Tuesday, June 21, 2011

Kai Hansen - Part I (Helloween)

Μια ιστορία λατρείας

To 1985 ήμουν 8 ετών. Κανονικά θα έπρεπε να γνωρίζω μόνο τα παπάκια και το σκα-σου σου και τις μουσικές των γονιών μου (πολύ κλασσική, πολύ Σαββόπουλο, Νέο Κύμα, μέηνστρημ oldies but goodies συλλογές αλά Ν. Μαστοράκης πρωτοχρονιάτικη συναυλία - για τους παλαιότερους αυτό το ρέφερενς). Αλλά μιας και για 8 χρόνια μεγάλωνα δίπλα σε 4 μεγαλύτερα παιδιά, ό,τι άκουγαν αυτά, τα άκουγα και εγώ. Η μεγαλύτερη αδερφή μου, 12 ετών τότε άκουγε πολύ ποπ. Ο 11χρονος τότε μεγάλος αδερφός, γκουρού του δωματίου είχε ξεκινήσει να είναι χεβυμεταλάς, με την ευγενική συμπαράσταση ετερόκλητων πηγών γνώσης όπως το περιοδικό Αγόρι (Κουτουβός και επικές αλληλογραφίες μεταξύ φρικιών και φλώρων), δυο συμμαθητές του και ο ακόμα μεγαλύτερος ξάδερφος Γιώργος άκα Γκοτζίλα που έχει κάνει μια μικρή περασά από αυτό το μπλογκ ως ο προσωπικός bodyguard της αδερφής μου σε συναυλία Annihilator.

Τώρα θα λάβει τον χώρο που του αρμόζει δικαίως διότι ο Γκοτζίλα ήταν υπεύθυνος για δύο σημαντικότατα μουσικά γεγονότα της ζωής μου. Το πρώτο σημαντικό γεγονός ήταν που με σύστησε για τα καλά στους Iron Maiden. Στο σπίτι του υπήρχε στο σαλόνι το πικάπ και δίπλα του μια στοίβα βινύλια. Χαρακτηριστικά θυμάμαι το πρώτο βινύλιο στην στοίβα, ήταν το The Concerts in China του Jean Michel Jarre. το πρώτο στη στοίβα Εκεί μέσα, στα οικογενειακά βινύλια δηλαδή, ανάμεσα σε Shirley Bassey και Jean Michel Jarre βρiσκόταν και το Powerslave, από το οποίο άκουσα το ομώνυμο και έπαθα μια άλφα πλάκα. Έκτοτε στις διάφορες επισκέψεις του ζήταγα να μου βάλει εκείνο το κομμάτι με το γουώωωωω-χιχιχιχι στο ίντρο. Δεν ήξερα από ποιον δίσκο είναι, βασικά τότε νόμιζα ότι είναι από το πρώτο εκείνο βινύλιο, μου πήρε λίγο να το ξεμπλέξω. Καθόλου τυχαία πάντως αυτή η κομματάρα είναι το αγαπημένο μου κομμάτι Maiden.

Το δεύτερο σημαντικό γεγονός ήταν όταν έβαλε στα ξαδέρφια του τον καινούργιο δίσκο που είχε αποκτήσει (εισαγωγής! Μετράει!) επειδή του άρεσε η κολοκύθα στο λόγκο και το όλο εξώφυλλο. Μιλάμε για εποχές όπου το εξώφυλλο μέτραγε σαν πόλος έλξης και με υψηλά ποσοστά επιτυχίας αν αναλογιστούμε για ποιο είδος μιλάμε και ποια εποχή.
helloween mini lp cover
Ο εν λόγω δίσκος πάντως ήταν προφανώς το Helloween mini LP (έτσι το βάφτισε η Noise, το EP ήταν πολύ μπανάλ ίσως) και ξεκινούσε με ένα χαρακτηριστικό ίντρο με κάποιον που ξυπνάει, ανοίγει το ραδιόφωνο και με ένα ψάξιμο καταλήγει στο τραγουδάκι από την ταινία Halloween III “Happy Halloween Silver Shamrock”. Εγώ βέβαια άκουγα “Happy halloween to the children” (γιατί έτσι). O τύπος που μόλις έχει ξυπνήσει ανοίγει μπυρίτσα, ρουφάει γουλιά, ρεύεται (θέλει προσοχή αλλά ακούγεται καθαρά, εμείς αργότερα ανεβάζαμε το volume μην χάσουμε το highlight πάντως) και μετά λέει “oh, shit”. Και με μια κολασμένη τσιρίδα και ένα ΣΚΑΣΙΜΟ χέβυ μέταλ όλεθρου ο Kai Hansen και οι Helloween μπήκαν στην ζωή μου.

Δεν μπορώ να εκφράσω επακριβώς το πόσο πολύ εντύπωση και πόσο cool μου φαινόταν όλο αυτό. Πάρα πολύ. Ειδικά γιατί μετά έμπαιναν κομματάρες, οι οποίες και χέβυ πολύ ήταν και πολύ μελωδικές και κυρίως γιατί αυτή η φωνή μου ακουγόταν (και όχι μόνο εμένα) τρομερά ιδαίτερη και πορωτική και γαμάτη. Πάθος ρε παιδί μου, γρέζι, ψηλές νότες, φοβερά vocal lines, ένας αριστουργηματικός χαμός (Λεπτομέρειες στην κριτική που έγραψα για το Metal Music Archives).


Για κάποιο λόγο ο γκουρού αδερφός δεν αγόρασε ποτέ Helloween βινύλιο, αυτό έπαιξε πολύ σαν αντεγραμμένη κασσέτα αλλά το Walls of Jericho που βγήκε μετά δεν το πήραμε χαμπάρι τότε. Πιθανόν να μην παίρναμε χαμπάρι ούτε το Keeper of the Seven Keys Part I αλλά ευτυχώς ο Γκοτζίλα είχε ερωτευτεί το κολοκυθοειδές hook και όταν βρέθηκε στην Αγγλία το 1987 το αγόρασε με κλειστά μάτια. Μαζί και μια εξαιρετική μπλούζα της εποχής, την οποία χρόνια μετά παρέδωσε σε άξιο κορμί (το δικό μου συγκεκριμένα). Τα νέα κατέφτασαν μέσω αλληλογραφίας για τα νέα ευρήματα, τα οποία περιελάμβαναν και το Pleasure to Kill με συγκινητική ιστορία ύφους «ΤΟ ΒΡΗΚΑ, ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΔΙΚΟ ΜΟΥ ΤΩΡΑ» και με ευφάνταστη πατέντα κρυψίματος του βινυλίου σε άσχετη θέση μέχρι να πεταχτεί να βρει τα απαραίτητα φράγκα. Το γράμμα θυμάμαι πάντως περιελάμβανε και ένα σκιτσάκι με το λόγκο της Noise Records (το «καινούργιο», δηλαδή το κλασσικό).





Στο δικό μου σύμπαν προτού αποκτήσω τις δικές μου κόπιες των Walls of Jericho και Keepers Ι (το πρώτο ως το CD υπ’αριθμόν 5 της δισκοθήκης μου και το δεύτερο σε αυθεντική κασέτα, πιθανώς αιώνιο δάνειο από τον Νάσο- σόρι αμπάουτ δατ!), οι Helloween ήταν αυτή η καταπληκτική μπάντα με τα πολύ ξεχωριστά σουξέ με υπερμελωδίες και το uber coolness artwork/merch που έπιανε επίπεδα λατρείας Maiden. Να μην έχεις ακούσει Helloween εν Ελλάδι στα τέλη 80s απλά δεν έπαιζε. Είχαν πιάσει το ’88 μεριά μεγάλα ύψη δημοτικότητας. Αν θυμάμαι καλά στο αφιερώμα της δεκαετίας του Χάμερ από αναγνώστες βγήκαν στην τριάδα. Μέσα στα τρία καλύτερα μέταλ της δεκαετίας του ’80, τότε. Αναλογιζόμαστε τον ανταγωνισμό και αναγνωρίζουμε το σουξέ.

Και όχι μόνο Ελλάδα. Παγκοσμίως βρίσκονταν στο απόγειο της επιτυχίας τους, με άνοιγμα σένιο στην αμερικανική αγορά, κομπλέ περιοδεία στις ΗΠΑ με Anthrax και (πάνω από) Exodus, ενώ έχουν αφήσει άριστες εντυπώσεις στο (ευρωπαϊκό) Monsters of Rock του 1988 με το πολύ δύσκολο έργο να ανοίγουν για Guns n’ Roses, Megadeth, Lee Roth, KISS και Iron Maiden. Το ότι το κοινό τους θυμόταν και μάλιστα με άριστες εντυπώσεις (σύμφωνα με τον τύπο της εποχής τουλάχιστον και δυο πάλιουρες Άγγλους που μου τα λέγανε), ε, είναι θέμα.

Και μετά ο Kai Hansen έφυγε. Λοιπόν εγώ μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχα ασχοληθεί εις βάθος, έφυγε ο κιθαρίστας ξέρω γω. Που τραγούδαγε κάποτε και εμένα μου άρεσε αλλά εντάξει. Δεν ασχολήθηκα ιδιαιτέρως με το θέμα. Πήρα χαμπάρι ότι ασχολούνταν όλοι οι άλλοι, θυμάμαι το Hammer να τον έχει εξώφυλλο με ένα χαβανέζικο πουκάμισο (δεν με έψησε, το dress code το έπαιρνα από Anthrax εγώ) και διπλή κριτική στον νέο του δίσκο (δεν συμφωνούσαν) και μια αποθεωτική κριτική συναυλίας του 90. Και του 91. Και μάπα-αδιάφορη κριτική για τον δεύτερο δίσκο. Όλα φιλολογικά τα εισέπραττα, ήμουν ήδη Ηράκλειο και δεν ήξερα κανέναν να ακούει Gamma Ray και δεν έβλεπα κανένα λόγο να αγοράσω Gamma Ray όταν έχω μια λίστα με 150 δίσκους που θέλω οπωσδήποτε τώρα γιατί τους ξέρω και τους χρειάζομαι.

Και οι Helloween; Εδώ είναι ακόμα χειρότερα τα πράγματα. Διότι μπορεί να έγινε το Σχίσμα και όλα να άλλαξαν αλλά εμείς (η φαμίλια λέω) είχε ακόμα την ορμή της τελειότητας των προηγούμενων δίσκων. Και έτσι αποκτήθηκε το Pink Bubbles Go Ape. Για άλλο δώρο πήγαινε η αδερφή μου, δεν βρέθηκε εκείνο (δεν θυμάμαι ποιο, Σοφάια σχολίασε!), της το έσπρωξε ο χοντρός στο δισκάδικο, τέλος πάντων πήραμε στα χέρια μας το καινούργιο Helloween. Και ήταν όλο μια απογοητευσάρα. Ένα ωραίο κομμάτι (το Kids of the Century) και μετά μετριότητες, η μια μετά την άλλη.
pink bubbles go ape cover

Μην τσινάτε οι φανατίλες και μη μου συγκρίνετε με το *επόμενο*, με τα προηγούμενα είχα να συγκρίνω. Ακόμα και το κούλνες φάκτορ πήγε περίπατο. Ένα άθλιο εξώφυλλο αβάν γκαρντ του κώλου με μια τύπισα και ένα ψάρι, σαπουνόφουσκες να αντικαθιστούν τις κολοκύθες (sacrilege), κάτι μπούρδες με αυγά μάτια και γενικά μια αδιαφορία. Μιλάμε για μια εποχή εντωμεταξύ που ό,τι αγόραζες έπαιζε στο ριπίτ ανελέητα, δεν ΓΙΝΕΤΑΙ να πάει χαμένη μια αγορά, δεν παίζουν τέτοια σενάρια, τα λεφτά μας τα τιμάμε κλπ. Πίπες, όσο ριπίτ, όσο και να προσπαθούσαμε να το συνηθίσουμε, τίποτα, μάπα ρε παιδί μου, αδιάφορο, βάλε να παίξει ξανά το Painkiller, Rust in Peace, Never, Neverland κλπ (λέω τυχαία παραδείγματα δίσκων της ίδιας χρονιάς). (έντιτ: Χμ. Λοιπόν, αυτός ο δίσκος βγήκε το 1991. Όχι ότι δεν προτιμούσαμε να ακούμε τα προαναφερθέντα - που *είναι* του 1990 - αλλά για την ακρίβεια του πράγματος.)


Πότε ακριβώς έπεσε η μελέτη στο πακέτο Helloween/Walls of Jericho/Judas και κατόπιν Keeper I, κομπλέ με βιβλιαράκι, ποιος παίζει ποιο σόλο και κυρίως (ζωτικής σημασίας πληροφορία) ποιος έγραφε τι, δεν θυμάμαι επ’ακριβώς. Κάπου εκεί. Το μόνο που θα πω είναι ότι ο σφοδρός έρωτας που (ξανα)βίωσα με αυτούς τους δίσκους δεν περιγράφεται. Κατ’αρχάς το Walls of Jericho πακέτο (βολικά θα πιάσω όλη την εποχή μαζί, με διαφορά μηνών βγήκαν άλλωστε και ηχητικά είναι σχεδόν πανομοιότυπα-σχεδόν λέω) ισορροπούσε άψογα μεταξύ extreme speed (με θολά τα όρια με το θρας) και power μελωδικότητας με κορωνίδα (για μένα) αυτή την μοναδική χροιά του Kai. Δεν ξέρω πώς να το εξηγήσω, ειδικά όταν γνωρίζω ότι η συντριπτική πλειοψηφία τον θεωρεί borderline κακό τραγουδιστή σε σχέση με τον Kiske στα Gamma Ray, όχι στα τότε να πούμε που δεν είναι και 100% στη νότα πάντοτε. Αλλά παιδιά, εμένα αυτή είναι μέσα στις 5 αγαπημένες μου φωνές και μου αρέσει περισσότερο ο Kai του Walls of Jericho από τον Kai του Land of the Free (που λατρεύω έτσι κι αλλιώς). Τέτοια αρρώστεια.

Και έπειτα έχουμε το Keeper I που είναι σχεδόν αποκλειστικά ευθύνη του Kai Hansen συνθετικά και όπου αν κάποτε κάτσουμε σοβαρά να τα βάλουμε κάτω, θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η κιθαριστική δουλειά που έχει βάλει εκεί είναι από τις TOP στο χέβυ μέταλ έβερ. Εννοώ ότι όχι μόνο είναι ο προφανής βασικός ιθύνων νους για την γένεση (και κορύφωση λέω εγώ) ενός ιδιώματος αλλά ταυτόχρονα καταθέτει κιθαριστική δουλειά που η μόνη λέξη που την χαρακτηρίζει είναι «άψογη». Αυτοί που 25 χρόνια μετά ακόμα τραγουδάνε μόνοι τους το σόλο του Halloween ή το ίντρο του Twilight of the Gods ελπίζω να αντιλαμβάνονται. Εννοείται ότι Weikath ακολουθεί επαξιότατα και συμπληρώνει ένα από τα κορυφαία κιθαριστικά δίδυμα στα χέβυ μέταλς, εκεί, μαζί με Tipton/Downing, Murray/Smith, LaRocque/Denner-Blakk κλπ.

Έχοντας βυθιστεί στο σύμπαν των Helloween εκείνη την εποχή, ε, εκεί έγινε η πρώτη διαπίστωση ότι «ρε Vic, τελικά είσαι πολύ βλαμμένος οπαδός Hansen». Ειδικά όταν έπιασα τον εαυτό μου να στεναχωριέται που δεν θα ακούσω την φωνή του ξανά (νόμιζα) παρόλη την λατρεία στον Kiske, ε, υπήρχε θέμα. Θα πρέπει να βάλω λεφτά στην άκρη. Προκοπή γύρω μου δεν βλέπω, πάγος στην αγορά των επιβεβλημένων, σίγουρων δίσκων. Πάω να πάρω το Heading for Tomorrow.

Εκεί έγινε η τελειωτική ζημιά. Σε επόμενο τεύχος, το σοκ του Welcome/Lust for Life με ανατριχίλες διαρκείας (“HE LIVES!”).

Α. Μην ξεχαστώ. Καμμένες Top Helloween λίστες:

Δίσκοι:
1. Helloween/Walls of Jericho/Judas
2. Keeper of the Seven Keys Part I
3. Keeper of the Seven Keys Part II

Σχόλιο: Είναι όλοι δεκάρια. Προφανώς. Δεν υπάρχει σωστή και λάθος κατάταξη αυτής της λίστας, απλά δεν υπάρχει.


Τοπ 10 κομματιών (με youtube links για τη φάση):
1. Ride the Sky
2. I’m Alive
3. Halloween
4. Victim of Fate
5. March of Time
6. Twilight of the Gods
7. Heavy Metal (is the Law)
8. How Many Tears
9. Phantoms of Death
10. Keeper of the Seven Keys

Σχόλιο: Με θλίβει που δεν έχω βάλει τα I Want Out, Dr. Stein, We Got the Right, Judas και βέβαια το Eagle Fly Free. Επίσης το γεγονός ότι το 70+% είναι γραμμένο από τον Kai Hansen και προηγούνται στην λίστα δεν είναι καθόλου τυχαίο. Απλά ισχύει.


Τοπ 5 σόλο Helloween:
1. Ι’m Alive
2. Halloween
3. Phantoms of Death
4. opening lick στο Twilight of the Gods
5. March of Time

Σχόλιο: Στο Ι’m Alive είναι αυτή η δωδέκατη νότα ακριβώς που με λιώνει. Σηκώνεται η νότα, σηκώνεται και η τρίχα. Κάπως έτσι.



Top 5 τσιρίδες Helloween:
1. Ride the Sky. Χωρίς άλλη διευκρίνιση.
2. You will burn in HEEEEEELLLL (Victim of Fate)
3. “…turns into a suuuuun….” - How Many Tears, στο τέλος. Πιο πολύ από το “gone”, ναι. (απαντώ στην προφανέστατη ερώτηση εδώ που δεν θα κάνει ποτέ κανείς.)
4. “oh shit…” - WUAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAAH!!! (Starlight)
5. ΑΑΑΑΗΗΗΗΗΗΗ - It’s Halloween….

Σχόλιο: Τοπ μέταλ τσιρίδα ο Kai. Αν έβαζα και τις δυο που πετάει στους Blind Guardian δεν χώραγε με τίποτα ο Kiske.

Part II - Gamma Ray and Heading for Tomorrow

Friday, June 10, 2011

3. Η Ιστορία των Ensemble - Η Μεγάλη Παρένθεση: Rock n' Roll Cafe

1. H Ιστορία των Ensemble - In the Beginning...
2. Η Ιστορία των Ensemble - Τώρα και με λιντ γκιτάριστ!
3. Η Ιστορία των Ensemble - Η Μεγάλη Παρένθεση: Rock n' Roll Cafe
4. H Ιστορία των Ensemble - Live ντεμπούτο

Το μαγαζί ήταν ιδιοκτησία του «Ψηλού», κατά κόσμον Μανώλη Σφακιανάκη, γνωστό στο Ηράκλειο ως τον μπασίστα των Σάρκα, που είχαν βγάλει εφτάιντσο, ένα δηλαδή τιτάνιο κατόρθωμα στα δικά μας μάτια. Ο ψηλός λοιπόν είχε το μαγαζάκι του χωμένο σε ένα στενό πίσω από την πλατεία Δασκαλογιάννη, το οποίο δεν είχαν πάρει μυρωδιά πολλοί εκτός από πολύ συγκεκριμένο κόσμο, δεν ξέρω πώς και γιατί, εγώ το έμαθα από την Θοδωροπαρέα πάντως. Το μπαράκι ήταν στενόμακρο με πιο πολύ έμφαση στο στενό παρά το μακρύ και το μεγάλο σουπράιζ ήταν ότι είχε και πάνω όροφο δισκάδικο. Αυτό έπρεπε να στο πουν, χαμπάρι μόνος σου αποκλείεται να έπαιρνες, μια κλασσική στριφογυριστή μεταλική σκάλα που υπέθετες ότι οδηγεί σε κάνα αποθηκάκι είχε, όμως στην πραγματικότητα σε έβγαζε σε κομπλέ δισκάδικο (βινύλιο όνλι), πολύ μεγαλύτερο από ότι θα φανταζόσουν.

Επίσης το δισκάδικο ήταν εντελώς άκυρο για Ηράκλειο. Τουτέστιν έβρισκες βινύλια από Γκαράζ μπάντες, χαρντκόρ μπάντες, πανκ μπάντες, κάποια ροκ πράγματα και σκόρπια μεταλοβινύλια που ένας θεός ξέρει από πού τα καβάντζωνε. Είχε ας πούμε 3 κόπιες το σινγκλάκι των Flotsam and Jetsam από το No Place for Disgrace, τη διασκευή σε Έλτον Τζον (Saturday Night’s Alright for Fighting), Mekong Delta picture discs, τα οποία δεν περίμενες να τα πετύχεις ανάμεσα σε δίσκους Dead Kennedys, Black Flag, Bad Religion, Sonic Youth, Stooges και κουλά μπούτλεγκ Τζέλο Μπιάφρα λάιβ. Ο μπάρμαν (Ανδρέας; Δεν ορκίζομαι), φανατίλας Black Flag, πρώην μέταλος (μου έδειξε την ταυτότητά του με μαλλιά και μπλουζάκι Accept), ωραίος τύπος, έβαζε τα δικά του και ακούγαμε και ανοίγαν τα αυτιά μας εμείς. Φυσικά άφηνε να βάζεις και την κασσέτα σου ή το δίσκο σου, οπότε σύντομα το μέταλ μπήκε στο μενού όταν είμασταν πλειοψηφία.

Αποκορύφωμα ένα σκηνικό που μόλις έχουμε αγοράσει το In the Shadows, το ριγιούνιον των Mercyful Fate. Το πιάνει ο Ανδρέας, γελάει με την μάπα του King Diamond και το βάζουμε. Καθόμαστε στο μπαρ και ακούμε. Δίπλα μας, ένας μάλλον εύσωμος τύπος με μαλλάκι, κάθεται μόνος του και καπνίζει πίνοντας φραπέ. Άλαλος. Με το που μπαίνει ο δίσκος ανασηκώνεται, μας κοιτάει, κοιτάει και το δίσκο, γυρνάει στον καφέ του. Σε λίγο τον ξεχνάμε πάλι και αρχίζουμε τα δικά μας, κοπάνημα, «τι έπος έβγαλε πάλι ο θεός», «πωωω» και τέτοια. «Γιατί κλαίει αυτός;» να μας ρωτάει γελώντας ο Ανδρέας, «Γιατί ΝΙΩΘΕΙ το άτομο κάθε νότα ρε» να του απαντάμε, πιο πολύ γέλιο αυτός, όλα μια ωραία ατμόσφαιρα.

Ο Σιωπηλός θαμώνας ρίχνει κλεφτές ματιές και μόλις μας βλέπει ότι τον έχουμε πάρει πρέφα αρχίζει πορωτικό κοπάνημα (ιδιαίτερο στυλ, από το σβέρκο και πάνω μόνο), κλεφτή ματιά, δεν κοιτάμε (νομίζει), πάγωμα. Μετά κλεφτή ματιά, κοιτάμε, κοπάνημα, δεν κοιτάμε, παύση. Αγαλματάκια ακούνητα από την ανάποδη. Φυσικά έχουμε εντυπωσιαστεί από την συμπεριφορά και συνεννοούμαστε με ματιές «τι είναι αυτός ρε;». Αυτό για όλη την πρωτη πλευρά του δίσκου. Μέχρι να το γυρίσει ο Ανδρέας, επικρατεί μια σιωπή την οποία γεμίζουμε σχολιάζοντας την θεϊκότητα του εν λόγω δίσκου, αλλά εντάξει, δεν πιάνει και τα 2 πρώτα, μάλλον όχι και τα σόλο του King, ώσπου ο Νάσος νιώθει ένα σκούντημα/σπρώξιμο στην πλάτη. Είναι ο Σιωπηλός.
«Φίλε…»
«…»
«Φίλε…είσαι φανατικός οπαδός του King Diamond;»
«Εεε…ναι», ανασήκωμα ώμων.
Σκούντημα ώμου φιλικό: «Χεχ…ΕΠΕΣΕΣ ΣΕ ΙΔΙΟ!», του λέει ο τύπος και επιστρέφει στον καφέ του. Δεν μας ξανάπε λέξη. Έκτοτε τον λέγαμε ο King Diamond, το οποίο μάθαμε ότι ήταν γενικώς το παρατσούκλι του (ή μήπως μας το είπε αυτός; Δεν ορκίζομαι πάλι), σε κάτι μήνες τον είδαμε να κυκλοφορεί με ένα σταυρό μεγέθους Ozzy, αλλά ανάποδο και την επόμενη φορά που (δεν) μας μίλησε ήταν σε ένα μέταλ πάρτι σε ένα μπαρ, όταν έπαιζε το Sleepless Nights. Στο σημείο του σόλο τον είδαμε να τρέχει προς το μέρος μας, να πέφτει στα γόνατα και να γλιστράει μέχρι τα πόδια μας, όπου και ξεκίνησε επιληπτικό air guitar. Τρου στόρι. Δεν ξέρω αν έψαχνε απεγνωσμένα φίλους και αυτός ήταν ο τρόπος του, πάντως δεν μας μίλησε και δεν μας έβγαινε να του πούμε εκείνη τη στιγμή «Ναι ρε! Ναι!» ή κάτι ενθαρρυντικό, είχαμε μείνει με το στόμα ανοιχτό και μετά να προσπαθούμε να μη σκάσουμε στα γέλια μπροστά του και στενοχωρηθεί. Ψυχεδέλεια.

Επιστροφή στο Rock n' Roll Cafe. Ο Θοδωρής βέβαια και η παρέα του μέσα σε όλα αυτά τα γκαραζο-πανκ και τα ακούσματα Ψηλού/Ανδρέα, νομίζω είχαν και τον ανάλογο θαυμασμό, πάντως το μαγαζί έβγαζε φοβερά οικογενειακή ατμόσφαιρα, υπερχαμηλές τιμές, DIY καταστάσεις και το αποκορύφωμα των βραδινών χάπενινγκς έβερ: The Surfin’ Buhahas.

Οι Surfin’ Buhahas ήταν μια πρωτοποριακή ιδέα του Ψηλού (υποθέτω) κάποιες καλοκαιρινές μέρες. Πήγαινες το πρωί, έδινες το όνομά σου, έσκαγες ένα πεντακοσάρικο και σε κατέγραφε σε μια λίστα. Νομίζω αυτό το έκανε μια φορά την εβδομάδα, Τρίτη ή Τετάρτη. Το βράδυ μαζεύονταν όλοι, που ήταν οι γνωστοί που πήγαιναν έτσι κι αλλιώς και έκλεινε η πόρτα, no more guests allowed, πλεονασμός φυσικά, καθημερινή δεν πάταγε και κανείς άλλος το πόδι του. Το πεντακοσάρικο του καθενός πήγαινε για ευγενή σκοπό. Τα έβαζε ο Ψηλός και έπαιρνε μπριζόλες, πανσέτες και τέτοια, τα οποία έκανε στα κάρβουνα στο μπαλκόνι του δισκάδικου πάνω. Το μπαρ λειτουργούσε κανονικά, μόνο που κάθε τρεις και λίγο κατέβαινε η πιατέλα με τα κοψίδια, τα οποία και ξεσκίζαμε. Και μπορώ να διαβεβαιώσω ότι αυτοί που τιμάνε το Τραπέζι, είχαν την καλύτερή τους γιατί οι φλώροι σταματάγανε στην δεύτερη μπριζόλα και από ένα σημείο και πέρα οι πιατέλες ήταν για δυο-τρία άτομα. Εξαιρετικό σκηνικό, κρίμα που δεν κράτησε πολύ.

Μετά από κανά-δυο χρόνια το μαγαζί έκλεισε λόγω αναδουλειάς, μεγάλου ενοικίου, ποιος ξέρει, έκλεισε πάντως και πολύ στενοχωρηθήκαμε και πλέον δεν το θυμάται κανείς. Hail Rock n' Roll Cafe!

Κλείνει η κτηνώδης παρένθεση και οσονούπω (=κάποια στιγμή μέσα στον Ιούνιο. Ή τον Ιούλιο) επιστρέφω με τους Ensemble λάιβ να σαρώνουν το Ηράκλειο.

edit: Θα νόμιζε κανείς ότι με τέτοιο παρελθόν θα θυμόμουν και σωστά το όνομα του μαγαζιού. Λοιπόν το μαγαζί δεν λεγόταν Οδός Ονείρων αλλά Rock n' Roll Cafe. Την διαπίστωση την έκανα όταν ξεφύλλιζα το πρόχειρο τετράδιο από την Β' Λυκείου για κάτι σκιτσάκια. Και έπεσα πάνω σε μια κουβέντα για δίσκους που έψαχνα στο Rock n' Roll Cafe. Και μου ήρθε ο νταμπλάς "Αμάν! Ναι ρε, Rock n' Roll Cafe!". Οδός Ονείρων έγινε το μαγαζί *μετά* τα σκηνικά που περιγράφω άνωθεν, πιθανώς με διαφορετική ιδιοκτησία πριν κλείσει οριστικά. Έγινε η διόρθωση. Και καλύτερα γιατί ενδόμυχα σκεφτόμουν όταν το έγραφα ότι είναι πολύ κουλό το όνομα Οδός Ονείρων για τέτοιο μαγαζί. Ντροπή μου.

Wednesday, June 08, 2011

2. Η Ιστορία των Ensemble - Τώρα και με λιντ γκιτάριστ!

1. H Ιστορία των Ensemble - In the Beginning...
2. Η Ιστορία των Ensemble - Τώρα και με λιντ γκιτάριστ!
3. Η Ιστορία των Ensemble - Η Μεγάλη Παρένθεση: Rock n' Roll Cafe
4. H Ιστορία των Ensemble - Live ντεμπούτο


Ωραίααααα... Και τι κάνουμε τώρα; Πρώτον, πού θα παίξουμε πρόβα και δεύτερον ΤΙ θα παίξουμε στην πρόβα; Αυτό ήταν κομμάτι δύσκολο διότι ενώ η μουσική μας παιδεία σαν ακροατές ήταν μια χαρά (σένιοι μεταλλάδες που ακούνε και Φέηθ Νο Μορ, τέτοια ανοιχτομυαλιά λέμε), σαν εκτελεστές ο Νάσος ζοριζόταν να βγάλει το ριφ του Πάρανόιντ και σαν είδωλα της lead κιθάρας είχε το δίδυμο Χάνεμαν/Κινγκ (βλαμμένος Σλεϊεράς) οπότε, ναι... Ο Γιάννης δήλωνε ότι θα παίξει ότι του πούμε, που τελικά αποδείχτηκε αλήθεια, αλλά ο μπασίστας σε ένα μέταλ συγκρότημα δεν σώζει την κατάσταση αν ο άλλος δεν μπορεί να παίξει ένα ριφ.

Η απόφαση τελικά λήφθηκε διά της ατόπου: Απορρίπτουμε κομμάτια που δεν μπορούμε να παίξουμε. Εγώ αφαιρούσα όλα τα κομμάτια με καλούς τραγουδιστές που είχαν πάνω από μία οκτάβα φωνή και κρατούσα αυτά που (νόμιζα) ότι μπορώ να πω, ο Νάσος τα ριφ που είχε βγάλει. Ονειρευόμουν να πούμε κάνα Annihilator, κάνα Slayer, τελικά η λίστα ήταν For Whom, Born to Be Wild (νομίζω μετά από προτροπή του μπαμπά του Νάσου), Louie Louie (αφού το έχουν ήδη βγάλει), Paranoid (με στόχο να το βγάλει ο Νάσος), Highway to Hell (και να σκέφτομαι σοβαρά αν θα το πω σαν τον Μητσικώστα, να μιμούμαι Σκοτ) και τελευταία στιγμή Enter Sandman γιατί μόλις είχε βγάλει το ριφ ο Νάσος...

Underwhelming είναι η σύνοψη της λίστας αλλά εντάξει, πλάκα θα'χει. Ξεκινήσαμε κάποιες άθλιες πρόβες, πιο πολύ στην γκοσμάρα μας ότι "Γουάου! Παίζουμε! Είμαστε συγκρότημα! Δε σκάι ιζ δε λίμιτ!" και τέτοια και σύντομα συμφωνήσαμε ότι θέλουμε σόλο. Το Φορ Χουμ θέλει και το λιντάκι του, να παίζεις γενικά χωρίς σόλο δε λέει, οπότε το επόμενο βήμα στο χτίσιμο της αυτοκρατορίας ήταν η εύρεση του Κιθαρίστα. Προσόντα: Να μπορεί να παίξει το Πάρανόιντ και αν γίνεται να παίζει και σόλο, ακόμα καλύτερα. Βρέθηκε τέτοιος, τον βρήκε ο Φιλώτας, συνομήλικος, ο Θοδωρής. Παιδί που άκουγε κυρίως ροκ, λίγο πανκ, Τρύπες, Σιδηρόπουλο και τέτοια, αλλά μπορούσε να παίξει το Πάρανόιντ ΚΑΙ να παίξει και σόλο, με καλά αποτελέσματα κιόλας!

Το κακό ήταν ότι με το που ήρθε έβαλε κατευθείαν στο σέτλιστ μας τα Should I Stay or Should I Go και το I Wanna Be Your Dog και στο πιο άθλιο, το Rock n' Roll στο Κρεβάτι του Σιδηρόπουλου. Ελληνικό στίχο; Στους Ensemble μου; Που δεν ήταν Ensemble ακόμα, αβάφτιστοι.

Κάνουμε πρόβες οι Αβάφτιστοι και σιγά-σιγά τα κομμάτια μοιάζουν με τα ορίτζιναλ, σε σημείο να νιώθω έκσταση όταν συνειδητοποιώ ότι αυτή τη στιγμή παίζουμε Μετάλλικα, γαμάει το φίλινγκ, τι φανταστική που είναι η μουσική και όλα αυτά τα ρομαντικά. Και έκατσε ευκαιρία για λάιβ. Απότομα. Στα πλαίσια των καλοκαιρινών εκδηλώσεων του Δήμου οργανώθηκε ένα λάιβ με τοπικές μπάντες κάθε είδους και ο Θοδωρής μας είπε ότι παίζει να καβαντζώσουμε θέση. Μιλάμε για μεγάλο ανοιχτό χώρο, που σε τέτοια ιβέντς έβαζε και 600 άτομα. Με άγνοια κινδύνου συμφωνήσαμε πάραυτα και πήγε ο Θοδωρής με την κοπέλα του, τη Ντίνα, να δηλώσουν συμμετοχή. Μια χαριτωμένη κοπελίτσα πολύ κοντή που λάτρευε τον μουσικό-αγόρι της και είχε πάρει τον ρόλο της στα σοβαρά: "Πίσω από κάθε μεγάλο άντρα κρύβεται μια μεγάλη γυναίκα". Περίπου. Όχι μεγάλη, 1.55 την έκανα, γενναιόδωρα.

Πάντως έπρεπε να δοθεί όνομα. Και αυτό είναι μια τραγική διαδικασία και ψυχοφθόρα που όταν ακούς για νιοστή φορά "αστεία" τύπου Ατσάλικα, Μηντέρα και δε συμμαζεύεται, σε πιάνει εύκολα απελπισία. Εγώ ήθελα θρας όνομα (εκεί, το βιολί μου), ο Θοδωρής και η Μεγάλη Γυναίκα Ντίνα θέλανε κάτι ροκ, στυλ Απροσάρμοστοι, Πάμε Πάσο. Εκεί ανατρίχιασα, το θυμάμαι σαν τώρα:
- Ναι, ρε παιδιά! Πάμε Πάσο! Γαμώ τα ονόματα είναι! Πρωτότυπο!, να λέει η Ντίνα υποστηρίζοντας την casual, "τώρα μου'ρθε" πρόταση του Θοδωρή.
- Τι Πάμε Πάσο; Είμαστε οι Πάμε Πάσο και παίζουμε Metallica; ΟΧΙ!
Ματιές "δεν θα δούμε προκοπή με αυτούς" από το ζεύγος και πάμε πάλι από την αρχή. Νομίζω, ότι τελικά έφυγαν με την εντολή (δημοκρατικά αποφασισμένη) να δηλώσουν Defector, χρυσή τομή κι ετς, θρασάδικο σε -τορ, στρατιωτική άρνηση για τον Θοδωρή (Μήνυμα-έτσι του το πλασάραμε να τσιμπήσει), όλα καλά.

Φυσικά δήλωσαν κάτι άλλο. Εκτός Ελέγχου. Και γίναμε μπαρούτι. Βέβαια πλέον το θέμα ήταν ότι παίζουμε λάιβ, τι όνομα και τρίχες τώρα, ενώ και η παρέα των παιδιών σιγοντάριζε ότι είναι ονοματάρα για να μας κατευνάσει. Η συναυλία δεν έγινε ποτέ. Ακυρώθηκε για κάτι δημοτικά σκάνδαλα, ατασθαλίες, παράτυπες διαδικασίες, δεν ξέρω, είχαμε μαζευτεί καμιά δεκαριά μπάντες έξω από την είσοδο και περιμέναμε κάποιον να ανοίξει την πόρτα, ο οποίος δεν ήρθε ποτέ.

Πίκρα και απογοήτευση και πάμε να κάνουμε λάιβ μόνοι μας που να πάρει. Εκεί έγινε μια απόπειρα να κλείσει ένα λάιβ σε ένα μαγαζί κάπου, το οποίο τελικά δεν έγινε ποτέ, όμως ήταν ενδιαφέρον φιάσκο καθώς κόσμος είχε ενημερωθεί ότι θα γίνει και μέχρι την ημέρα του λάιβ η μισή μπάντα έψαχνε τις αφίσες, η άλλη μισή δεν ήταν ενήμερη, γενικώς ένα τζέρτζελο ελληνικής ανοργανωσιάς που αποτέλεσμα είχε να με πάρει τηλέφωνο ο Θοδωρής και ξεκαθαρίστηκε ότι λάιβ δεν παίζει. Δεν θυμάμαι ποιος έφταιγε για το ρόμπα-εφφέκτ, όχι εγώ πάντως, τουτέστιν SEP όπως λέει και ο Ντάγκλας Άνταμς (Somebody Else’s Problem). Αυτό πάντως ήταν και η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι με τον Θοδωρή, το παιδί τα είχε πάρει με τις μπούρδες που έκαναν αυτοί που έφταιξαν, που είπαμε δεν ήμουν εγώ.

Είχαν προηγηθεί φυσικά αψιμαχίες για τα κομμάτια, Σιδηρόπουλο αυτός, Metallica - Whiplash εμείς. The Stooges αυτός, Metallica – So What? εμείς. Γενικά, για κάθε παπαριά δικιά του, πετάγαμε ένα Metallica εμείς, στο τέλος μαζέψαμε Whiplash, Seek and Destroy, So What, Am I Evil, Enter Sandman, Four Horsemen, For Whom the Bell Tolls, Nothing Else Matters (αυτό ήταν συμμαχία Νάσου-Θοδωρή, είχε βγάλει το σόλο ο Νάσος, άλματα προόδου κυριολεκτικά), οπότε καταντήσαμε ένας αχταρμάς τρίμπιουτ του Μετάλικα meets Θοδωρής. Κάπου εκεί βγήκε και το Somebody Put Something in my Drink που το ήθελα και εγώ καθότι Ramones φαν, το Anarchy in the UK (ο Θοδωρής από Πίστολς, εμείς από Μέγκαντεθ) και το ιναγκάντα-νταβίντα (από Slayer το ξέρουμε εννοείται) και είμαστε κομπλέ.

Γενικά μιλώντας, το όλο σκηνικό ήταν μεν φανερά κουλό αλλά είχε μπόλικα καλά παράπλευρα. Κατ’αρχάς μέσω του Θοδωρή αρχίσαμε να συχνάζουμε στo Rock n' Roll Cafe, μια τρύπα μαγαζάκι σε ένα στενούρι δίπλα στην πλατεία Δασκαλογιάννη (κεντρικό σποτ του Ηρακλείου αυτό, παλιά και πιθανώς και σήμερα μαζεύει αληταμπουρία με μπύρες από το περίπτερο. Rock n' Roll Cafe λοιπόν, ναι, ίσως το πιο καλτ μέρος που σύχναζα ποτέ... ...και εδώ ανοίγει κτηνώδης παρένθεση...

Στο επόμενο τεύχος: Rock n' Roll Cafe.

Monday, June 06, 2011

1. H Ιστορία των Ensemble - In the Beginning...

The Official Ensemble Chronicles.

A Faflatology in Many Parts.

Being the events concerning Ensemble and the Heraklion Metal Scene circa 1992-1995.





Οι Ensemble (Ενσέμπλ, κακιά αμερικάνικη προφορά, όχι Ανσάμπλ - επιλεγμένο σε μια απεγνωσμένη κίνηση κυριολεξίας) ήταν η μπάντα που παίζαμε με φίλους από το 1992 έως το 1995. Προσφάτως ο μπασιστέρ ξέθαψε υλικό (φωτογραφίες, εισιτήρια και λοιπά αναμνηστικά), τα φόρτωσε στο facebook και ξεκίνησε ένα μπλαστ φρομ δε παστ που ακόμα καλά κρατεί. Οπότενες, θα βρω μια διέξοδο να καταγράψω τον χείμαρρο ιστοριών από τις μέρες εκείνες εδώ, όπως πάντα γιατί έτσι θέλω.

Συνοπτικά, η δράση μας ήταν 7 συναυλίες στο Ηράκλειο, 5 ορίτζιναλ κομμάτια, τα 4 εκ των οποίων ηχογραφήθηκαν το καλοκαίρι του '95 για να μας μείνει και κάτι, πριν ο καθένας πάρει το δρόμο του για σπουδές στις 4 γωνιές του πλανήτη. Ήμαστε 1 από τις 4 μπάντες που παίζανε "τέτοια" εκείνη την εποχή, η πρώτη από τις 4 και είχαμε παραλάβει τη σκυτάλη από τους 12 Ρίχτερ, Hangover και Victory Parade που ήταν οι μπάντες που παίζανε τέτοια πριν από εμάς. Τα "τέτοια" είναι μέταλ, οι προηγούμενοι με μια έμφαση σε πιο κλασσικά πράγματα, εμείς σε πιο θρας καταστάσεις.

Πιο αναλυτικά, η ιστορία θέλει 25 μπλογκ ποστς τα οποία ίσως και κάνω για να τα βγάλω βιβλίο που το έχω υποσχεθεί σε 2 πρώην μέλη. Ξεκινάω από την αρχή και βλέπουμε:

Η φάση ξεκίνησε όταν με τον φίλο μου τον Νάσο στο σχολείο το συζητάγαμε (αυτός κιθαρίστας, εγώ τίποτα, κάτι πιάνα έκανα μικρός) και παγιώθηκε όταν ο έτερος φίλος μας, ο Γιάννης δανείστηκε το μπάσο του μπαμπά του Νάσου για να μάθει. Είχαμε μείνει στην κουβέντα μέχρι που προέκυψε μια σχολική εκδήλωση. Γιάννης και Νάσος θα παίζανε σε μια μπάντα κάτι βλακείες χριστουγεννιάτικες με άλλα 2 παιδιά και εγώ πήγα να δω την πρόβα. Σημειωτέον ότι Νάσος και Γιάννης ένα χρόνο μικρότεροι, δευτέρα γυμνασίου αυτοί, τρίτη εγώ. Μεταλάδες όλοι, δακτυλοδεικτούμενοι (όχι απαραίτητα κακόβουλα, απλά "πώς είναι έτσι;". "Και γαμώ τα παιδιά"-πιστεύαμε, ενίοτε λανθασμένα), εγώ με στάτους γκουρού στο μυαλό μου λόγω μάθησης και εμπειρίας από τα αδέλφια (πολυ θεωρία, πολύ λιγότερη πράξη!), αυτοί κλασικοί μεταλάδες του '92 με εμπειρία λίγων ετών ας πούμε, με την ορμή των 80ς, όπως πρέπει δηλαδή.

Το λοιπόν, στην πρόβα, με μια άθλια μικροφωνική, σε μια αίθουσα εν αχρηστία που κανονικά ήταν για παιδάκια νηπιαγωγείου, είχαν στήσει το συρφετό καλωδίων και μηχανημάτων και παίζανε το μικρό τυμπανιστή. Νάσος και Γιάννης επέμεναν για το χαβαλέ να παίξουν και καμιά ροκιά, συγκεκριμένα το Louie, Louie (από Μότορχεντ το ξέραμε) και το For Whom the Bell Tolls που δεν έχει σόλο (σχεδόν) και έχει εύκολα ντραμς και είναι Μετάλλικα και αυτό το κάνει φανταστικό.

Καθόμουν και χάζευα το Μανώλη, που κανονικά ακούει στο μάξιμουμ ένα ξεκάρφωτο Ντιπ Περπλ και πολύ Κρητικά, να παίζει χωρίς παραμόρφωση Μετάλικα. Ο ντράμερ, που δεν θυμάμαι όνομα και λοιπές λεπτομέρειες, τον είχα δει να παίζει ροκ εν ρολ σε μια συναυλία στο Δημοτικό Κηποθέατρο και αυτό ήταν το απόγειο της ροκ εμπειρίας του, ήταν άθλιος. Το όλο αποτέλεσμα ήταν άθλιο και έγινε αθλιότερο όταν ο Νάσος αποφάσισε να τραγουδήσει (χωρίς μικρόφωνο). Μιλάμε για κόκκινη μούρη, πεταγμένες φλέβες, γενικά αισθητό ζόρι.

"Αυτό μπορώ να το κάνω και εγώ!", σκέφτηκα και το είπα και στα παιδιά (Γιάννη, Νάσο, σιγά μην τραγούδαγα στο σχολείο). Για να δω αν όντως μπορώ, πήγα σπίτι και τραγούδησα το For Whom στην εισαγωγή πάνω από την κιθάρα, πριν μπουν τα φωνητικά, το κοντινότερο σε καραόκε. Το έγραψα και σε κασσέτα με ένα τραγικό μικρόφωνο που έμπαινε στο στερεοφωνικό και το πήγα σαν ωντισιόν στα παιδιά να πούνε γνώμη. Λες και ακούσανε τον Ντίκινσον, τον Κίσκε, κάτι τέτοιο τέλος πάντων, ο ενθουσιασμός χτύπησε κόκκινο. Και θα ήθελα να πω ότι όντως δικαιολογημένα ενθουσιάστηκαν με το τιτάνιο περφόρμανς μου, αλλά η αλήθεια είναι ότι απλώς τώρα υπήρχε απτή απόδειξη ότι μπορώ, άρα υπάρχει τραγουδιστής, άρα είμαστε σχεδόν συγκρότημα, επόμενο βήμα! Στην πραγματικότητα ήταν πολύ μέτριο, πολύ μέτριο όμως. Και λοιπόν; Εδώ γουστάραμε Κρόνος και Μαξ Καβαλέρα που δεν τους λες και αηδόνια, οπότε κομπλέ, πόσο δύσκολο είναι να τραγουδήσεις το Countess Bathory;


Έτσι, νο πρόμπλεμ, υπήρχε κιθάρα, φωνή και μπάσο, αν βρίσκαμε και ντράμερ μπορούσαμε να κάνουμε πρόβα. Η λύση βρέθηκε στον Φιλώτα, ένα χρόνο μεγαλύτερος, συμμαθητής του αδερφού μου, καλό παιδί και σοβαρό αλλά και μεταλλάς με γνώσεις και δισκοθήκη και (κυρίως) δικά του τύμπανα. Η προσέγγιση έγινε σπίτι του, άκουγε ντέμο Σάρισα (πω ψαγμενιά-ψιλομούφα μου φαινόταν εμένα πάντως, μειοψηφία φυσικά η γνώμη μου) και κάπνιζε στο σαλόνι. Πολύ θετικός, τον βόλευε η φάση, μικρότερα παιδιά, τον είχαμε ανάγκη, άσχετοι όλοι οπότε δεν υπήρχε θέμα επάρκειας και το μόνο που ήθελε να μάθει ήταν ένα πράγμα, προφανώς ζωτικής σημασίας για τον ίδιο. Γυρνάει και μου λέει:
"Εσύ ρε Βασίλη, θα τραγουδήσεις μπροστά σε κόσμο; Δεν θα κάνεις πίσω τελευταία στιγμή, ε;"
...το οποίο μου έκανε εντύπωση, συζητάγαμε για λάιβ δηλαδή τώρα, αλλά στα παπάρια μου, εγώ ήθελα να τραγουδήσω Μετάλλικα, σιγά, ποιος θα ήταν από κάτω δηλαδή;
"Ε, ναι, κανένα πρόβλημα, δεν μασάω!", απαντάω με σιγουριά γνωρίζοντας ότι έχουμε ντράμερ. O Πυρήνας ήταν πλέον εκεί.

Από εκεί και πέρα παρέλασαν 3 διαφορετικοί κιθαρίστες, ο ένας εκ των οποίων θα έπαιρνε τη θέση του Νάσου μετά από μια εντυπωσιακή αποχώρηση με σπασμένες καρέκλες, αίματα στον τοίχο και σπασμένα τζάμια (τρου στόρι), αλλά αυτά και οι πρώτες πρόβες και λάιβ είναι άλλη ιστορία.

Teaser: Ο πρώτος σολίστας ήταν ο Θοδωρής και το κριτήριο επιλογής του ήταν ότι μπορούσε να παίξει το ριφ του Paranoid και μαζί με το ταλέντο του, έφερε την κοπέλα του τη Ντίνα, την παρέα του και την απαίτηση (που ικανοποιήθηκε) να παίξουμε Should I Stay or Should I Go, I Wanna Be Your Dog και το Ροκενρόλ στο Κρεβάτι του Σιδηρόπουλου (θε μου).

[*]: Ο Νάσος μια χαρά φωνάρα εντωμεταξύ. Χρόνια μετά τραγούδησε πολύ ωραία στο This is not a Love Song με τους dRaG που ήταν η μπάντα που έκανε μια ολόκληρη εποχή μετά τους Ensemble. Καμία επαφή χρόνια, όταν είδαμε το σινγκλάκι οι άλλοι φάγαμε ένα σοκ (Nancy; wtf) με το λουκ. Αν το διαβάζεις αυτό Νάσο, γεια! Ρε συ, υπάρχουν οι βιντεοκασέτες με τα λάιβ των Ensemble/Hatred;

2. Η Ιστορία των Ensemble - Τώρα και με λιντ γκιτάριστ!
3. Η Ιστορία των Ensemble - Η Μεγάλη Παρένθεση: Rock n' Roll Cafe
4. H Ιστορία των Ensemble - Live ντεμπούτο

Είναι κουράστικη η ωντισιόν για τους Θίατερ, έχω γράψει δυο σελίδες όπου το μόνο που γίνεται είναι να απορρίπτω (όχι εγώ δηλαδή, ο Portnoy και ο Petrucci - για την ώρα) ονόματα.

Δηλαδή έχω γράψει παράγραφο για τον Portnoy που επισκέπτεται το επίσημο website του Γαϊτάνου (δεν το είχα ξαναδεί, έκατσα γεμάτο δεκάλεπτο). Και σχολιάζει. Αναλόγως τα κέφια και τον χρόνο θα γίνει και αυτό. Στάνταρ πρέπει να περάσει από το στούντιο ο Sebastian Bach να πει το Metropolis και το Glass Prison.