρίς άλλη διευκρίνιση.
2. You will burn in HEEEEEELLLL (Victim of Fate)
3. “…turns into a suuuuun….” - How Many Tears, στο τέλος. Πιο πολύ από το “gone”, ναι. (απαντώ στην προφανέστατη ερώτηση εδώ που δεν θα κάνει ποτέ κανείς.)
4. “oh shit…” - WUAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAH!!! (Starlight)
5. ΑΑΑΑΗΗΗΗΗΗΗ - It’s Halloween….

Σχόλιο: Τοπ μέταλ τσιρίδα ο Kai. Αν έβαζα και τις δυο που πετάει στους Blind Guardian δεν χώραγε με τίποτα ο Kiske.

Part II - Gamma Ray and Heading for Tomorrow